Πολλαπλές αναλύσεις δείχνουν ότι οι
αποτελεσματικές παγκόσμιες εκστρατείες
εμβολιασμού, τόσο για την COVID-19 όσο και για
άλλες ασθένειες, έχουν τεράστιες οικονομικές
ανταποδόσεις που επηρεάζουν ολόκληρο τον πλανήτη.
-------------------------
Η Αφρική βιώνει το
χειρότερο έλλειμμα
εμβολίων στον κόσμο.
Μόνο μια μειοψηφία χωρών
-κυρίως εκείνες όπου
παράγονται τα εμβόλια-
πλησιάζει σε επαρκή
επίπεδα εμβολιασμού.
Αλλά η Αφρική έχει κατά
μέσο όρο ακόμη
χαμηλότερα ποσοστά από
άλλες λιγότερο εύπορες
ηπείρους -λιγότερο από
το 1/10 του ποσοστού της
Νότιας Αμερικής και το
1/8 από εκείνο της Ασίας.
Οι περισσότερες
αφρικανικές χώρες έχασαν
τον πρόσφατο στόχο του
εμβολιασμού του 10% του
πληθυσμού τους. Συνολικά,
λιγότερο από το 5% των
Αφρικανών είναι πλήρως
εμβολιασμένοι.
Εμβολιασμός στην
Αμπιτζάν, στην Ακτή
Ελεφαντοστού, τον
Σεπτέμβριο του 2021. Luc
Gnago / Reuters
Αυτή είναι μια
κολοσσιαία παγκόσμια
υγειονομική αποτυχία.
Λαμβάνοντας υπόψη το
πλεόνασμα εμβολίων που
βρέθηκε στις
ανεπτυγμένες οικονομίες,
ειδικά στις Ηνωμένες
Πολιτείες, είναι επίσης
μια ηθική κρίση. Οι
Ηνωμένες Πολιτείες έχουν
αγοράσει 1,2
δισεκατομμύρια δόσεις
εμβολίων, αρκετές για να
εμβολιάσουν ολόκληρο τον
πληθυσμό τους δύο φορές,
και μπορεί να έχουν έως
και 500 εκατομμύρια
επιπλέον δόσεις μέχρι τα
τέλη Οκτωβρίου και
πιθανώς ένα
δισεκατομμύριο έως τον
Δεκέμβριο. Επιπλέον
εμβόλια αρχίζουν να
συσσωρεύονται τόσο
γρήγορα που ένας
αυξανόμενος αριθμός
δόσεων καταστρέφονται.
Η COVAX—η παγκόσμια
σύμπραξη εμβολιασμού
κατά της COVID που
ιδρύθηκε από τον
Παγκόσμιο Οργανισμό
Υγείας (ΠΟΥ), τον
Συνασπισμό για
Καινοτομίες Ετοιμότητας
για Επιδημίες (Coalition
for Epidemic
Preparedness
Innovations), και την
Συμμαχία Εμβολίων GAVI (GAVI
Vaccine Alliance )—
υποτίθεται ότι θα
απέτρεπαν τέτοιες
μεγάλες ανισότητες στον
τομέα των εμβολίων. Οι
χώρες υψηλού και χαμηλού
εισοδήματος
ενθαρρύνθηκαν να
ενταχθούν και η καθεμία
έπρεπε να λάβει μερίδια
δόσεων με βάση το
μέγεθος του πληθυσμού
της και όχι τον πλούτο
της. Αλλά τα πλουσιότερα
κράτη του κόσμου
παρέκαμψαν την COVAX για
να εξασφαλίσουν πρόσβαση
προτεραιότητας σε
περισσότερα εμβόλια από
αυτά που μπορούσαν να
χρησιμοποιήσουν,
βάζοντας τους εαυτούς
τους μπροστά από άλλες
χώρες στην σειρά
παραγωγής. Η Ινδία, ο
μεγαλύτερος παραγωγός
εμβολίων του πλανήτη και
ο κύριος προμηθευτής της
COVAX, απαγόρευσε τις
εξαγωγές εμβολίων για
πέντε μήνες καθώς
αντιμετώπισε ένα
καταστροφικό τρίτο κύμα
λοιμώξεων. Η Κίνα έχει
σε μεγάλο βαθμό
μοιραστεί τα εμβόλιά της
απευθείας με άλλα έθνη,
στέλνοντας πολύ λίγα
μέσω της COVAX.
