Οι στρατηγοί της Κούβας έχουν συσσωρεύσει
σημαντική δύναμη και ο ρόλος του κουβανικού
στρατού στην συντριβή των διαδηλώσεων του
Ιουλίου αποδεικνύει ότι θα καταβάλουν μεγάλες
προσπάθειες για να διατηρήσουν την εξουσία τους,
ακόμα κι αν αυτό σημαίνει ότι στρέφουν τα όπλα
τους στους δικούς τους ανθρώπους.
-----------------
Στις αρχές Ιουλίου, η
Κούβα χτυπήθηκε από ένα
καταστροφικό ξέσπασμα
της COVID-19, που
τροφοδοτήθηκε από την
εξάπλωση της παραλλαγής
Δέλτα του ιού, και το
οποίο ώθησε το κρατικό
της σύστημα υγειονομικής
περίθαλψης στο σημείο
της διάλυσης. Μετά από
έναν χρόνο σχετικά
χαμηλών ποσοστών
μόλυνσης, το έθνος της
Καραϊβικής ανέφερε
ξαφνικά τα υψηλότερα
κατά κεφαλήν φορτία
κρουσμάτων στην Λατινική
Αμερική, με την επαρχία
Ματάντζας να
αντιπροσωπεύει σχεδόν τα
μισά από τα αναφερόμενα
κρούσματα στην χώρα.
Hashtags που ζητούν
έκτακτη βοήθεια, όπως το
#SOSMatanzas και το #SOSCuba,
εξαπλώθηκαν στο Twitter.
Χιλιάδες Κουβανοί
κάλεσαν την κυβέρνηση να
ανοίξει έναν
ανθρωπιστικό διάδρομο
που θα επιταχύνει την
άφιξη της διεθνούς
βοήθειας και θα
διευκολύνει τις
ελλείψεις τροφίμων και
φαρμάκων. Αλλά οι ηγέτες
της Κούβας αρνήθηκαν να
το κάνουν, κατηγορώντας
για την κρίση το
εμπάργκο των ΗΠΑ στο
νησί και προσφέροντας
την αδύναμη κομματική
γραμμή ότι οι Κουβανοί
γιατροί «ενισχύονται
στις αντιξοότητες». Αυτό
αποδείχθηκε ότι ήταν η
τελευταία σταγόνα:
κουρασμένοι από την
αδιαφορία του κράτους
για την κατάστασή τους,
οι Κουβανοί βγήκαν στους
δρόμους φωνάζοντας για «ελευθερία»
σε μια άνευ προηγουμένου
εξέγερση που έγινε
πρωτοσέλιδο σε όλο τον
κόσμο.
Στο κέντρο της Αβάνας,
τον Ιούλιο του 2021.
Alexandre Meneghini /
Reuters
Η COVID-19 ήταν ο άμεσος
καταλύτης για το
καλοκαίρι της αναταραχής
στην Κούβα, αλλά οι
ρίζες του λαϊκού θυμού
είναι πολύ βαθύτερες. Η
αυξημένη πρόσβαση στα
μέσα κοινωνικής
δικτύωσης και τις
πληροφορίες, η σκληρή
καταστολή των
αντιφρονούντων και των
ακτιβιστών, και η
εμβάθυνση της
οικονομικής δυσπραγίας
έπαιξαν όλα ρόλο στην
αποδυνάμωση των
ισχυρισμών του
κουβανικού καθεστώτος
για νομιμοποίηση τα
τελευταία χρόνια. Οι
διαμαρτυρίες, επομένως,
δεν θα έπρεπε να
εκπλήσσουν: όσοι βγήκαν
στους δρόμους δεν
ένιωσαν άνευ όρων πίστη
στην επανάσταση ή στην
κληρονομιά του τεθνεώτος
Κουβανού ηγέτη Φιντέλ
Κάστρο [1]. Το κουβανικό
καθεστώς είχε αποτύχει
να τους προσφέρει ένα
μέλλον, και οι
προσπάθειές του να
κατηγορήσει τις Ηνωμένες
Πολιτείες για τις
αποτυχίες του ήταν
αδύναμες.
