Με τη λήξη του
Προγράμματος Αγορών Έκτακτης Ανάγκης για την
Πανδημία (ΡΕΡΡ) της Ευρωπαϊκής Κεντρικής
Τράπεζας ύψους
1,85 τρισ. ευρώ να έχει ορισθεί για τα τέλη
Μαρτίου του 2022, αρχίζουν και πληθαίνουν οι
ανησυχίες αναφορικά με το χρέος των χωρών του
ευρωπαϊκού νότου, της Ελλάδας, της Ιταλίας, της
Ισπανίας και της Πορτογαλίας.
Όπως γράφει το Money
Review,
Οι
λεγόμενες χώρες της
περιφέρειας της Ευρωζώνης,
ευνοήθηκαν στο μέγιστο
βαθμό από την εφαρμογή
του ΡΕΡΡ, καθώς είδαν το
κόστος δανεισμού τους να
διαπραγματεύεται σε
ιστορικά χαμηλά επίπεδα,
βοηθώντας τους με αυτό
τον τρόπο να κινηθούν με
περισσότερους ελιγμούς
στην αγορά των κρατικών
ομολόγων, στην
προσπάθειά τους να
χρηματοδοτήσουν τα μέτρα
στήριξης για τον
κορωνοϊό.
Είναι χαρακτηριστικό ότι
η απόδοση του ελληνικού
δεκαετούς κρατικού
ομολόγου έπεσε για πρώτη
φορά υπό του 1%,
φθάνοντας να
διαπραγματεύεται με
χαμηλότερη απόδοση από
το αντίστοιχο ομόλογο
αναφοράς των ΗΠΑ.
Υπενθυμίζεται ότι βάσει
της εντολής της ΕΚΤ, δεν
της επιτρέπεται να
αγοράζει ομόλογα τα
οποία στερούνται
επενδυτικής διαβάθμισης,
όπως είναι οι ελληνικοί
τίτλοι χρέους, για τους
οποίους κατ’ εξαίρεση η
κεντρική τράπεζα
αποφάσισε να τους
συμπεριλάβει στο έκτακτο
πρόγραμμα για την
πανδημία.
Το
ερώτημα που πλανάται
στις κεφαλαιαγορές είναι
μετά την απόσυρση του
ΡΕΡΡ ποια θα είναι η
πορεία των κρατικών
ομολόγων της περιφέρειας
της Ευρωζώνης, όταν δεν
θα υπάρχουν οι αθρόες
αγορές της ΕΚΤ, καθώς θα
συνεχίσει να υφίσταται
μόνο το πρόγραμμα αγοράς
ομολόγων το οποίο έχει
υιοθετήσει από το 2015 (ΑΡΡ).
Οι επενδυτές και οι
αναλυτές συγκλίνουν προς
την άποψη ότι η ΕΚΤ θα
είναι αναγκασμένη να
διπλασιάσει το μέγεθος
του ΑΡΡ, ούτως ώστε να
αποτρέψει μια απότομη «εκτίναξη»
των αποδόσεων των
ομολόγων. Σε αυτή την
προοπτική οι κεντρικοί
τραπεζίτες του
ευρωπαϊκού βορρά (του
πυρήνα της Ευρωζώνης)
δεν δείχνουν καθόλου
θετικοί.
Μπορεί η επικεφαλής της
ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ να
έχει δηλώσει ότι οι
αγορές θα εξακολουθήσουν
να είναι σημαντικές και
μετά τον Μάρτιο (ερωτηθείσα
για την περίπτωση της
Ελλάδας έχει απαντήσει
ότι θα εξεταστεί με
μεγάλη προσοχή η
περίπτωσή της μετά το
τέλος του ΡΕΡΡ,
αφήνοντας ανοιχτό το
ενδεχόμενο η ΕΚΤ να
συνεχίζει να αγοράζει
ελληνικά ομόλογα).
