|
Πραγματικοί μισθοί
Έχουμε γράψει. Πως
όποτε θα βγαίνουνε σχετικά στοιχεία ή θα βλέπουμε κάποιο
σχετικό δημοσίευμα θα μένουμε στο ζήτημα. Πάμε λοιπόν σε ένα
πρόσφατο δημοσίευμα..
Παρά τις
ονομαστικές αυξήσεις οι πραγματικοί μισθοί στην
Ελλάδα παραμένουν υπό πίεση, με την αγοραστική δύναμη να
υπολείπεται των ευρωπαϊκών. Η χώρα μας βρίσκεται σε χαμηλή
θέση στην ΕΕ αλλά όχι στον πάτο της σχετικής λίστας.
Χώρες όπως η Κύπρος
και η Μάλτα βρίσκονται αρκετά πάνω από την Ελλάδα ενώ η χώρα
μας υπολείπεται κατά πολύ του μέσου όρου της Ευρωπαϊκής
Ένωσης. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Στατιστικής
Αρχής (Eurostat) το 2024, στην ΕΕ, ένας άγαμος χωρίς παιδιά
που κερδίζει το 100% του μέσου μισθού έχει καθαρές απολαβές
της τάξεως των 29.573 ευρώ από τα 43.105 ευρώ ακαθάριστα που
βγάζει.
Κατά μέσο όρο οι
καθαρές απολαβές είναι 29.573 ευρώ και στην Ελλάδα 18.709
ευρώ
Οι ετήσιες καθαρές
αποδοχές ξεπερνούν τα 50.000 € στην Ισλανδία και το
Λουξεμβούργο, ενώ η Βουλγαρία (11.074 €) και η Τουρκία
(11.440 €) καταγράφουν τους χαμηλότερους καθαρούς μισθούς.
Σε πέντε επιπλέον χώρες, οι καθαρές αποδοχές ξεπέρασαν τα
40.000 ευρώ, συμπεριλαμβανομένων της Ολλανδίας, της
Νορβηγίας, της Δανίας, της Ιρλανδίας και της Αυστρίας. Η
Ελβετία αποτελεί εξαίρεση τόσο στους ακαθάριστους όσο και
στους καθαρούς μισθούς, με ποσά που υπερβαίνουν τα 100.000 €
και 85.000 € αντίστοιχα.
Χαμηλές οι καθαρές
αποδοχές στην Ελλάδα
Στην Ελλάδα οι
ετήσιες καθαρές αποδοχές ξεπερνούν τις 18.000 ευρώ με τις
ακαθάριστες αποδοχές να είναι λίγο πάνω από τα 25.000 ευρώ.
Ο μέσος μεικτός μισθός το 2024 έφτασε τα 1.342 ευρώ,
σημειώνοντας αύξηση 7,2% σε σχέση με το 2023 (1.251 ευρώ)
και 28,3% από το 2019 (1.046 ευρώ). Παρά την αύξηση, η χώρα
μας παραμένει χαμηλά στη λίστα της ευρωπαϊκής στατιστικής
υπηρεσίας.
Θα πρέπει να
σημειωθεί πως ο καθαρός μισθός που φτάνει τελικά στο
νοικοκυριό μπορεί να διαφέρει σημαντικά από χώρα σε χώρα. Ο
πιο βασικός λόγος είναι οι διαφορές στη φορολογία και τις
εισφορές κοινωνικής ασφάλισης. Σε ορισμένες χώρες, τα
οικογενειακά επιδόματα έχουν επίσης σημαντικό αντίκτυπο.
Επομένως, πού
παίρνουν οι εργαζόμενοι τις μεγαλύτερες αμοιβές στην Ευρώπη,
και πού καταγράφονται οι μεγαλύτεροι φόροι και κρατήσεις;
|
|
Εργαζόμενοι χωρίς παιδιά
Από την επεξεργασία
(Euronews) των στοιχείων της Eurostat, μεταξύ 31 χωρών,
συμπεριλαμβανομένων όλων των κρατών – μελών της ΕΕ καθώς και
της Ελβετίας, της Νορβηγίας, της Ισλανδίας και της Τουρκίας,
η αναλογία του καθαρού μισθού για εργαζόμενους χωρίς παιδιά
(ετήσιες καθαρές αποδοχές ως ποσοστό των ακαθάριστων
αποδοχών) κυμαίνεται από μόλις 60,3% στο Βέλγιο έως 84,4%
στην Κύπρο.
