Σε αντίθεση με τους κομπασμούς του Τραμπ, οι
εμπορικοί πόλεμοι δεν είναι «καλοί, και εύκολο
να κερδηθούν». Οι καθαρές εξαγωγές, τις οποίες ο
Τραμπ είχε δεσμευτεί να ενισχύσει μέσω των
δασμών, στην πραγματικότητα μειώθηκαν κατά την
διάρκεια της προεδρίας του.
------------------------------
Στις 23 Μαρτίου 2018, ο
πρόεδρος των ΗΠΑ,
Ντόναλντ Τραμπ, επέβαλε
δασμούς 25% στην
εισαγωγή σχεδόν όλου του
ξένου χάλυβα. Αυτοί οι
δασμοί ήταν στην
πραγματικότητα φόροι σε
αμερικανικές εταιρείες
που εισάγουν χάλυβα, και
κοστίζουν σε αυτές τις
εταιρείες σχεδόν 3
δισεκατομμύρια δολάρια
ετησίως. Αλλά ο Τραμπ
διαβεβαίωσε τους
Αμερικανούς ότι οι
δασμοί θα περιορίσουν
τον «αθέμιτο» ξένο
ανταγωνισμό, θα
αναζωογονήσουν την
θεμελιώδη αμερικανική
χαλυβουργία, και θα
ξαναφέρουν χιλιάδες
θέσεις εργασίας με
υψηλές αποδοχές. Πέντε
μήνες αργότερα, κήρυξε
τη νίκη. «Οι δασμοί»,
έγραψε στο Twitter, «είχαν
τεράστια θετική επίδραση
στην χαλυβουργία μας».
Ένα χαλυβουργείο στο
Farrell της Πενσυλβάνια,
τον Μάρτιο του 2018.
Aaron Josefczyk /
Reuters
-------------------------------------------------
Αυτό ήταν απόλυτη
ανοησία. Στην
πραγματικότητα, οι
δασμοί στον χάλυβα ήταν
μια δαπανηρή αποτυχία.
Οι τιμές του χάλυβα
έκλεισαν εκείνο το έτος
14% χαμηλότερα από όσο
όταν ο Τραμπ επέβαλε
τους δασμούς. Κατά την
διάρκεια εκείνης της
περιόδου, η απασχόληση
στις χαλυβουργίες
αυξήθηκε μόλις στο μισό
ποσοστό της συνολικής
αύξησης της απασχόλησης
στον ιδιωτικό τομέα και
οι τιμές των μετοχών των
αμερικανικών
χαλυβουργικών εταιρειών
έπεσαν κατά 20% -ακόμη
και όταν ο δείκτης S&P
500 σημείωσε πτώση μόλις
κατά 5%.
Τα πράγματα γρήγορα
έγιναν ακόμη χειρότερα.
Μέχρι την ημέρα των
εκλογών τον περασμένο
Νοέμβριο, οι τιμές του
χάλυβα ήταν 12%
χαμηλότερες από εκείνες
που ήταν πριν από τους
δασμούς. Όπως δείχνει το
πρώτο γράφημα που
ακολουθεί, η απασχόληση
στον χάλυβα είχε μειωθεί
4,2%, ενώ η συνολική
απασχόληση στον ιδιωτικό
τομέα μειώθηκε μόλις
κατά 1,9% (μια πτώση που
οφείλεται στην πανδημία
της COVID-19). Και, όπως
δείχνει το δεύτερο
γράφημα, οι τιμές των
μετοχών των αμερικανικών
χαλυβουργικών εταιρειών
είχαν χάσει το 28% της
αξίας τους, ακόμη και
καθώς ο δείκτης S&P 500
είχε κερδίσει 24%.