Αυτό που ήταν εκπληκτικό,
ωστόσο, ήταν ο ρόλος του
στρατού της Κούβας στην
καταστολή των
διαδηλώσεων. Πολλοί
Κουβανοί, τόσο εντός όσο
και εκτός της χώρας,
εξακολουθούν να θεωρούν
τις Επαναστατικές
Ένοπλες Δυνάμεις (FAR)
ως απελευθερωτικό στρατό.
Θεωρούνται ως υπηρέτης
του λαού και εμπνέουν
ευρύ σεβασμό στην
κουβανική κοινωνία. Πριν
από τις διαδηλώσεις,
Κουβανοί πολίτες
εξέφρασαν την πεποίθηση
ότι οι FAR δεν θα
εμπλακούν σε εγχώρια
καταστολή. Αλλά τα
γεγονότα του Ιουλίου
αμφισβήτησαν αυτές τις
υποθέσεις. Οι κουβανικές
ειδικές δυνάμεις,
γνωστές ως Μαύρες Σφήκες,
φέρονται να έπαιξαν
σημαντικό ρόλο στην
κατάπνιξη των
διαδηλώσεων,
συνεργαζόμενες με τις
δυνάμεις του Υπουργείου
Εσωτερικών για την
σύλληψη διαδηλωτών,
πολλοί από τους οποίους
δεν έχουν φανεί έκτοτε.
Η συνεργασία των FAR με
τις κατασταλτικές
υπηρεσίες ασφαλείας του
κράτους κατέστρεψε την
ψευδαίσθηση ότι οι FAR
στέκονται στο πλευρό του
λαού της Κούβας. Αλλά
έχει επίσης αποκαλύψει
τον βαθμό στον οποίο ο
στρατός έχει εδραιώσει
την πολιτική και
οικονομική εξουσία από
τότε που ο πρώην
πρόεδρος Φιντέλ Κάστρο
παραιτήθηκε το 2008 και
παρέδωσε την εξουσία
στον αδελφό του, Ραούλ.
Μη όντας πλέον ένας
απελευθερωτικός στρατός
αφοσιωμένος στην προβολή
της επανάστασης της
Κούβας στο εξωτερικό, οι
FAR είναι τώρα μια
κυρίαρχη πολιτική και
οικονομική δύναμη στο
εσωτερικό, αφοσιωμένη
στην προστασία και
υποστήριξη του
κουβανικού καθεστώτος.
Οι στρατηγοί της Κούβας
έχουν συσσωρεύσει
σημαντική δύναμη [2] και
ο ρόλος των FAR στην
συντριβή των διαδηλώσεων
του Ιουλίου αποδεικνύει
ότι θα καταβάλουν
μεγάλες προσπάθειες για
να διατηρήσουν την
εξουσία τους -ακόμα κι
αν αυτό σημαίνει ότι
στρέφουν τα όπλα τους
στους δικούς τους
ανθρώπους.
ΔΙΟΙΚΗΤΕΣ ΠΟΥ ΕΧΟΥΝ
ΓΙΝΕΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΕΣ
Οι FAR προέκυψαν από τον
κουβανικό επαναστατικό
στρατό που ανέτρεψε την
υποστηριζόμενη από τις
ΗΠΑ κυβέρνηση του
στρατιωτικού δικτάτορα
Fulgencio Batista το
1959. Καθ' όλη την
διάρκεια του Ψυχρού
Πολέμου, οι FAR
εργάστηκαν για να
εξάγουν την επανάσταση
στο εξωτερικό παρέχοντας
βοήθεια σε αντιστασιακές
κυβερνήσεις σε όλο τον
κόσμο. Αυτός ο
στρατιωτικός διεθνισμός
αποτέλεσε την
ραχοκοκαλιά της
εξωτερικής πολιτικής της
Κούβας μέχρι το 1991,
όταν η πτώση της
Σοβιετικής Ένωσης
επέβαλε επανεξέταση του
ρόλου της Κούβας στο
εξωτερικό και του ρόλου
των FAR στο εσωτερικό.