Επτά χώρες
προσέφεραν λιγότερο από τα δύο τρίτα των ακαθάριστων
αποδοχών ως καθαρό εισόδημα. Βέλγιο (60,3%), Λιθουανία
(61,8%), Γερμανία (62,6%), Ρουμανία (63,1%), Δανία (64,3%),
Σλοβενία (64,4%) και Ουγγαρία (66,5%).
Σε δέκα χώρες, οι
εργαζόμενοι λαμβάνουν τουλάχιστον τα τρία τέταρτα (75%) των
ακαθάριστων αποδοχών τους, γεγονός που τις καθιστά τα
καλύτερα μέρη στην Ευρώπη για υψηλότερες καθαρές αποδοχές.
Η αναλογία ξεπερνά
το 80% στην Κύπρο και την Ελβετία. Άλλες χώρες στον κατάλογο
είναι η Εσθονία (79,5%), η Τσεχία (79%), η Βουλγαρία
(77,6%), η Ισπανία (77,5%), η Σουηδία (76,9%), η Σλοβακία
και η Πολωνία (και οι δύο 75,9%) και η Πορτογαλία (75%). Το
ποσοστό στην Ελλάδα είναι στο 74,2%.
Συγκριτικά, το
ποσοστό στη Γαλλία είναι 71,9% στη Γαλλία και στην Ιταλία
69,6%.
Οι καθαρές αποδοχές
διαφέρουν σε όλη την Ευρώπη, ανάλογα με το αν οι άνθρωποι
έχουν παιδιά και αν το νοικοκυριό έχει έναν ή δύο
εργαζόμενους.
Ζευγάρι με έναν
εργαζόμενο και δύο παιδιά
Για τα ζευγάρια με
δύο παιδιά με έναν μόνο απασχολούμενο, τα ποσοστά του
καθαρού μισθού μετατοπίζονται σημαντικά σε ορισμένες χώρες,
ενώ σε άλλες παραμένουν κοντά στο επίπεδο που ισχύει για
τους άγαμους χωρίς παιδιά.
Σε ολόκληρη την ΕΕ,
ο μέσος όρος του ποσοστού των καθαρών επί των μικτών
αποδοχών είναι 82,6% και κυμαίνεται από 70,4% στη Ρουμανία
έως 107,1% στη Σλοβακία, ακολουθούμενος από 102,5% στην
Πολωνία. Σε αυτές τις δύο χώρες, οι καθαρές αποδοχές στην
πραγματικότητα υπερβαίνουν τις ακαθάριστες αποδοχές. Αυτό
δεν οφείλεται μόνο στα οικογενειακά επιδόματα, αλλά και στην
εφαρμογή ενός «αρνητικού φόρου εισοδήματος», ο οποίος
παρέχει πρόσθετη οικονομική στήριξη και αντανακλά ισχυρές
πολιτικές φιλικές προς την οικογένεια.
Η αναλογία είναι
επίσης πάνω από 90% στην Ελβετία, την Τσεχία, το
Λουξεμβούργο και την Πορτογαλία. Στο κατώτερο άκρο, εκτός
από τη Ρουμανία, πέφτει κάτω από το 75% στην Τουρκία, τη
Δανία και τη Φινλανδία.
Οι μεγαλύτερες
διαφορές σε σύγκριση με τα άγαμα άτομα χωρίς παιδιά
παρατηρήθηκαν στη Σλοβακία (+31,2 ποσοστιαίες μονάδες), την
Πολωνία (+26,6 ποσοστιαίες μονάδες), το Λουξεμβούργο (+22,4
ποσοστιαίες μονάδες) και το Βέλγιο (+19,8 ποσοστιαίες
μονάδες).
