Γ. Τσουκαλάς:
Σε 5–6 χρόνια η επιστροφή των μισθών στα επίπεδα του 2009 –
Τα διαρθρωτικά εμπόδια που περιορίζουν την ανάπτυξη
Απαιτούνται ακόμη
5 έως 6 χρόνια για να επιστρέψουν οι μισθοί στην Ελλάδα στα
επίπεδα του 2009, σύμφωνα με τον επικεφαλής του Γραφείου
Προϋπολογισμού της Βουλής, Γιάννη Τσουκαλά, ο οποίος μίλησε
στο Finance Views.
Όπως ανέφερε στη
συνέντευξή του –η οποία είναι διαθέσιμη στο Spotify– «τα
εισοδήματα και οι μισθοί δεν έχουν ακόμη επανέλθει στα προ
κρίσης επίπεδα του 2009». Υπενθύμισε ότι σχετική μελέτη του
Γραφείου, που δημοσιεύθηκε πριν από έξι μήνες, κατέληξε στο
συμπέρασμα ότι απαιτούνται άλλα πέντε με έξι χρόνια για να
ανακτηθεί το χαμένο επίπεδο εισοδήματος. «Αυτό οφείλεται στο
γεγονός ότι, από το 2009 έως το 2017-2018, όταν ξεκίνησε η
ανάκαμψη, περάσαμε μια εξαιρετικά βαθιά κρίση, ίσως μία από
τις μεγαλύτερες στην παγκόσμια οικονομική ιστορία»,
σημείωσε, προσθέτοντας: «Η κρίση αυτή προκάλεσε σημαντική
απώλεια παραγωγικού δυναμικού, και δεν ήταν εύκολο για την
οικονομία να επανεκκινήσει και να ανακτήσει τον αναγκαίο
ρυθμό ανάπτυξης».
Η μακροοικονομική
εικόνα και η καθημερινότητα των νοικοκυριών
Παράλληλα, ο κ.
Τσουκαλάς εκφράζει ικανοποίηση για την τρέχουσα αναπτυξιακή
πορεία της οικονομίας, αλλά υπογραμμίζει ότι δεν μπορεί να
υπερβεί το 2%–2,5% λόγω διαρθρωτικών περιορισμών. «Η
ελληνική οικονομία αναπτύσσεται με έναν αρκετά ικανοποιητικό
ρυθμό, λίγο πάνω από το 2%», είπε, επισημαίνοντας όμως ότι η
θετική μακροοικονομική εικόνα δεν αντανακλάται απαραίτητα
στο επίπεδο των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων.
Το πρόβλημα της
χρηματοδότησης των επιχειρήσεων
Ένα από τα κύρια
διαρθρωτικά προβλήματα, σύμφωνα με το Γραφείο
Προϋπολογισμού, αφορά τη χρηματοδότηση των επιχειρήσεων.
Όπως ανέφερε, η χρηματοδότηση του ιδιωτικού τομέα δεν έχει
ακόμη ανακτήσει την απαιτούμενη δυναμική για να στηρίξει
ιδιωτικές επενδύσεις. Μεγάλες επιχειρήσεις, με επαρκή ίδια
κεφάλαια και πρόσβαση σε διεθνή χρηματοδότηση, μπορούν να
υλοποιούν επενδυτικά σχέδια, όμως οι μικρές και μεσαίες
επιχειρήσεις εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν σημαντικές
δυσκολίες. Το χρηματοδοτικό αυτό κενό αποδίδεται εν μέρει
στο γεγονός ότι ο τραπεζικός δανεισμός δεν έχει επανέλθει
στα προ κρίσης επίπεδα, αν και ο ίδιος εμφανίστηκε
αισιόδοξος ότι θα υπάρξει βελτίωση μέσα στον επόμενο χρόνο.
Οι δυσλειτουργίες
του Δημοσίου
Ο κ. Τσουκαλάς
αναφέρθηκε επίσης στις αδυναμίες του δημόσιου τομέα, τις
οποίες θεωρεί σοβαρό ανασταλτικό παράγοντα για την
οικονομική δραστηριότητα. «Είμαστε καλοί στις νομοθετικές
εξαγγελίες, αλλά υστερούμε στην εφαρμογή», είπε
χαρακτηριστικά. Τόνισε την ανάγκη για ριζικές παρεμβάσεις
ώστε ο δημόσιος τομέας να υποστηρίζει –και όχι να
ανταγωνίζεται– την ιδιωτική πρωτοβουλία, επισημαίνοντας τα
επίμονα γραφειοκρατικά εμπόδια που επιβραδύνουν την
επιχειρηματικότητα.