Οι FAR υπέστησαν
μεταμόρφωση μεταξύ 1990
και 1993, η οποία είναι
γνωστή ως «ειδική
περίοδος» της Κούβας,
όταν η κατάρρευση της
Σοβιετικής Ένωσης είχε
ως αποτέλεσμα να
συρρικνωθεί το ΑΕΠ της
Κούβας κατά περίπου 36%.
Προκειμένου να
σταθεροποιηθεί η
κουβανική οικονομία και
να διασφαλιστεί η
κρατική εποπτεία της
οικονομικής
δραστηριότητας της χώρας,
οι FAR ανέλαβαν πολλούς
από τους οικονομικούς
τομείς της Κούβας˙ στην
πορεία, ο στρατιωτικός
τους προϋπολογισμός
μειώθηκε κατά 60%. Μη
ούσες πλέον απλά μια
στρατιωτική δύναμη, οι
FAR συνέχισαν να
διαχειρίζονται μια σειρά
τομέων, όπως ο τουρισμός,
η εγχώρια αγορά
συναλλάγματος, οι
αεροπορικές μεταφορές,
και τα ορυχεία.
Αν και η GAESA [στμ:
Grupo de Administración
Empresarial S.A., η
εταιρεία–ομπρέλα του
κουβανικού στρατού]
είναι κρατική εταιρεία,
οι λογαριασμοί της είναι
εξαιρετικά αδιαφανείς. Η
κουβανική κυβέρνηση
δικαιολογούσε σταθερά το
απόρρητό της
επισημαίνοντας την
απειλή που υποτίθεται
ότι θέτουν οι Ηνωμένες
Πολιτείες, αλλά
πιθανότατα κρύβει το
πόσο βαθιά έχουν
συνυφανθεί ο οικονομικός
μηχανισμός του κράτους
και ο στρατιωτικός
κλάδος του. Οι
επιχειρήσεις της GAESA
σημείωσαν ευρεία
επιτυχία και ο
κουβανικός στρατός
πέτυχε ένα επίπεδο
αποτελεσματικότητας στην
διοίκηση επιχειρήσεων
ανήκουστο σε άλλα μέρη
της κουβανικής πολιτείας.
Αλλά αυτές οι
στρατιωτικές
επιχειρήσεις
απολαμβάνουν
πλεονεκτήματα που δεν
είναι διαθέσιμα για
άλλες εταιρείες:
λαμβάνουν μεγαλύτερους
οικονομικούς πόρους,
προσφέρουν υψηλότερους
μισθούς, και
αντιμετωπίζουν
λιγότερους
γραφειοκρατικούς
περιορισμούς και
λειτουργικά εμπόδια από
όσα οι ανεξάρτητες
επιχειρήσεις.
Η εδραίωση ενός
μονοπωλίου επί της
κουβανικής οικονομίας
από τις FAR επιταχύνθηκε
με την άνοδο του Raúl
Castro στην εξουσία το
2008 -και με την
συνοδευτική άνοδο του
στρατηγού Luis Alberto
Rodríguez López-Calleja,
πρώην γαμπρού του Κάστρο
και επικεφαλής της GAESA.