Η COVAX κατάφερε ακόμα
να διασφαλίσει ότι
κανένα κράτος δεν θα
μείνει εντελώς πίσω και
οι Ηνωμένες Πολιτείες
και άλλες χώρες υψηλού
εισοδήματος θα πρέπει να
συνεχίσουν να εργάζονται
με την πρωτοβουλία. Αλλά
η COVAX έχει παλέψει
πάρα πολύ, υστερώντας
πολύ από τους στόχους
της. Η επίλυση της
ανισότητας στα εμβόλια
[1] και ο επιτυχής
εμβολιασμός όλου του
κόσμου είναι ουσιαστικής
σημασίας για τον
τερματισμό της πανδημίας,
και αυτό σημαίνει την
υιοθέτηση μιας νέας και
διαφορετικής προσέγγισης,
με πιο στοχευμένες και
αποτελεσματικές
συνεργασίες. Στην Αφρική,
αυτό σημαίνει συνεργασία
με έναν οργανισμό
συγκεκριμένα: το Africa
Centers for Disease
Control and Prevention
(CDC).
Το CDC Αφρικής, που
ιδρύθηκε στον απόηχο της
επιδημίας Έμπολα το
2014, έχει ισχυρό
ιστορικό καταπολέμησης
ασθενειών. Για
παράδειγμα, κατά την
διάρκεια της επιδημίας
του Έμπολα [την περίοδο]
2018–20, ο οργανισμός
υποστήριξε την
ιχνηλάτηση επαφών και τα
εργαστήρια που εξέτασαν
δεκάδες χιλιάδες
δείγματα, και εκπαίδευσε
χιλιάδες εργαζόμενους
στον τομέα της υγείας.
Έχει δημιουργήσει
αποτελεσματικά νέα
συστήματα για την κοινή
χρήση πόρων, όπως την
πλατφόρμα ιατρικών
προμηθειών της Αφρικής˙
ενίσχυσε βέλτιστες
πρακτικές,
συμπεριλαμβανομένων
σχημάτων [διαγνωστικών]
τεστ˙ και ανταποκρίθηκε
στην δυναμική της νόσου
την περιοχή μέσω των
Περιφερειακών
Συνεργαζόμενων Κέντρων
(Regional Collaborating
Centers).
Υπάρχουν πολλοί λόγοι
για συνεργασία με το CDC
Αφρικής εκτός από την [συνεργασία
με την] COVAX. Ο
μικρότερος τομέας του
CDC Αφρικής καθιστά τον
οργανισμό πιο
αποτελεσματικό
υλικοτεχνικά από την
COVAX, η οποία
αγωνίστηκε για να
συμβαδίσει με τις
επικοινωνίες και τους
μηχανισμούς της
συνεργασίας με τόσες
πολλές χώρες σε όλο τον
κόσμο. Το CDC Αφρικής
δεσμεύει άμεσα τους
αρχηγούς κρατών, ενώ η
COVAX ασχολείται κυρίως
με τα Υπουργεία Υγείας,
τα οποία συχνά δεν
διαθέτουν το προσωπικό
και την υποστήριξη που
απαιτείται για την
διανομή των εμβολίων.
