Η μακροπρόθεσμη στρατηγική της ελληνική
κυβέρνησης για την επιστροφή της Ελλάδας στο
γκρουπ των "κανονικών" εκδοτών κρατικών ομολόγων
είναι μέχρι στιγμής πολύ επιτυχημένη, όπως
σημειώνει η DZ Bank με αφορμή το επιτυχημένο
deal ανταλλαγής/εξαγοράς των ομολόγων που δεν
συμμετείχαν στο PSI και στο swap του 2017,
επισημαίνοντας πως οι προσπάθειες που γίνονται
έχουν αποδώσει, έτσι ώστε να ξεπεράσει και να
επουλώσει η χώρα το τραύμα που δημιούργησε η
χρεοκοπία του παρελθόντος.
Όπως γράφει η
Ελευθερία Κούρταλη στο
capital.gr,
όπως σημειώνει η DZ
Bank, το ποσοστό αποδοχή
της προσφοράς του
Ελληνικού Δημοσίου στους
ομολογιούχους των σειρών
του PSI με λήξει από το
2023 έως το 2042 έφτασε
το 72,16% ή τα 2,92δις.
ευρώ από το σύνολο των
4,04 δις. ευρώ. Το
Ελληνικό δημόσιο αιτιολογεί
την προσφορά ανταλλαγής/εξαγοράς
δηλώνοντας ότι στόχος
είναι η ευθυγράμμιση των
προτύπων της αγοράς με
αυτά άλλων κρατικών
εκδοτών της ευρωζώνης,
την ομαλοποίηση της
καμπύλης αποδόσεων και
την αύξηση της
ρευστότητας των
ελληνικών τίτλων. Στην
πραγματικότητα, τα
ομόλογα της σειράς PSI
δεν πληρούν τα
χαρακτηριστικά των
ομολόγων αναφοράς και
επίσης έχουν χαμηλότερη
ρευστότητα σε σύγκριση
με τα συμβατικά ελληνικά
ομόλογα.
Ωστόσο, υπάρχουν
πολλά περισσότερα πίσω
από την πρόσφατη
προσφορά ανταλλαγής και
εξαγοράς, όπως τονίζει η
DZ Bank. Η ελληνική
κυβέρνηση ακολουθεί μια
μακροπρόθεσμη στρατηγική
επιστροφής στο γκρουπ
των "καθιερωμένων
εκδοτών κρατικών
ομολόγων" μετά τις
πολυάριθμες κρίσεις των
τελευταίων ετών. Έχουν
ήδη γίνει πολλά βήματα:
η χώρα έχει ήδη
επιστρέψει με επιτυχία
στην αγορά ομολόγων και
βγήκε από το πρόγραμμα
του ESM. Το 2019
πραγματοποιήθηκε και η
πρώτη πρόωρη αποπληρωμή
δανείων του ΔΝΤ.
Το βέβαιο είναι πως
η Ελλάδα έχει ακόμα
αρκετή "δουλειά" να
κάνει, επισημαίνει ο
επενδυτικός οίκος. Το
επόμενο έτος οι
υποχρεώσεις προς το ΔΝΤ
πρόκειται να
αποπληρωθούν πλήρως. Θα
ακολουθήσει η πρώτη
πρόωρη αποπληρωμή των
δανείων GLF. Με τη
βοήθεια αυτών των μέτρων
μείωσης του χρέους, η
Ελλάδα αναδομεί το
χαρτοφυλάκιο χρέους της.
Ο φιλόδοξος στόχος της
χώρας είναι να
επιστρέψει σε επενδυτική
βαθμίδα το 2023.
Η DZ Bank αξιολογεί
πολύ θετικά οι
προσπάθειες της
ελληνικής κυβέρνησης και
έτσι διατηρεί θετική
στάση για τις προοπτικές
της Ελλάδας γενικότερα.
Η κυβέρνηση Κυριάκου
Μητσοτάκη, όπως
επισημαίνει, δίνει βάρος
σε μια ευρεία
αναδιοργάνωση των
κατευθυντήριων γραμμών
της δημοσιονομικής
πολιτικής μετά την
θητεία Τσίπρα.
Επιπλέον, αυτό
αναγνωρίζεται και από
τους οίκους αξιολόγησης.
Η πιστοληπτική ικανότητα
της Ελλάδας εξακολουθεί
να παρουσιάζει ανοδική
τάση παρά τις ισχυρές
επιπτώσεις της κρίσης
του κορωνοϊού. Τα
ελληνικά ομόλογα
παραμένουν επομένως ο
ισχυρότερος ανταγωνιστής
των ιταλικών ομολόγων
όσον αφορά τα ασφάλιστρα
κινδύνου και τις
συνολικές προοπτικές
απόδοσης, αν και ο μέσος
όρος αξιολόγησης από
τους οίκους διαφέρει
κατά περίπου δύο
βαθμίδες.
Βεβαίως, όπως
προσθέτει, το spread
μεταξύ των δύο εκδοτών
διευρύνθηκε σημαντικά
μετά την πρόσφατη
συνεδρίαση της ΕΚΤ,
καθώς η Ελλάδα μέχρι
στιγμής συμμετέχει μόνο
στο πρόγραμμα PEPP και
αυτό έχει
προγραμματιστεί να λήξει
το 2022. Ωστόσο, η DZ
Bank αναμένει ότι τα
ελληνικά ομόλογα θα
παραμείνουν μέρος των
αγορών ομολόγων της ΕΚΤ
το επόμενο έτους.
Η DZ Bank εκτιμά πως
η ανάπτυξη της Ελλάδα
φέτος θα κινηθεί στο 8%,
ενώ θα παραμείνει ισχυρή
και το 2022 "τρέχοντας"
με ρυθμούς κοντά στο 4%
με το ελληνικό ΑΕΠ να
επιστρέψει πλήρως στα
επίπεδα προ πανδημίας.
Την επόμενη διετία η
ανάπτυξη αναμένεται να
οδηγηθεί από τις
επενδύσεις οι οποίες και
θα υποστηριχθούν από
τους πόρους του Ταμείου
Ανάκαμψης. Σε ότι αφορά
το ελληνικό χρέος ο
οίκος εκτιμά ότι θα
τεθεί σε πτωτική τροχιά
από φέτος, όπου θα
διαμορφωθεί στο 202% του
ΑΕΠ από 206,3% το 2020,
ενώ το 2022 θα κινηθεί
στο 195% και το 2023 στο
190% του ΑΕΠ.