Ο Κάστρο ήταν επικεφαλής
των FAR από το 1959 και
η στενή προσωπική του
σχέση με τον
López-Calleja εγγυόταν
ότι ο εταιρικός όμιλος
των FAR θα γινόταν ακόμη
ευρύτερος στην Κούβα με
τον νεότερο Κάστρο στο
τιμόνι. Πράγματι, τα
μέτρα του Κάστρο για το
άνοιγμα της οικονομίας
της Κούβας –το να
επιτρέπεται στους
Κουβανούς να διευθύνουν
μικρές, ανεξάρτητες
επιχειρήσεις, όπως
εστιατόρια και μικρά
ξενοδοχεία, για
παράδειγμα- άνοιξαν
επίσης την πόρτα για
ξένες επενδύσεις στον
τουρισμό, έναν τομέα που
ελέγχεται πλήρως από τις
ένοπλες δυνάμεις. Παρόλο
που τα οικονομικά μέτρα
του Κάστρο θεωρήθηκαν
από ορισμένους ως
αποδοχή της προηγούμενης
οικονομικής αποτυχίας
της Κούβας υπό την
αυστηρή κρατική
κυριαρχία, αυτό δεν ήταν
ακριβώς έτσι. Το νέο και
πιο ανοιχτό [3]
οικονομικό σύστημα της
χώρας εξακολουθούσε να
επιβλέπεται σε μεγάλο
βαθμό από το κράτος,
απλώς ήταν το κράτος με
διαφορετικό όνομα: GAESA.
Ο López-Calleja έχει
επιβλέψει την
επιχειρηματική
αυτοκρατορία της GAESA
για πάνω από δύο
δεκαετίες και είναι ένας
από τους πιο ισχυρούς
άνδρες στην Κούβα. Ο
López-Calleja, μαζί με
άλλους Κουβανούς
στρατιωτικούς
αξιωματούχους,
συμπεριλαμβανομένου του
υπουργού των FAR, Álvaro
López Miera, του
υπουργού Εσωτερικών,
Lazaro Alberto Álvarez
Casas, και του
πρωθυπουργού, Manuel
Marrero Cruz, υπηρετούν
στα υψηλότερα επίπεδα
λήψης πολιτικών
αποφάσεων μέσα στο
κουβανικό κράτος.
Είναι αυτή η στρατιωτική
ιεραρχία που πρόκειται
να χάσει τα περισσότερα
σε περίπτωση μιας
αλλαγής στον πολιτικό
έλεγχο. Η αρχική
αποστολή των FAR ήταν να
υπερασπιστούν και να
εξάγουν την Κουβανική
Επανάσταση, αλλά στα
χρόνια από την «ειδική
περίοδο» και μετά, οι
FAR στράφηκαν αντ’ αυτού
στον κουβανικό λαό
προσθέτοντας πολιτική
επιρροή στην υπάρχουσα
οικονομική του ισχύ και
καταστέλλοντας τις
διαφωνίες. Αυτή η
εξέλιξη απηχεί παρόμοια
φαινόμενα σε όλη την
Λατινική Αμερική, όπου η
μεγάλης κλίμακας
στρατιωτικοποίηση του
κράτους δίνει στις
ένοπλες δυνάμεις de
facto εξουσία: η εξουσία
τους παραδίδεται, χωρίς
να απαιτείται να την
κατακτήσουν.
Αντί να επιφέρει άμεση
πολιτική αλλαγή, η
κοινωνική αναταραχή της
Κούβας οδηγεί όχι μόνο
σε αυξημένη καταστολή
και επιτήρηση αλλά και
σε αυξημένη στρατιωτική
επιρροή στην λήψη
πολιτικών αποφάσεων. Η
εξάρτηση του κράτους από
τον στρατό για να το
βοηθήσει να καταστείλει
τις διαδηλώσεις του
Ιουλίου μόνο έχει
ενισχύσει την επιρροή
των FAR: έχουν λίγα
κίνητρα για να
εγκαταλείψουν την
πολιτική τους δύναμη και
τα οικονομικά τους
προνόμια. Και μπορούν να
βασιστούν σε
υποστηρικτές σε όλο τον
κόσμο που εξακολουθούν
να λατρεύουν τα ιδανικά
της κουβανικής
επανάστασης και
διστάζουν να παραδεχτούν
ότι το καθεστώς είναι
απλώς μια ακόμη
στρατιωτική δικτατορία.