Και οι δωρεές εμβολίων
στην COVAX απλώνονται σε
ολόκληρο τον κόσμο, ενώ
οι δόσεις που
διανέμονται από το CDC
Αφρικής στοχεύουν στις
χώρες με την πιο έντονη
ανάγκη. Για να
προωθήσουν την παγκόσμια
ισότητα στην υγεία, να
αποτρέψουν την άνοδο
επικίνδυνων νέων
παραλλαγών και να
σταματήσουν να πηγαίνουν
χαμένες πολλές από τις
δόσεις τους, οι Ηνωμένες
Πολιτείες θα πρέπει να
δώσουν μεγάλα μερίδια
από τα πλεονάζοντα
εμβόλια σε αυτόν τον
ισχυρό οργανισμό. Είναι
ο οργανισμός που μπορεί
καλύτερα να βοηθήσει την
Αφρική να φτάσει και,
ελπίζουμε, να επιταχύνει
τον φιλόδοξο στόχο του
να εμβολιάσει το 25% με
30% των κατοίκων της
μέχρι το τέλος του 2021
και το 60% το
συντομότερο δυνατό.
Ο ΣΩΣΤΟΣ ΣΥΝΕΡΓΑΤΗΣ
Η Αφρική δεν ήταν ποτέ
σε θέση να εμβολιάσει
τον πληθυσμό της χωρίς
ισχυρούς εταίρους. Ως η
κατοικία για το 17,8%
του παγκόσμιου πληθυσμού,
η ήπειρος φιλοξενεί
λιγότερο από το 0,1% της
παγκόσμιας παραγωγής
εμβολίων, σύμφωνα με
εκτίμηση του ΠΟΥ.
Εργάζεται για την
ανάπτυξη νέας ικανότητας
[παραγωγής], αλλά θα
περάσουν πολλοί μήνες
μέχρι να διασυνδεθούν
περισσότερα εργοστάσια.
Εκθέσεις [2] δείχνουν
ότι μια νέα μονάδα στην
Σενεγάλη, για παράδειγμα,
πιθανότατα δεν θα
παράγει δόσεις μέχρι το
δεύτερο εξάμηνο του
2022. Ως αποτέλεσμα, η
ήπειρος έχει αναγκαστεί
να βασίζεται σχεδόν εξ
ολοκλήρου στην παραγωγή
στο εξωτερικό. Στην
πραγματικότητα, μέχρι
πρόσφατα, οι σχετικά
λίγες δόσεις που
εμφιαλώνονταν στην
Αφρική αγοράζονταν και
εξάγονταν στην Ευρώπη,
μια λανθασμένη κατανομή
πόρων που είναι τόσο
ασυνείδητη όσο και
επιδημιολογικά αβάσιμη.
Ωστόσο, παρά αυτές τις
προκλήσεις, το CDC
Αφρικής έχει κάνει
σημαντικά βήματα για την
προμήθεια εμβολίων για
την ήπειρο. Το African
Vaccine Acquisition
Trust του οργανισμού
έχει συμβασιοποιήσει 400
εκατομμύρια δόσεις του [εμβολίου
της] Johnson & Johnson,
αρκετές για να
εμβολιάσουν μερικώς
περίπου το ένα τρίτο του
πληθυσμού της ηπείρου.
Ωστόσο, η παράδοση αυτών
των δόσεων στο Trust
έχει αυξηθεί αργά και
αναμένεται να φτάσει
μόνο τα 20 εκατομμύρια
τον μήνα τον Ιανουάριο.
Είναι καιρός οι Ηνωμένες
Πολιτείες και άλλα
πλούσια έθνη να φύγουν
από τη μέση. Αντί να
απαιτούν από τους
κατασκευαστές εμβολίων
να ολοκληρώσουν πρώτα
τις εκκρεμείς
παραγγελίες τους, οι
πλούσιες χώρες θα πρέπει
να λάβουν υπόψη τους το
αίτημα του διευθυντή του
CDC Αφρικής, John
Nkengasong, να βγάλουν
από την προτεραιότητα τα
δικά τους συμβόλαια [3]
υπέρ των αγορών του
Africa CDC -μια
προσέγγιση που ευνοείται
από τον Λευκό Οίκο σε
έγγραφα που διέρρευσαν.