Το παραγωγικό κενό
Ως προς την
παραγωγικότητα, ο κ. Τσουκαλάς τη χαρακτήρισε «τον πιο
κρίσιμο δείκτη» για την πορεία της ελληνικής οικονομίας.
Υπογράμμισε ότι η Ελλάδα παρουσιάζει σημαντικό παραγωγικό
υστέρημα σε σχέση με την Ευρωζώνη, το οποίο δεν μπορεί να
καλυφθεί εύκολα και αποτελεί συνέπεια τόσο της κρίσης όσο
και προϋπαρχουσών διαρθρωτικών αδυναμιών. Το πρόβλημα
συνδέεται με τον μεγάλο αριθμό μικρών και πολύ μικρών
επιχειρήσεων –συχνά κάτω των δέκα εργαζομένων– που
παρουσιάζουν χαμηλή παραγωγικότητα. «Χωρίς ενίσχυση της
χρηματοδότησης και αύξηση των επενδύσεων, δεν πρόκειται να
δούμε ουσιαστική βελτίωση στην παραγωγικότητα», τόνισε.
Προς μια ταχύτερα
αναπτυσσόμενη οικονομία
Καταλήγοντας, ο κ.
Τσουκαλάς εξήγησε ότι η ελληνική οικονομία είναι σήμερα
«υψηλής έντασης εργασίας», έχοντας επιτύχει ανάπτυξη κυρίως
μέσω της αύξησης της απασχόλησης και των εργατοωρών. Ωστόσο,
για να καταστεί μια πραγματικά ταχέως αναπτυσσόμενη
οικονομία, απαιτείται μετάβαση σε ένα μοντέλο υψηλής έντασης
κεφαλαίου, τεχνολογίας, καινοτομίας και γνώσης.
Ιδιωτικό Χρέος
Αν και σε αυτή τη
χώρα τίποτα δεν μας κάνει πλέον εντύπωση, δεν κρύβουμε ότι,
διαβάζοντας τα παρακάτω στοιχεία –και ειδικά τον αριθμό των
«εξαφανισμένων» οφειλετών– πιάσαμε τον εαυτό μας να
εντυπωσιάζεται για ακόμη μία φορά από το μέγεθος του
φαινομένου, ιδίως αν αναλογιστεί κανείς ότι πρόκειται για
μια χώρα με τόσο μικρό ενεργό πληθυσμό.
Η Ειδική
Γραμματεία Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους του υπουργείου
Οικονομικών επιχειρεί να περιορίσει το υψηλό ποσοστό
αθετήσεων στις ρυθμίσεις του εξωδικαστικού μηχανισμού –
ποσοστό που σε ορισμένες εταιρείες διαχείρισης αγγίζει ακόμη
και το 40%. Στο πλαίσιο αυτό, προχωρά στην αποκάλυψη των
στοιχείων των οφειλετών που δεν τήρησαν τον συμφωνημένο
διακανονισμό, με στόχο τον εντοπισμό τους και την προσπάθεια
επανενεργοποίησης των ρυθμίσεων.
Το πρόβλημα έχει
λάβει διαστάσεις παραλογισμού, καθώς πολλοί δανειολήπτες που
εντάχθηκαν στον εξωδικαστικό υπέβαλαν την αίτησή τους μέσω
συμβούλων, χρησιμοποιώντας ως στοιχεία επικοινωνίας τα
στοιχεία των συμβούλων αντί των δικών τους. Έτσι, παρότι
έχουν δώσει συναίνεση για άρση απορρήτου, η πλατφόρμα
αδυνατεί να αντλήσει αυτόματα τα προσωπικά τους στοιχεία. Η
δυσλειτουργία αυτή αναμένεται να λυθεί με τη διασύνδεση της
πλατφόρμας με το Μητρώο Επικοινωνίας Πολιτών της ΓΓΠΣΔΔ,
δίνοντας στους servicers τη δυνατότητα άμεσης επικοινωνίας
με τον ίδιο τον οφειλέτη ώστε να διερευνηθούν τα αίτια της
αθέτησης και να επιχειρηθεί η αναβίωση της ρύθμισης.