ΠΩΣ ΤΕΛΕΙΩΝΕΙ Η ΙΣΤΟΡΙΑ
Όταν κατακαθίσει η σκόνη,
υπάρχουν τρία πιθανά
σενάρια για να
προχωρήσει η Κούβα. Το
πρώτο σενάριο
περιλαμβάνει αυξημένη
καταστολή από την πλευρά
του καθεστώτος για να
εξασφαλίσει την δική του
συνέχεια. Αυτό το
μονοπάτι ακολούθησαν τα
καθεστώτα στην
Λευκορωσία, το Μάλι, τη
Μιανμάρ, και την Τουρκία
και συνήθως οδήγησε σε
μια κρατική εδραίωση της
εξουσίας. Αυτό φαίνεται
να είναι το πιο πιθανό
σενάριο στην Κούβα: το
κράτος έχει ξεκινήσει
συνοπτικές διαδικασίες
για αρκετούς
κρατούμενους ακτιβιστές
χωρίς καμία ευκαιρία
υπεράσπισής τους. Εάν η
Κούβα συνεχίσει αυτόν
τον δρόμο, οι FAR θα
γίνουν πιο κρίσιμες από
ποτέ για την επιβίωση
του καθεστώτος.
Ένα λιγότερο πιθανό
δεύτερο σενάριο
συνεπάγεται επίσης
συνέχεια του καθεστώτος,
αλλά με κάποιο βαθμό
αλλαγής και παραχωρήσεων.
Παραδείγματα χωρών που
ακολούθησαν αυτήν την
τροχιά περιλαμβάνουν το
Μαρόκο και τη Νιγηρία,
όπου περιορισμένες
μεταρρυθμίσεις οδήγησαν
σε ένα ως επί το
πλείστον βιώσιμο status
quo. Αυτός ο δρόμος για
λίγο φάνηκε πιθανός στην
Κούβα μετά τις
διαδηλώσεις του Ιουλίου,
καθώς η κυβέρνηση
επέτρεψε στους Κουβανούς
υπηκόους που επέστρεφαν
στην χώρα να εισάγουν
ζωτικά αγαθά,
συμπεριλαμβανομένων
προμηθειών τροφίμων,
φαρμάκων, και προϊόντων
προσωπικής υγιεινής
χωρίς περιορισμούς. Αλλά
η απόφαση να συντριβούν
οι διαφωνίες υποδηλώνει
ότι το καθεστώς δεν θα
έχει μεγάλη όρεξη για
μακροπρόθεσμες
μεταρρυθμίσεις.
Το τρίτο και το λιγότερο
πιθανό σενάριο
περιλαμβάνει
διαπραγματεύσεις μεταξύ
καθεστώτος και
αντιπολίτευσης. Τα
περισσότερα από τα μέλη
των κύριων
αντιπολιτευτικών ομάδων
παραμένουν στην φυλακή ή
σε κατ' οίκον περιορισμό,
και οι προοπτικές τους
για απελευθέρωση
φαίνονται όλο και πιο
αμυδρές. Το κουβανικό
κράτος αγνόησε
συστηματικά τα αιτήματα
των οικογενειών και των
φίλων τους να παράσχουν
πληροφορίες σχετικά με
τον τόπο των κρατουμένων
των οποίων η τοποθεσία
είναι άγνωστη ή [αιτήματα]
να διαπραγματευτούν την
απελευθέρωσή τους. Και η
εξουσία και η επιρροή
των FAR καθιστούν
απίθανες οποιεσδήποτε
ουσιαστικές
διαπραγματεύσεις με τους
αντιπάλους του κράτους:
έχουν λίγα να κερδίσουν
κάνοντας παραχωρήσεις
και πολλά να χάσουν.