Τα κράτη θα εξακολουθούν
να λαμβάνουν τις δόσεις
τους, αλλά η καθυστέρηση
στην παράδοση θα
αφορούσε χώρες που ήδη
επωφελούνται από
σημαντική κάλυψη
εμβολίων.
Τα πλούσια σε εμβόλια
έθνη θα πρέπει επίσης να
μοιραστούν τα αποθέματά
τους και τις μελλοντικές
τους δεσμεύσεις με την
Αφρική, και η συνεισφορά
μέσω του CDC Αφρικής
έχει πολλά πλεονεκτήματα.
Οι πανδημίες οδηγούνται
από την περιφερειακή
δυναμική [4] και το CDC
Αφρικής κατανοεί καλά
τις ανάγκες της ηπείρου.
Τα διασυνοριακά ταξίδια,
η εποχικότητα, τα
κοινωνικοοικονομικά
χαρακτηριστικά, και
άλλοι παράγοντες
σημαίνουν ότι οι ιοί δεν
σέβονται τα σύνορα και
οι εντατικές επενδύσεις
υλικοτεχνικής
υποστήριξης που
απαιτούνται για τους
εμβολιασμούς σε λιγότερο
κατοικημένες περιοχές θα
ωφεληθούν από μια
περιφερειακή προσέγγιση
που επιτρέπει την ασφαλή
αποθήκευση των δόσεων
μέχρι να μπορέσουν να
παραδοθούν. Με την
συνεχή, άμεση εμπλοκή
του με τους αρχηγούς
κρατών, το CDC Αφρικής
έχει εξαιρετική ματιά
στις επιδημιολογικές
τάσεις και στους
εθνικούς πόρους δημόσιας
υγείας, κάτι που το
καθιστά καλά
τοποθετημένο στο να
κατευθύνει την δουλειά.
(Αντίθετα, πολλοί
εθνικοί ηγέτες έχουν
δυσκολευτεί να
επικοινωνήσουν με την
COVAX.) Η χορήγηση
εμβολίων μέσω του CDC
Αφρικής θα συμβάλει
επίσης στον περιορισμό
των διπλωματικών
επιπτώσεων και των
εθνικών πολιτικών
συγκρούσεων σχετικά με
την κατανομή και την
διαχείριση εμβολίων που
πιθανότατα θα
δαιμονοποιούσαν τις
διμερείς δωρεές των ΗΠΑ.
Ως αξιόπιστη και έγκυρη
υγειονομική οντότητα, το
CDC Αφρικής μπορεί να
βοηθήσει στην επίλυση
ακανθωδών ζητημάτων για
τις χώρες της ηπείρου
σχετικά με θέματα όπως η
καθυστέρηση των δεύτερων
δόσεων ή η ανάμειξη
διαφορετικών τύπων
εμβολίων. Σε χώρες όπου
οι εθνικοί ηγέτες έχουν
υποβαθμίσει την πανδημία
ή έχουν διαδώσει
παραπληροφόρηση για τα
εμβόλια, το CDC Αφρικής
μπορεί να διαδραματίσει
κρίσιμο ρόλο
πιστοποίησης,
επιβεβαιώνοντας την
ασφάλεια και την
αποτελεσματικότητα των
εμβολίων. Ο οργανισμός
μπορεί να αντιμετωπίσει
τις ανησυχίες των
φαρμακευτικών εταιρειών
σχετικά με την ευθύνη
για βλάβες που
σχετίζονται με τα
εμβόλια, βοηθώντας στην
σύνταξη μιας συμφωνίας
αποζημίωσης χωρίς
υπαιτιότητα, κατά το
πρότυπο αυτής που
χρησιμοποιείται ήδη από
την COVAX,
αποζημιώνοντας τους
κατασκευαστές και
διαχειριζόμενος ένα
ταμείο αποζημιώσεων που
οι Ηνωμένες Πολιτείες θα
πρέπει να βοηθήσουν να
χρηματοδοτηθεί.
