Στα 11 δισ. ευρώ διαμορφώνονται οι προσφορές για
το νέο ελληνικό 10ετές ομόλογο, από το οποίο ο
ΟΔΔΗΧ στοχεύει να αντλήσει περίπου 3-3,5 δισ.
ευρώ. Το επιτόκιο για τον νέο τίτλο, λήξεως 18
Ιουνίου του 2032, διαμορφώνεται στις 140
μονάδες βάσης επί των midswaps, σύμφωνα με το
Reuters.
Με νέο 10ετές ομόλογο πραγματοποιεί την «πρεμιέρα»
της στην αγορές η Ελλάδα για φέτος, καθώς
σύμφωνα με σχετική ανακοίνωση, ο ΟΔΔΗΧ έδωσε
εντολή στις έξι τράπεζες αναδόχους – Barclays,
Commerzbank, Eurobank, Morgan Stanley, Nomura
και Societe Generale – να τρέξουν την έκδοση, με
το βιβλίο προσφορών να αναμένεται να ανοίξει,
εκτός απροόπτου, αύριο.
Οι καλύτερες
επιδόσεις για το 2021
έρχονται λίγες ημέρες
μετά την αναβάθμιση των
προοπτικών της ελληνικής
οικονομίας από τον οίκο
αξιολόγησης Fitch και το
πακέτο θετικών νέων
στρώνει το έδαφος της
προετοιμασίας της νέας
εξόδου της Ελλάδας στις
αγορές και την πρώτη της
χρονιάς, με ποσό κοντά
στα 3 δισ. ευρώ.
Σύμφωνα με πηγές του
υπουργείου Οικονομικών
οι εκτιμήσεις φέρνουν
πλέον το έλλειμμα κάτω
του 7% για το 2021 και
έτσι βελτιώνεται
περαιτέρω η εικόνα στο
χρέος – ειδικά αν
επιβεβαιωθούν οι
εκτιμήσεις για ανάκαμψη
πάνω από 7%. Ως προς το
2022 πηγή του υπουργείου
Οικονομικών αναφέρει ότι
παραμένει ο στόχος του
1,4% του ΑΕΠ για
πρωτογενές έλλειμμα και
εξέφρασε αισιοδοξία για
την πορεία της πανδημίας
ενώ για την ακρίβεια
εκτίμησε ότι ο βασικός
δείκτης είναι η πορεία
του φυσικού αερίου.
Ο νέος τίτλος θα
έχει λήξη τον Ιούνιο το
2032, με στόχο να
αποτελεί η επίτευξη ενός
επιτοκίου κάτω του 2%.
Σημειώνεται πως το
10ετές ομόλογο που
εκδόθηκε το 2021 έχει
απόδοση 1,65% ενώ είχε
εκδοθεί με ιστoρικά
χαμηλό επιτόκιο της
τάξης του 0,807% ( στο
0,888% η απόδοση κατά το
re-opening του Ιουνίου)
και με κουπόνι 0,75%.
Η στρατηγική
Αξίζει να
υπενθυμιστεί ότι με βάση
τον προγραμματισμό του,
ο ΟΔΔΗΧ θα κινηθεί φέτος
με στόχο την άντληση 12
δισ. ευρώ, ενώ κατά το
2ο εξάμηνο του 2022
αναμένεται να προχωρήσει
και στην έκδοση «πράσινου»
ομολόγου.
Σύμφωνα με τη
στρατηγική για τη
χρηματοδότηση το 2022,
θα εστιάσει στο να έχει
συνεχή παρουσία στις
διεθνείς αγορές χρέους
και στη μείωση της
σχέσης χρέους/ΑΕΠ με
ενεργητική διαχείριση,
ενώ θα διαφυλαχτεί το
μεγάλο κεφαλαιακό
μαξιλάρι (αυτή τη στιγμή
είναι κοντά στα 37 δισ.
ευρώ).
Με βάση τον
προγραμματισμό, οι
δανειακές ανάγκες
ανέρχονται σε 24,8 δισ.
ευρώ. Αφορούν
αποπληρωμές ομολόγων (8
δισ.), τόκους (4,7 δισ.),
χρηματοδότηση
ελλείμματος (2,7 δισ.),
πρόωρες αποπληρωμές (όπως
ΔΝΤ, διμερή δάνεια, και
έντοκα ύψους 5,2 δισ.)
και άλλες υποχρεώσεις
(4,3 δισ.).
Η χρηματοδότηση
πέραν από τα 12 δισ. που
θα αντληθούν από τις
αγορές θα προκύψει και
από άλλες πηγές, όπως
RFF, CEB, ύψους 4,2 δισ.,
επιστροφές κερδών από τα
ελληνικά ομόλογα (ANFA)
1,3 δισ. ευρώ, έσοδα
ιδιωτικοποιήσεων 0,7 δισ.
ευρώ, ενώ θα μειωθούν
κατά 6,6 δισ. ευρώ τα
διαθέσιμα στο «μαξιλάρι».