Ο κουβανικός στρατός
εργάστηκε ακούραστα για
να εδραιώσει τον έλεγχό
του επί της οικονομίας
της χώρας και, κατ'
επέκταση, επί των
ανθρώπων της, και το
εμπάργκο των ΗΠΑ έχει
αποδειχθεί ένα όφελος
για αυτήν την προσπάθεια.
Είναι ένας χρήσιμος
αποδιοπομπαίος τράγος
για κάθε οικονομική
δυσπραγία και το να
εμφανίζει τις Ηνωμένες
Πολιτείες ως υπαρξιακό
εχθρό βοηθά να
δικαιολογεί την
διαφαινόμενη επιρροή του
στρατού. Το εμπάργκο
έχει εξαθλιώσει τον
κουβανικό λαό ενώ βοηθά
τις FAR να γίνουν μια
πολιτική και οικονομική
δύναμη. Επιπλέον,
συνέβαλε στην διατήρηση
μιας παγκόσμιας
εξιδανίκευσης της
Κουβανικής Επανάστασης,
βοηθώντας την Κούβα να
παρουσιαστεί ως ένα
μικρό κομμουνιστικό νησί
που αντέχει στον
αμερικανικό ιμπεριαλισμό.
Η άρση του εμπάργκο θα
ωθούσε την κουβανική
κυβέρνηση να αναπτύξει
μια πραγματική
οικονομική στρατηγική.
Θα βοηθούσε επίσης τις
μικρές επιχειρήσεις σε
όλο το νησί, κάτι που θα
αποδεικνυόταν χρήσιμο
αντίβαρο στην επιρροή
των FAR.
Οποιαδήποτε πολιτική
απέναντι στην Κούβα
πρέπει να αποσκοπεί στην
αφαίρεση της εξουσίας
από τους γηράσκοντες
κομμουνιστές στρατηγούς
που έχουν πλουτίσει και
που κρατιούνται στην
εξουσία πάση θυσία. Το
κουβανικό καθεστώς έχει
επιβιώσει από το 61χρονο
εμπάργκο των ΗΠΑ και,
πιο πρόσφατα, από το
κύμα κυρώσεων [4] που
επέβαλε η κυβέρνηση
Τραμπ. Ο Αμερικανός
πρόεδρος, Τζο Μπάιντεν,
καλό θα ήταν να θυμάται
ότι η πολιτική
συμφιλίωσης [5] που
ακολουθούσε ο πρόεδρος
Μπαράκ Ομπάμα
αποδυνάμωσε την
κουβανική κυβέρνηση
περισσότερο από
οποιεσδήποτε κυρώσεις.
Μόνο απογυμνώνοντας το
στρατιωτικό καθεστώς της
Κούβας από την ισχύ,
τους πόρους, και την
επιρροή του, η χώρα
μπορεί να έχει ένα
βιώσιμο μέλλον: ένα
μέλλον που θα βρίσκεται
στα χέρια του λαού της
και όχι των ενόπλων
δυνάμεών της.
Η LAURA TEDESCO είναι
αναπληρώτρια καθηγήτρια
Πολιτικών Επιστημών στην
Madrid Campus του
Πανεπιστημίου Saint
Louis.
Η RUT DIAMINT είναι
κύρια ερευνήτρια στο
Εθνικό Συμβούλιο
Επιστημονικής και
Τεχνολογικής Έρευνας και
καθηγήτρια στο
Universidad Torcuato Di
Tella, στο Μπουένος
Άιρες.
Trading
σε ελληνικές μετοχές μέσω
της Πλατφόρμας Συναλλαγών Plus 500 (Κάντε Click και
Κατεβάστε την μοναδική πλατφόρμα συναλλαγών, χωρίς καμία
οικονομική υποχρέωση, περιλαμβάνει και λογαριασμό "επίδειξης"
- Demo).