Το ποσοστό
παρέμεινε αμετάβλητο στην Τουρκία, ενώ οι μικρότερες
αυξήσεις καταγράφηκαν στην Ελλάδα (+2,4 ποσοστιαίες
μονάδες), την Κύπρο (+4,3 ποσοστιαίες μονάδες), τη Φινλανδία
(+4,6 ποσοστιαίες μονάδες), τη Νορβηγία (+4,8 ποσοστιαίες
μονάδες) και τη Σουηδία (+5,9 ποσοστιαίες μονάδες).
Ζευγάρι με δύο
απασχολούμενους και δύο παιδιά
Κατά μέσο όρο, ένα
ζευγάρι δύο εργαζόμενων με δύο παιδιά στην ΕΕ παίρνει στο
σπίτι το 73,6% των ακαθάριστων αποδοχών του, με το ποσοστό
να κυμαίνεται από 65,8% στο Βέλγιο έως 88,9% στη Σλοβακία.
Σε σύγκριση με τα
άγαμα άτομα χωρίς παιδιά, το ποσοστό παραμένει αμετάβλητο
στην Τουρκία και την Ελλάδα. Η υψηλότερη αύξηση καταγράφηκε
στη Σλοβακία, κατά 13 ποσοστιαίες μονάδες.
Μόνο σε οκτώ χώρες,
η αύξηση ξεπέρασε τις 5 ποσοστιαίες μονάδες, γεγονός που
υποδηλώνει ότι τα οικογενειακά επιδόματα για τα νοικοκυριά
με παιδιά συχνά δεν οδηγούν σε σημαντική αύξηση του μισθού
που μπαίνει στην τσέπη.
|
|
Ανισότητα στην Ευρώπη
Όπως προκύπτει από
τα στοιχεία η εισοδηματική ανισότητα στην Ευρώπη ποικίλλει
σημαντικά μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ.
Ο συντελεστής Gini
μετρά την άνιση κατανομή εισοδήματος, κυμαινόμενος από 0
(πλήρης ισότητα) έως 1 (πλήρης ανισότητα). Στην ΕΕ, ο μέσος
Gini το 2023 ήταν περίπου 0,30, με χώρες όπως η Σλοβακία
(0,22) και η Σλοβενία να παρουσιάζουν τη χαμηλότερη
ανισότητα, ενώ η Βουλγαρία (0,37) και η Λιθουανία (0,36) την
υψηλότερη. Η Ελλάδα κατατάσσεται στην 4η θέση το 2024 με
υψηλό Gini, 2 μονάδες πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.
Χώρες της
Ανατολικής Ευρώπης, όπως η Βουλγαρία, παρουσιάζουν
μεγαλύτερη ανισότητα λόγω χαμηλότερου διάμεσου εισοδήματος,
ενώ οι Σκανδιναβικές χώρες (π.χ. Δανία, Σουηδία) διατηρούν
χαμηλότερα επίπεδα λόγω ισχυρών αναδιανεμητικών πολιτικών.
Η ανισότητα
συνδέεται με περιορισμένη πρόσβαση σε υγεία, εκπαίδευση και
εργασία, ιδιαίτερα για ευάλωτες ομάδες (π.χ. ΑμεΑ, γυναίκες,
νέοι). Στην Ελλάδα, το 11,6% του πληθυσμού αντιμετώπισε
ανεκπλήρωτες ιατρικές ανάγκες το 2024, δεύτερο υψηλότερο
ποσοστό στην ΕΕ.
|
|
Κλιματική Κρίση
Σε ένα διαφορετικό
θέμα τώρα στο καυτό ζήτημα της κλιματικής αλλαγής, όσο και
αν πιστεύουμε πως δε μας αγγίζει.
Σύμφωνα με πρόσφατη
έκθεση του Παγκόσμιου Μετεωρολογικού Οργανισμού (WMO),
υπάρχει 80% πιθανότητα να καταγραφεί νέο παγκόσμιο ρεκόρ
θερμοκρασίας κατά την επόμενη πενταετία. Η εξέλιξη αυτή
αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης ακραίων καιρικών φαινομένων,
όπως ξηρασίες, πλημμύρες και δασικές πυρκαγιές, ενώ εντείνει
τις ανησυχίες για την ανθεκτικότητα των οικοσυστημάτων και
τις επιπτώσεις στην ανθρώπινη υγεία.