Εν τω μεταξύ, οι δασμοί
προσέδωσαν σ τις
αμερικανικές εταιρείες
που χρησιμοποιούν χάλυβα
ένα ξεχωριστό
ανταγωνιστικό
μειονέκτημα στις
παγκόσμιες αγορές. Και
ενώ 80.000 Αμερικανοί
εργάζονται στην παραγωγή
χάλυβα, περίπου τέσσερα
εκατομμύρια εργάζονται
για εταιρείες που
χρησιμοποιούν χάλυβα -συμπεριλαμβανομένων
εκείνων που
κατασκευάζουν αυτοκίνητα,
αεροπλάνα, μηχανήματα
και μεταποιημένα μέταλλα.
Για τον λόγο αυτό, οι
δασμοί επέβαλαν τεράστιο
κόστος σε ολόκληρο τον
κατασκευαστικό τομέα των
ΗΠΑ.
Αλλά γιατί οι δασμοί επί
του χάλυβα δεν βοήθησαν
τουλάχιστον την
βιομηχανία που
σχεδιάστηκαν για να
προστατεύσουν; Υπάρχουν
τρεις βασικοί λόγοι.
Πρώτον, χώρες που
επλήγησαν από τους
δασμούς του Trump -όπως
ο Καναδάς και το Μεξικό-
αντεπιτέθηκαν [2],
προκαλώντας βουτιά των
εισαγωγών τους από
μέταλλα των ΗΠΑ [3].
Δεύτερον, ο ευρύτερος
εμπορικός πόλεμος του
Trump με την Κίνα και
άλλες χώρες έπληξε [4]
τους κατασκευαστές των
ΗΠΑ με υψηλότερα κόστη
εισαγωγών και χαμηλότερη
ζήτηση εξαγωγών. Αυτά τα
αποτελέσματα με την
σειρά τους μείωσαν τις
εγχώριες πωλήσεις
αμερικανικού χάλυβα.
Τρίτον, η χαλυβουργία
των ΗΠΑ παρέμεινε
λιγότερο αποτελεσματική
από εκείνη άλλων
προηγμένων οικονομιών,
όπως η Αυστρία [5], όπου
η κατασκευή χάλυβα είναι
πιο πολύ
αυτοματοποιημένη. Και
δεδομένων των ταχύτατα
μεταβαλλόμενων
οικονομικών της
παραγωγής χάλυβα, ο
χάλυβας δεν ήταν ποτέ
μια λογική βιομηχανία
στην οποία να γίνεται
προσπάθεια να
ενθαρρυνθεί η αύξηση της
απασχόλησης.
ΠΡΟΧΩΡΩΝΤΑΣ ΜΠΡΟΣΤΑ
Αυτά τα γεγονότα δεν
σημαίνουν ότι ο
αμερικανικός χάλυβας
είναι μια χαμένη υπόθεση.
Στην πραγματικότητα, η
τύχη του κλάδου έχει
βελτιωθεί σημαντικά στο
διάστημα μετά την ήττα
του Trump πέρυσι. Μεταξύ
2 Νοεμβρίου 2020 και 30
Απριλίου 2021, οι τιμές
των μετοχών χάλυβα
σημείωσαν άνοδο 87%,
ξεπερνώντας τα προ των
δασμών επίπεδα για πρώτη
φορά από το 2018. Αυτό
συγκρίνεται με μια
αύξηση μόλις 28% στον
δείκτη S&P 500 κατά την
ίδια περίοδο, όπως
φαίνεται στο παρακάτω
γράφημα.
Η απασχόληση στην
χαλυβουργία έχει επίσης
αυξηθεί κατά 1,4% μέχρι
τον Φεβρουάριο, τον
τελευταίο μήνα για τον
οποίο υπάρχουν διαθέσιμα
στοιχεία, ακόμη και όταν
η συνολική απασχόληση
μειώθηκε κατά 1%. Αυτή η
ανάκαμψη οφείλεται εν
μέρει σε παράγοντες που
δεν έχουν καμία σχέση με
την εκλογή του προέδρου
Joe Biden.
