Γεννιέται ο
Thomas J. Watson ο γηραιότερος, ένας από τους
πλουσιότερους ανθρώπους της εποχής του και
εκείνος τον οποίο οι New York Times θα
περιγράψουν κατά την είδηση του θανάτου του, το
1956, ως τον καλύτερο πωλητή του κόσμου.
Και όμως, ο Αμερικανός
βιομήχανος που παρέμεινε
επί 42 χρόνια στο τιμόνι
της IBM και τη μετέτρεψε
σε μία παγκόσμια
υπερδύναμη της
τεχνολογίας, φέρεται να
έχει πει: «Πιστεύω ότι
στην παγκόσμια αγορά
μπορούν να πουληθούν
ίσως πέντε υπολογιστές».
Η φράση, η οποία
αποδίδεται ευρέως στον
Watson αμφισβητείται, με
κάποιους να πιστεύουν
ότι πρόκειται για έναν
θρύλο και με τον
Economist να μην μπορεί
να διασταυρώσει την
προέλευσή της. Πάντως,
ακόμα και εάν την είπε,
ο επιχειρηματίας που
θεωρείται ένας από
εκείνους που «έχτισαν»
την αμερικανική
οικονομία, θα ήταν
σωστός τουλάχιστον για
τα επόμενα δέκα χρόνια.
Στις αρχές της δεκαετίας
του 1950, η σημερινή
πραγματικότητα όπου ο
καθένας μας έχει έναν
υπολογιστή στο σπίτι –και
κατά μία έννοια, έναν
ακόμα μέσα στην τσέπη
του- σίγουρα φάνταζε
αδιανόητη.
Το 1955, το περιοδικό
Time έγραφε ότι η IBM
ήταν η μεγαλύτερη
δύναμη στην νεαρή τότε
βιομηχανία των
ηλεκτρονικών υπολογιστών,
αφού ήλεγχε το 25% της
αγοράς των 2 δισ. δολαρίων.
Πρακτικά, αυτό που έκανε
τότε η IBM ήταν να
νοικιάζει τους
γιγαντιαίους υπολογιστές
της που τότε έπιαναν
ολόκληρους ορόφους, αντί
20.000 δολαρίων τον μήνα,
σε οργανισμούς όπως το
αμερικανικό Πολεμικό
Ναυτικό, η Αεροπορία των
ΗΠΑ, η μετεωρολογική
υπηρεσία ή η Lockheed.
Ξεκίνησε πουλώντας πιάνα
Γεννημένος το 1874 στο
Κάμπελ της Νέας Υόρκης,
ο Thomas J. Watson έκανε
τα πρώτα του
επαγγελματικά βήματα
πουλώντας πιάνα και
ραπτομηχανές πόρτα-πόρτα.
Η προσωπική ανέλιξή του,
όμως, ουσιαστικά θα
αρχίσει την 1η Μαΐου του
1914, όταν αναλαμβάνει
πρόεδρος της
Computing-Tabulating-Recording
Company, μιας σχετική
μικρής εταιρείας που
πουλούσε μηχανήματα
πληροφοριών για
επιχειρήσεις, όπως
ρολόγια, πίνακες όπου οι
εργαζόμενοι χτυπούσαν
τις κάρτες τους και
ζυγαριές για τρόφιμα.
Ο Watson αμέσως εστίασε
στην έρευνα, πιστεύοντας
ότι η τάση της
αυτοματοποίησης και της
καταγραφής πληροφοριών
στις επιχειρήσεις θα
εντεινόταν. Και είχε
δίκιο.
Τον Φεβρουάριο του 1924,
η εταιρεία του
συγχωνεύτηκε με την
Business Machines
Corporation και
μετονομάστηκε σε
International Business
Machines.
Η IBM επιβίωσε από το
Κραχ του 1929 και
ευνοήθηκε από τις
πολιτικές του New Deal
της Μεγάλης Ύφεσης.
Ξαφνικά, οι εταιρείες
έπρεπε να κρατούν τους
χρόνους εργασίας των
υπαλλήλων τους, για να
πληρώνουν στο Ταμείο
Κοινωνικής Ασφάλισης των
ΗΠΑ, που μόλις είχε
συσταθεί. Και μόνο η IBM
του Watson είχε την
τεχνολογία που
χρειαζόταν.
Το 1938, ο Watson
βοήθησε να ανοίξει η
πόρτα της εποχής των
υπολογιστών, αναθέτοντας
στον επιστήμονα του
Χάρβαρντ Howard Aiken να
φτιάξει μία ψηφιακή
μηχανή υπολογισμών, το
Mark I.
Κατά τη διάρκεια του Β’
Παγκοσμίου Πολέμου ο
Watson διπλασίασε το
προσωπικό της IBM σε
22.000 άτομα, παρέχοντας
πολεμικό υλικό και
μηχανήματα που
διευκόλυναν σύνθετες
αποφάσεις που είχαν να
κάνουν με τα logistics
του πολέμου. Την εποχή
εκείνη, γράφεται ωστόσο
και μία σκοτεινή σελίδα
στην ιστορία της, καθώς
δικά της μηχανήματα
χρησιμοποιεί το
ναζιστικό καθεστώς της
Γερμανίας για την
καταγραφή των Εβραίων.
Ο πρώτος ηλεκτρονικός
υπολογιστής της IBM, ο
Selective Sequence
Electronic Calculator, ή
«Poppy», παρουσιάζεται
το 1947.
Η θέση της IBM στην
αγορά των υπολογιστών θα
γίνει τόσο κυρίαρχη,
ώστε η αμερικανική
επιτροπή ανταγωνισμού θα
προσφύγει εναντίον της.
Ο Watson θα πεθάνει το
1956, λίγο αφότου τα
ηνία της IBM περάσουν
στα χέρια του γιου του,
Thomas Watson Jr.