Μέχρι τον Οκτώβριο
είχαν υποβληθεί 78.630 αιτήσεις, εκ των οποίων 45.970
κατέληξαν σε επιτυχή ρύθμιση. Το συνολικό ύψος των οφειλών
που ρυθμίστηκαν ανέρχεται σε 14,6 δισ. ευρώ. Τα ποσοστά
αθέτησης διαφέρουν ανά servicer: η doValue εμφανίζει το
υψηλότερο ποσοστό, που ξεπερνά το 40%, ενώ η Intrum κινείται
κοντά στο 30%.
Άφαντοι 900.000 οφειλέτες
Η δυσκολία
εντοπισμού οφειλετών δεν αφορά μόνο τον εξωδικαστικό αλλά
αποτελεί γενικευμένο πρόβλημα. Συνολικά περίπου 900.000
δανειολήπτες με ληξιπρόθεσμα δάνεια θεωρούνται «χαμένοι» για
τους servicers, καθώς τα στοιχεία επικοινωνίας που είχαν οι
τράπεζες πριν μεταβιβάσουν τα δάνεια έχουν πλέον καταστεί
ανενεργά ή ανακριβή.
Από τους 2,3 εκατ.
οφειλέτες που διαχειρίζονται σήμερα οι εταιρείες, για σχεδόν
το 40% δεν υπάρχει καμία δυνατότητα άμεσης επικοινωνίας.
Αυτό δυσχεραίνει όχι μόνο τη διαχείριση απαιτήσεων ύψους
περίπου 25 δισ. ευρώ, αλλά και κάθε πιθανότητα συναινετικής
λύσης, οδηγώντας μεγάλο αριθμό υποθέσεων σε διαδικασίες
αναγκαστικής εκτέλεσης. Η κατάσταση αυτή αναδεικνύει ότι,
δέκα χρόνια μετά την κορύφωση της κρίσης, η αντιμετώπιση του
ιδιωτικού χρέους παραμένει μια «Λερναία Ύδρα».
Το αδιέξοδο των
ανακοπών
Το θέμα θα
συζητηθεί τη Δευτέρα στην επιτροπή για το ιδιωτικό χρέος, με
συμμετοχή των αρμόδιων υπουργείων και της Τράπεζας της
Ελλάδος. Ιδιαίτερη ανησυχία προκαλεί και η πληθώρα ανακοπών
που κατατίθενται σε διαφορετικά στάδια των πλειστηριασμών,
παγώνοντας τις διαδικασίες ρευστοποίησης και μειώνοντας το
ενδιαφέρον υποψήφιων αγοραστών – εξέλιξη που έχει άμεσες
επιπτώσεις και στο ήδη οξυμένο στεγαστικό πρόβλημα.
Στα δικαστήρια
εκκρεμούν χιλιάδες ανακοπές, συχνά πολλαπλές για το ίδιο
ακίνητο, με δίκες που μετατίθενται ακόμη και μετά το 2030.
Το υπουργείο Δικαιοσύνης σχεδιάζει πλατφόρμα όπου οι πολίτες
θα πρέπει να επικαιροποιήσουν τις αιτήσεις ανακοπής,
δηλώνοντας όλους τους σχετικούς αριθμούς κατάθεσης. Με αυτόν
τον τρόπο θα ομαδοποιηθούν διαφορετικές δίκες που αφορούν το
ίδιο ακίνητο, καθώς σύμφωνα με τις εκτιμήσεις μόνο το ένα
τρίτο των ανακοπών αφορά μοναδικές περιπτώσεις.
Οι πιστωτές
θεωρούν ότι η αποσαφήνιση της νομικής κατάστασης των
ακινήτων θα επιταχύνει τις πωλήσεις, προσφέροντας ασφάλεια
τόσο στον υπερθεματιστή όσο και στον δανειστή. Ακόμη και
μετά την ολοκλήρωση της πώλησης, παραμένει ο κίνδυνος
ακύρωσης λόγω εκκρεμούς ανακοπής, αφήνοντας το ακίνητο και
τον νέο ιδιοκτήτη σε ιδιότυπη «ομηρία».
Μάλιστα
Όσο για τον περιβόητο κ. Φραπέ… Υπάρχει
πραγματικά λόγος να πούμε κάτι; Μάλλον όχι. Καλύτερα να το
δείτε όπως το παρουσίασε ο Luben στο σχετικό video.