Αντικατοπτρίζει, για
παράδειγμα, τις
μειωμένες προμήθειες
χάλυβα που προέρχονται
από την επαρχία Hebei
της Κίνας [6], μια
περιοχή παραγωγής χάλυβα
που έχει πληγεί σοβαρά
από την πανδημία. Αλλά η
νίκη του Μπάιντεν έπαιξε
αναμφίβολα σημαντικό
ρόλο. Ο Μπάιντεν
δεσμεύθηκε να δαπανήσει
2 τρισεκατομμύρια
δολάρια για τον
εκσυγχρονισμό των
υποδομών των ΗΠΑ. Ο
Τραμπ είχε, φυσικά,
κάνει παρόμοιες
υποσχέσεις κατά την
προεκλογική εκστρατεία
του 2016, αλλά μόλις
κατέλαβε το αξίωμα έχασε
το ενδιαφέρον του. Με
τους Δημοκρατικούς να
ελέγχουν τώρα τον Λευκό
Οίκο και τα δύο σώματα
του Κογκρέσου, ωστόσο,
οι μεγάλες επενδύσεις
στις υποδομές φαίνονται
σχεδόν σίγουρες. Ακόμη
και η τελευταία
αντιπρόταση των
Ρεπουμπλικανών, στα 568
δισ. δολάρια,
αντιπροσωπεύει, κατά τα
ιστορικά πρότυπα, μια
σημαντική δέσμευση. Και
όπως παρατήρησε ένα
εκτελεστικό στέλεχος της
U.S. Steel [7] τον
περασμένο Δεκέμβριο, «ένα
νομοσχέδιο για τις
υποδομές … θα ήταν
καταπληκτικό, τρομερά
χρήσιμο για την
βιομηχανία».
Επιπλέον, η απάντηση του
Μπάιντεν στην πανδημία -από
την παραγωγή και την
διανομή εμβολίων έως την
φορολογική στήριξη των
νοικοκυριών και των
μικρών επιχειρήσεων-
ήταν πολύ πιο ισχυρή από
όσο ήταν εκείνη του
Τραμπ. Και παρόλο που ο
Τραμπ ισχυρίστηκε ότι η
νίκη του Μπάιντεν θα «συντρίψει»
[8] τις αγορές, η
αναμονή για έναν
ταχύτερο τερματισμό της
πανδημίας και της
οικονομικής της ζημίας [που
αυτή επέφερε] υπήρξε η
κινητήρια δύναμη [9]
πίσω από την άνοδο της
αγοράς μετά τις εκλογές.
Τέλος, με τον Μπάιντεν
στον Λευκό Οίκο, υπάρχει
τώρα μια πραγματική
προοπτική ότι οι
εντάσεις στο παγκόσμιο
εμπόριο θα μειωθούν.
Κατά την διάρκεια της [προεκλογικής]
εκστρατείας, ο Μπάιντεν
ήταν προσεκτικός στην
αντιμετώπιση της μοίρας
των δασμών του Τραμπ.
Ωστόσο, ως πρόεδρος,
έχει ήδη κινηθεί για να
αποσύρει [10] τους
δασμούς που επιβάλλονται
στην ΕΕ και το Ηνωμένο
Βασίλειο. Και ο
τερματισμός των
εμπορικών συγκρούσεων με
συμμάχους των ΗΠΑ θα
σήμαινε βελτιωμένες
επιχειρηματικές
ευκαιρίες για την
αμερικανική μεταποίηση -κάτι
που με την σειρά του θα
σήμαινε υψηλότερες
πωλήσεις χάλυβα στις ΗΠΑ
Σίγουρα, η αμερικανική
χαλυβουργία και οι
εργαζόμενοί της
εξακολουθούν να
αντιμετωπίζουν
σημαντικές προκλήσεις. Η
απασχόληση στην
βιομηχανία έχει μειωθεί
από τότε που ο Τραμπ
ανέλαβε τα καθήκοντά του
το 2017 και είναι πιθανό
να συνεχίσει να
μειώνεται με τον
αυξημένο αυτοματισμό. Γι'
αυτό θα ήταν ανόητο να
βασίζεται σε δαπανηρούς
εμπορικούς φραγμούς ή
επιδοτήσεις για την
προστασία θέσεων
εργασίας που είναι πιο
