|
Τράπεζες – Κεφάλαια
Η ενίσχυση των
κεφαλαίων των ελληνικών τραπεζών προχωρά χάρη στη βελτίωση της
κερδοφορίας τους και στη μεγαλύτερη διανομή μερισμάτων στους
μετόχους. Μέσω αυτής της διαδικασίας περιορίζεται σταδιακά το
ύψος των αναβαλλόμενων φορολογικών απαιτήσεων (Deferred Tax
Credits – DTCs) που υπολογίζονται στα εποπτικά τους κεφάλαια,
καθώς μέρος τους «σβήνεται» με βάση το ύψος των καταβαλλόμενων
μερισμάτων. Όσο αυξάνονται τα καθαρά κέρδη και τα ποσά που
επιστρέφονται στους μετόχους, τόσο μειώνεται και το υπόλοιπο των
DTCs.
Η επιτάχυνση
της μείωσης αυτών των απαιτήσεων είναι αποτέλεσμα συμφωνίας των
τραπεζών με τις εποπτικές αρχές. Το νέο σχήμα εφαρμόζεται ήδη
από τις διανομές κερδών του 2024 και θα συνεχιστεί και για τα
μερίσματα που θα προκύψουν από τα αποτελέσματα του 2025. Οι
τράπεζες έχουν προαναγγείλει υψηλά μερίσματα, γεγονός που
αναμένεται να επιταχύνει σημαντικά τις αποσβέσεις φέτος.
Στο πλαίσιο
της συμφωνίας, οι συστημικές τράπεζες δεσμεύτηκαν ότι θα
διαγράφουν DTCs ίσα με το 29% κάθε ποσού που διανέμεται στους
μετόχους ως μέρισμα. Για παράδειγμα, με συνολικές διανομές 1,9
δισ. ευρώ το 2025, οι τράπεζες διέγραψαν επιπλέον περίπου 551
εκατ. ευρώ από τα DTCs που εξακολουθούν να εμφανίζονται στα
εποπτικά τους κεφάλαια. Σε πιο απλή βάση, μέρισμα 100 εκατ. ευρώ
συνεπάγεται πρόσθετη διαγραφή 29 εκατ. ευρώ DTCs.
Με αυτή τη
διαδικασία επιταχύνεται αισθητά η πορεία μηδενισμού των
αναβαλλόμενων φορολογικών απαιτήσεων. Ενώ αρχικά η πλήρης
εξάλειψή τους προβλεπόταν για την περίοδο 2040–2041, τώρα οι
εκτιμήσεις συγκλίνουν στο ότι όλες οι τράπεζες θα έχουν
απαλλαγεί από τα DTCs μεταξύ 2032 και 2034.
Η προσέγγιση
της S&P
Η συγκεκριμένη
συμφωνία όχι μόνο επέτρεψε στις τράπεζες να αυξήσουν τις
αποδόσεις προς τους μετόχους, αλλά συνέβαλε και στις θετικές
αξιολογικές κινήσεις από τους διεθνείς οίκους. Η S&P, σε ανάλυσή
της που ακολούθησε την επίτευξη της συμφωνίας το 2024, ανέφερε
ότι οι ελληνικές τράπεζες αξιοποιούν την ισχυρή τους κερδοφορία
για να επιταχύνουν την απόσβεση των DTCs. Σύμφωνα με τον οίκο,
τα DTCs που αρχικά θα αποσβένονταν έως το 2041, τώρα μειώνονται
με επιπλέον 130–190 εκατ. ευρώ ετησίως, ποσό αντίστοιχο με το
29% των προβλεπόμενων μερισμάτων.
Η S&P εκτιμά
ότι μέχρι το διάστημα 2032–2034, τα DTCs θα έχουν απαλειφθεί,
ενώ η συμμετοχή τους στους δείκτες CET1 θα έχει περιοριστεί έως
το 2027:
περίπου στο
20% για τη Eurobank,
γύρω στο 25%
για την Alpha Bank και την Εθνική Τράπεζα,
λίγο πάνω από
το 30% για την Πειραιώς.
Παράλληλα, η
αύξηση των μερισμάτων και των επαναγορών μετοχών αποτελεί άμεσο
όφελος για τους μετόχους. Για τα κέρδη του 2024, η Eurobank
ανέβασε το payout ratio στο 50%, η Εθνική στο 40%, ενώ Πειραιώς
και Alpha κινήθηκαν γύρω στο 35%, με στόχο όλες οι τράπεζες να
φτάσουν στο 50% το 2025.
Οι αναλυτές
διευκρινίζουν και έναν συχνό προβληματισμό των μετόχων: αν μια
τράπεζα εμφανίσει καθαρά κέρδη 1 δισ. ευρώ και αποφασίσει να
μοιράσει μέρισμα 500 εκατ. ευρώ, θα πρέπει ταυτόχρονα να
διαγράψει 29% αυτού του ποσού από τα DTCs, δηλαδή 145 εκατ.
ευρώ. Επομένως, από το συνολικό αποτέλεσμα, 645 εκατ. ευρώ θα
κατευθυνθούν σε μέρισμα και διαγραφή DTCs, με τα υπόλοιπα 355
εκατ. ευρώ να ενισχύουν απευθείας τα ίδια κεφάλαια. Όπως
επισημαίνεται, όλα εξαρτώνται από τη δύναμη των κερδών.
Πορεία μείωσης
των DTCs ανά τράπεζα
Πριν από τη
νέα συμφωνία, το ύψος των DTCs για κάθε τράπεζα το 2024 είχε ως
εξής:
Eurobank:
Από αρχικό ποσό 3,117 δισ. ευρώ, μειώθηκαν σε 2,88 δισ. ευρώ στο
τέλος Σεπτεμβρίου και περαιτέρω σε 2,738 δισ. ευρώ, με διαγραφή
ίση με το 34% των ιδίων κεφαλαίων από το 2025.
Πειραιώς:
Από 3,211 δισ. ευρώ, διαμορφώθηκαν σε 2,9 δισ. ευρώ μέχρι τον
Σεπτέμβριο και στη συνέχεια σε 2,863 δισ. ευρώ μετά από
ενισχυμένες αποσβέσεις για εποπτικούς λόγους.
Εθνική Τράπεζα:
Από 3,6 δισ. ευρώ, υποχώρησαν σε 3,3 δισ. ευρώ στο τέλος
Σεπτεμβρίου.
Alpha Bank:
Από 2,499 δισ. ευρώ, περιορίστηκαν περίπου στα 2,2 δισ. ευρώ
μέχρι τον Σεπτέμβριο.
|