Το να ζητήσουμε από τα
επιβαρυμένα εθνικά
συστήματα δημόσιας
υγείας να χορηγήσουν
εκατομμύρια δόσεις
εμβολίων θα παρουσιάσει
εξαιρετικές προκλήσεις,
αλλά οι αφρικανικές
χώρες έχουν αποδείξει
την ικανότητά τους να
τις αντιμετωπίζουν. Η
Ρουάντα χορήγησε σχεδόν
350.000 δόσεις του
εμβολίου
Oxford-AstraZeneca σε
τρεις εβδομάδες και η
Αιθιοπία εμβολίασε 15
εκατομμύρια παιδιά κατά
της ιλαράς παρά την
πανδημία και τον βάναυσο
εμφύλιο πόλεμο. Το CDC
Αφρικής μπορεί να
βοηθήσει χρησιμοποιώντας
τα αναλυτικά του
δεδομένα σχετικά με την
υλικοτεχνική ικανότητα
των χωρών της ηπείρου
και την αποδεδειγμένη
ικανότητά του να
υποστηρίζει τις αλυσίδες
εφοδιασμού κατά την
διάρκεια πανδημιών μέσω
οχημάτων όπως η
Πλατφόρμα Ιατρικών
Προμηθειών Αφρικής
(Africa Medical Supplies
Platform).
ΜΙΑ ΣΥΜΜΑΧΙΑ ΓΙΑ ΤΟ
ΜΕΛΛΟΝ
Η διοίκηση Μπάιντεν
φαίνεται να κατανοεί την
ανάγκη να μοιράσει
εμβόλια στην Αφρική,
δεσμευόμενη πρόσφατα να
παραδώσει 17 εκατομμύρια
περισσότερες δόσεις
Johnson & Johnson στην
Αφρικανική Ένωση (αν και
αυτό δεν πλησιάζει καν
το να είναι αρκετό).
Αρχίζει επίσης να
κατανοεί πόσο πολύτιμο
μπορεί να είναι το CDC
Αφρικής. Εκτός από την
υποστήριξη της έκκλησης
του CDC Αφρικής προς
τους κατασκευαστές να
μεταφέρουν τα συμβόλαια
του οργανισμού στην
πρώτη γραμμή, ο Μπάιντεν
ανακοίνωσε πρόσφατα
σχέδια να ορίσει τον
Nkengasong ως επικεφαλής
του Σχεδίου Έκτακτης
Ανάγκης του Προέδρου για
την Ανακούφιση από το
AIDS (President’s
Emergency Plan for AIDS
Relief, PEPFAR). Ο
Μπάιντεν έχει σαφώς
εμπιστοσύνη στην
διοίκηση της ομάδας.
Ο διορισμός του
Nkengasong
αντιμετωπίστηκε με κάπως
ανάμεικτα συναισθήματα
από όσους ανησυχούν ότι
η αποχώρησή του θα
μπορούσε να υπονομεύσει
το έργο μιας κρίσιμης
οργάνωσης σε μια καίρια
στιγμή της πανδημίας.
Αλλά εκτός από μια
εξαιρετική επιλογή για
να ηγηθεί της ναυαρχίδας
της παγκόσμιας
παρέμβασης των ΗΠΑ στον
τομέα της υγείας, η
κίνηση μπορεί τελικά να
κάνει το CDC Αφρικής
ακόμη πιο αποτελεσματικό.
Το PEPFAR είναι το ίδιο
ένα όργανο αντιμετώπισης
πανδημίας, με
τεχνογνωσία και εμπειρία
στην επιτήρηση ασθενειών,
τις επικοινωνίες
δημόσιας υγείας, και τις
κλινικές παρεμβάσεις,
και του οποίου το έργο
ήταν κυρίως στην Αφρική.