Ωστόσο, ο κεντρικός
τραπεζίτης της Αυστρίας,
Ρόμπερτ Χόλζμαν, έχει
προτείνει τον τερματισμό
των αγορών από τον
ερχόμενο Σεπτέμβριο, ενώ
από τη μεριά του ο
ομόλογός του της
Ολλανδίας, Κλάας Νοτ,
έχει φροντίσει να
ξεκαθαρίσει ότι το τέλος
του ΡΕΡΡ δεν υποδηλώνει
αύξηση του μεγέθους του
ΑΡΡ.
«Δεν
θα είναι εύκολη η
μετάβαση μετά το τέλος
του ΡΕΡΡ τον Μάρτιο και
η αποφυγή μιας λάθος
προσέγγισης»,
υπογραμμίζει ο Μάουρο
Βέιλ, επικεφαλής
σταθερού εισοδήματος στη
Generali Investments
Partners, υποδεικνύοντας
επίσης τον άνοδο του πληθωρισμού ως
ένα επιπλέον σοβαρό
ζήτημα.
Η
πορεία των spreads
Αυτές οι ανησυχίες
ωστόσο, έχουν αρχίσει να
αποτυπώνονται στην αγορά
των κρατικών ομολόγων
της Ευρωζώνης, με ποιο
χαρακτηριστικό
παράδειγμα την πορεία
των spreads των
αποδόσεων των δεκαετών
τίτλων της περιφέρειας
έναντι του αντίστοιχου
γερμανικού bund, τον
τελευταίο μήνα.
Το
spread της ελληνικής
δεκαετίας (η διαφορά της
απόδοσης έναντι του
γερμανικού δεκαετούς)
τον τελευταίο μήνα έχει
διευρυνθεί κατά 36
μονάδες βάσης και από
τις 111 μονάδες έχει
ανέλθει στις σχεδόν στις
148 μονάδες.
Παρόμοια εικόνα και στο
περιθώριο μεταξύ του
ισπανικού και του
γερμανικού δεκαετούς, με
το άνοιγμα του
τελευταίου μηνός να
φθάνει τις 33 μονάδες
βάσης διαμορφούμενο το
spread στις 72 μονάδες
βάσης περίπου. Αντίστοιχα
το spread του ιταλικού
με του γερμανικού bund
έχει διευρυνθεί κατά 20
μονάδες βάσης τον
τελευταίο μήνα και έχει
διαμορφωθεί στις 120
μονάδες βάσης.
Για
τον αναλυτή της State
Street, Τίμοθι Γκραφ, τα
spread της περιφέρειας
πιθανόν να έφθασαν στα
χαμηλότερα επίπεδα που
θα μπορούσαν το
προηγούμενο διάστημα.
Η
Unicredit από τη μεριά
της υποστηρίζει ότι η
ΕΚΤ θα πρέπει να
πραγματοποιήσει αγορές
ομολόγων ύψους 700 δισ.
ευρώ μέσα στο 2022,
προκειμένου να
διατηρήσει σταθερές τις
χρηματοπιστωτικές
συνθήκες.
Στο
βάθος αύξηση των
επιτοκίων;
Ο
αναλυτής της Bank of
America, Έρζον Σάτκο
πηγαίνει ένα βήμα πιο
μπροστά, υποστηρίζοντας
ότι αν οι αγορές
προεξοφλούν για δύο
αυξήσεις επιτοκίων από
την ΕΚΤ στη διάρκεια του
2022, μια τέτοια κίνηση
μπορεί να υποδεικνύει το
τέλος των αγορών
ομολόφγων από την
κεντρική τράπεζα στα
μέσα του 2022.
Σε
ένα υποθετικό σενάριο με
την ΕΚΤ να αυξάνει το
ΑΡΡ από τα 20 δισ. ευρώ
τον μήνα στα 40 με 50
δισ. η προσφορά των
ομολόγων θα είναι
πλεονάζουσα κατά 150 δισ.
ευρώ το 2022. Κάτι που
έχει να συμβεί από το
2015 και μια συνθήκη που
στο βάθος υποδεικνύει
περισσότερο άνοιγμα στα
spreads, καθώς οι
επενδυτές είναι ξεκάθαρο
ότι θα στραφούν στην
ασφάλεια των ομολόγων
του ευρωπαϊκού βορρά.