Το ενδεχόμενο
υπέρβασης των 2°C δεν είναι πλέον θεωρητικά απίθανο
Για πρώτη φορά, οι
προβλέψεις υποδεικνύουν μικρή —αλλά υπαρκτή— πιθανότητα να
καταγραφεί εντός της δεκαετίας ένα έτος με παγκόσμια μέση
θερμοκρασία 2°C
πάνω από τα προβιομηχανικά επίπεδα. Ένα τέτοιο ενδεχόμενο,
που μέχρι πρότινος θεωρείτο αδύνατο σε τόσο σύντομο χρονικό
διάστημα, θέτει υπό αμφισβήτηση τη δυνατότητα συγκράτησης
της υπερθέρμανσης εντός των συμφωνηθέντων ορίων της
Συμφωνίας των Παρισίων.
Το 2024 ξεπέρασε
για πρώτη φορά το όριο του 1,5°C
Η νέα έκθεση
βασίζεται σε συνδυασμό βραχυπρόθεσμων μετεωρολογικών
παρατηρήσεων και μακροπρόθεσμων κλιματικών προβλέψεων, και
παρουσιάζεται μετά τη θερμότερη δεκαετία που έχει ποτέ
καταγραφεί. Υπογραμμίζει ότι υπάρχει 70% πιθανότητα η μέση
παγκόσμια θερμοκρασία την περίοδο 2025–2029 να υπερβεί το
όριο του +1,5°C
σε σχέση με τα προβιομηχανικά επίπεδα.
Αξίζει να σημειωθεί
ότι η πιθανότητα υπέρβασης του ορίου αυτού τουλάχιστον μία
φορά τα επόμενα πέντε χρόνια ανέρχεται πλέον στο 86%, από
40% το 2020. Το έτος 2024 αποτέλεσε το πρώτο στην ιστορία
όπου η υπέρβαση του 1,5°C
σημειώθηκε σε ετήσια βάση — γεγονός που δεν είχε προβλεφθεί
ούτε από τα πιο απαισιόδοξα σενάρια προ του 2014.
Οι ανισότητες
επιτείνονται καθώς αυξάνεται η θερμοκρασία
Η επικαιροποιημένη
έκθεση, η οποία συντάχθηκε με τη συνδρομή 220 κλιματικών
μοντέλων και 15 επιστημονικών οργανισμών, μεταξύ των οποίων
το Met
Office,
το Barcelona
Supercomputing
Centre και η
Deutscher Wetterdienst,
εξετάζει για πρώτη φορά την πιθανότητα υπέρβασης των 2°C
πριν από το 2030, την οποία εκτιμά σε 1%.
«Είναι
συγκλονιστικό ότι πλέον υφίσταται έστω και μία πιθανότητα να
ξεπεράσουμε το όριο των 2°C», σχολίασε ο Άνταμ Σκέιφ του βρετανικού
Met
Office,
επισημαίνοντας ότι όσο συνεχίζεται η παγκόσμια υπερθέρμανση,
η πιθανότητα αυτή θα αυξάνεται διαρκώς.
Οι επιπτώσεις,
ωστόσο, δεν θα είναι ομοιόμορφες. Η Αρκτική αναμένεται να
βιώσει χειμώνες που θα θερμαίνονται 3,5 φορές ταχύτερα από
τον παγκόσμιο μέσο όρο, εξαιτίας της επιτάχυνσης της τήξης
των πάγων. Το τροπικό δάσος του Αμαζονίου ενδέχεται να
πληγεί από πιο έντονες ξηρασίες, ενώ σε περιοχές όπως η
Νότια Ασία, το Σαχέλ και η Βόρεια Ευρώπη
—συμπεριλαμβανομένου του Ηνωμένου Βασιλείου— προβλέπεται
αύξηση των βροχοπτώσεων.
|