Το PEPFAR θα μπορούσε να
χρησιμοποιήσει την
υποδομή του —συμπεριλαμβανομένων
των υπαρχουσών σχέσεών
του με κυβερνήσεις, μη
κυβερνητικούς
οργανισμούς, και
κοινοτικούς οργανισμούς,
καθώς και με κλινικές
και προσωπικό δημόσιας
υγείας— για να
υποστηρίξει το CDC
Αφρικής στον αγώνα του
κατά της COVID-19. Το
PEPFAR είναι ήδη
εξαιρετικά επιτυχημένο
και έχει λάβει καλή
υποδοχή στην ήπειρο. Η
βοήθεια του CDC Αφρικής
στην καταπολέμηση της
πανδημίας θα βασιστεί
στην πολιτική του
κληρονομιά.
Αυτό θα μπορούσε επίσης
να είναι μόνο η αρχή
μιας ακόμη μεγαλύτερης
συνεργασίας μεταξύ των
Ηνωμένων Πολιτειών και
του CDC Αφρικής. Οι
Ηνωμένες Πολιτείες θα
μπορούσαν και θα έπρεπε
να βοηθήσουν τον
οργανισμό να γίνει πιο
αυτάρκης αυξάνοντας την
παραγωγή εμβολίων [5]
στην Αφρική όσο το
δυνατόν γρηγορότερα.
Αυτός είναι ο μόνος
τρόπος που η ήπειρος θα
μπορέσει να
καταπολεμήσει πλήρως όχι
μόνο την COVID-19 αλλά
και την επόμενη πανδημία.
Η ικανότητα παραγωγής
εμβολίων στην ήπειρο θα
αλλάξει επίσης το
παιχνίδι στον αγώνα της
Αφρικής ενάντια στις
ασθένειες που
ταλαιπωρούν τον κόσμο
επί γενιές, όπως η
ελονοσία, για την οποία
ο ΠΟΥ μόλις ενέκρινε ένα
εμβόλιο.
Η ενίσχυση του CDC
Αφρικής δεν θα ωφελήσει
μόνο τους Αφρικανούς.
Πολλαπλές αναλύσεις
δείχνουν ότι οι
αποτελεσματικές
παγκόσμιες εκστρατείες
εμβολιασμού, τόσο για
την COVID-19 όσο και για
άλλες ασθένειες, έχουν
τεράστιες οικονομικές
ανταποδόσεις που
επηρεάζουν ολόκληρο τον
πλανήτη. Τα επόμενα
χρόνια, η ισχύς του CDC
Αφρικής θα είναι επίσης
απαραίτητη για την
αντιμετώπιση μελλοντικών
πανδημιών [6] και την
διαχείριση των
επιπτώσεων της
κλιματικής αλλαγής
παρακολουθώντας τις
αλλαγές στον επιπολασμό
των ασθενειών και στην
γεωγραφία, συντονίζοντας
τις περιφερειακές
αντιδράσεις και
μετριάζοντας τις
υγειονομικές επιπτώσεις
των εκτοπίσεων [πληθυσμών].
Με αυτόν τον τρόπο, ο
οργανισμός θα είναι
κρίσιμος για να
διατηρήσει ολόκληρο τον
κόσμο ασφαλή. Αλλά η
οικοδόμηση της
ικανότητας του CDC
Αφρικής πρέπει να
ξεκινήσει αμέσως, με το
να βοηθηθεί να
εμβολιάσει την ήπειρο
και να τερματίσει την
πανδημία, και αυτό
εξαρτάται από μια
έγκαιρη και ισχυρή
συνεργασία με τις
Ηνωμένες Πολιτείες.
Ο ASHISH JHA είναι
κοσμήτορας της Σχολής
Δημόσιας Υγείας του
Πανεπιστημίου Brown.
Ο ANDREW ILIFF είναι
επιμελητής του κοσμήτορα
της Σχολής Δημόσιας
Υγείας του Πανεπιστημίου
Brown.