ευάλωτες στις ταχέως
εξελισσόμενες μεθόδους
παραγωγής από όσο στον
ανταγωνισμό από το
εξωτερικό. Ομοίως, θα
ήταν λανθασμένο να
μονωθεί η βιομηχανία για
λόγους «εθνικής
ασφάλειας», όπως έκανε ο
Τραμπ. Πριν από τους
δασμούς του, τα τρία
τέταρτα όλου του
εισαγόμενου χάλυβα
προέρχονταν από χώρες με
τις οποίες οι Ηνωμένες
Πολιτείες έχουν
συμφωνίες αμοιβαίας
ασφάλειας -ιδίως τον
Καναδά, την Γερμανία,
την Ιαπωνία και τη Νότια
Κορέα. Πέρα από το «μην
κάνεις κακό» (“do no
harm”), λοιπόν, η
σοφότερη πορεία που
μπορεί να ακολουθήσει η
διοίκηση Biden είναι να
επεκτείνει την βοήθεια
και την επανεκπαίδευση
για τους απολυμένους
εργαζομένους στο πλαίσιο
προγραμμάτων που
υποστηρίζονται από τον
Νόμο περί Προσαρμογής
στο Εμπόριο (Trade
Adjustment Assistance
Act) και τον Νόμο για
την Καινοτομία και τις
Ευκαιρίες του Εργατικού
Δυναμικού (Workforce
Innovation and
Opportunity Act).
Το ευρύτερο μάθημα που
πρέπει να αντληθεί από
τις αποτυχίες της
εμπορικής πολιτικής κατά
την διάρκεια των ετών
του Τραμπ, ωστόσο, είναι
αυτό προς το οποίο οι
αξιόπιστοι οικονομολόγοι
τόσο της αριστεράς όσο
και της δεξιάς έχουν
παροτρύνει τους
πολιτικούς από την εποχή
της καταστροφής των
δασμών Smoot-Hawley την
δεκαετία του 1930: σε
αντίθεση με τους
κομπασμούς του Τραμπ, οι
εμπορικοί πόλεμοι δεν
είναι «καλοί, και εύκολο
να κερδηθούν». Οι δασμοί
στον χάλυβα απέτυχαν
μοναδικά να
αναζωογονήσουν την
χαλυβουργία των ΗΠΑ.
Στην πραγματικότητα την
πήγαν πίσω μέσω του
υψηλότερου κόστους και
των μειωμένων ευκαιριών
εξαγωγών για τους
Αμερικανούς
κατασκευαστές. Οι
καθαρές εξαγωγές, τις
οποίες ο Τραμπ είχε
δεσμευτεί να ενισχύσει
μέσω των δασμών, στην
πραγματικότητα μειώθηκαν
κατά την διάρκεια της
προεδρίας του. Και έτσι,
ακόμη και όταν
συνεχίζεται η οικονομική
σύγκρουση με την Κίνα, η
αποκατάσταση των
συνεργατικών εμπορικών
σχέσεων γενικώς, καθώς
και οι βελτιωμένες
προοπτικές ανάπτυξης
μέσω των απαραίτητων
επενδύσεων σε υποδομές,
θα πρέπει να θεωρηθούν
ευπρόσδεκτα νέα τόσο για
την βιομηχανία των ΗΠΑ
όσο και για τους
Αμερικανούς εργαζόμενους.
Ο BENN STEIL είναι
διευθυντής Διεθνών
Οικονομικών στο Council
on Foreign Relations και
συγγραφέας του βιβλίου
με τίτλο The Marshall
Plan: Dawn of the Cold
War [1].
Ο BENJAMIN DELLA ROCCA
είναι αναλυτής στο
Council on Foreign
Relations.
Trading
σε ελληνικές μετοχές μέσω
της Πλατφόρμας Συναλλαγών Plus 500 (Κάντε Click και
Κατεβάστε την μοναδική πλατφόρμα συναλλαγών, χωρίς καμία
οικονομική υποχρέωση, περιλαμβάνει και λογαριασμό "επίδειξης"
- Demo).