|
00:01 - 05/05/25
|
|
|
|
|
|

|
|
Φόροι
Η συνολική
φορολογική επιβάρυνση (tax wedge) των Ελλήνων μισθωτών με
μέσο εισόδημα και χωρίς παιδιά αυξήθηκε το 2024, ενώ για
τους μισθωτούς με δύο παιδιά η μείωση ήταν πιο περιορισμένη,
σύμφωνα με τα στοιχεία της ετήσιας έκθεσης του ΟΟΣΑ (Taxing
Wages).
Το tax wedge
αναφέρεται στο συνολικό ποσό των φόρων που καταβάλλουν οι
εργαζόμενοι και οι εργοδότες, το οποίο περιλαμβάνει τον φόρο
εισοδήματος και τις ασφαλιστικές εισφορές, μειωμένο κατά τα
επιδόματα που λαμβάνουν οι εργαζόμενοι, ως ποσοστό του
συνολικού κόστους εργασίας.
Για τον Έλληνα
μισθωτό με μέσο εισόδημα και χωρίς παιδιά, το tax wedge
αυξήθηκε το 2024 κατά 0,54 ποσοστιαίες μονάδες, φτάνοντας
στο 39,3%, ενώ η μέση αύξηση για το σύνολο του ΟΟΣΑ ήταν
μικρότερη, μόλις 0,05 ποσοστιαίες μονάδες, στο 34,9%. Η
αύξηση αυτή οφείλεται εξ ολοκλήρου στην αύξηση του φόρου
εισοδήματος, λόγω των αυξημένων ονομαστικών εισοδημάτων
(χωρίς να προσαρμοστεί η φορολογική κλίμακα για τον
πληθωρισμό), ενώ η επιβάρυνση από τις ασφαλιστικές εισφορές
παρέμεινε στα ίδια επίπεδα με το 2023.
Μείωση του
εισοδήματος μετά τη φορολογία
Η αύξηση του φόρου
εισοδήματος, σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, υπερέβη την αύξηση του
πραγματικού μισθού, με αποτέλεσμα το καθαρό εισόδημα των
εργαζομένων να μειωθεί. Συγκεκριμένα, ο πραγματικός μέσος
μισθός αυξήθηκε κατά 1,7% το 2024 (με αύξηση 4,7% στο
ονομαστικό μισθό και πληθωρισμό 3%), ενώ ο μέσος φορολογικός
συντελεστής αυξήθηκε κατά 2,6%.
Οικογένειες με δύο
παιδιά
Για τις οικογένειες
με δύο παιδιά και έναν εργαζόμενο με μέσο εισόδημα, το tax
wedge μειώθηκε ελάχιστα (κατά 0,05 ποσοστιαίες μονάδες),
φτάνοντας το 37,3%, έναντι 25,7% στον μέσο όρο του ΟΟΣΑ. Η
διαφορά αυτή είναι μόλις 2 ποσοστιαίες μονάδες μικρότερη σε
σχέση με τους μισθωτούς χωρίς παιδιά, ενώ η αντίστοιχη
διαφορά για τις χώρες του ΟΟΣΑ είναι μεγαλύτερη από 9
ποσοστιαίες μονάδες.
Για τις οικογένειες
με δύο παιδιά και δύο εργαζομένους (όπου ο ένας έχει το μέσο
μισθό και ο άλλος το 67% του μέσου μισθού), το tax wedge
μειώθηκε κατά 0,27 ποσοστιαίες μονάδες, φτάνοντας το 37,5%,
έναντι 29,5% στον ΟΟΣΑ. Εδώ επίσης, η διαφορά φορολογικής
επιβάρυνσης από τους μισθωτούς χωρίς παιδιά είναι σημαντικά
μικρότερη στην Ελλάδα σε σύγκριση με τον μέσο όρο των χωρών
του ΟΟΣΑ.


|
|
|
|
|
|
|
|

|
|
Ελλάδα: Από τους πιο δυσαρεστημένους λαούς της ΕΕ
Σύμφωνα με την
Έρευνα Εισοδήματος και Συνθηκών Διαβίωσης του 2024 της
ΕΛΣΤΑΤ, η Ελλάδα κατατάσσεται δεύτερη –μετά τη Βουλγαρία–
μεταξύ των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσον αφορά τη
δυσαρέσκεια των πολιτών από την εργασία τους. Η μέση
βαθμολογία ικανοποίησης στην Ελλάδα φτάνει το 6,8 σε κλίμακα
από το 0 έως το 10, έναντι 7,4 που είναι ο μέσος όρος στην
ΕΕ των 27.
Μειωμένη
ικανοποίηση από τη ζωή
Ελαφρώς
επιδεινωμένη εμφανίζεται και η γενική ικανοποίηση των
Ελλήνων από τη ζωή τους. Το 2024, το 25,4% του πληθυσμού
δήλωσε χαμηλό επίπεδο ικανοποίησης (βαθμολογία 0–5), έναντι
23,8% το προηγούμενο έτος. Η Ελλάδα παραμένει μία από τις
λιγότερο ικανοποιημένες χώρες στην Ευρώπη, μετά τη
Βουλγαρία.
Καχυποψία έναντι
των άλλων
Το επίπεδο
εμπιστοσύνης προς τους άλλους ανθρώπους παραμένει χαμηλό.
Παρά τη μικρή βελτίωση από το 40,8% στο 39,2%, ένα μεγάλο
μέρος του πληθυσμού εξακολουθεί να δηλώνει ότι έχει λίγη ή
καθόλου εμπιστοσύνη στους άλλους (βαθμοί 0–4). Ενδεικτικά,
μόνο το 1,4% εκφράζει απόλυτη εμπιστοσύνη (βαθμός 10), ενώ
το 28,7% δηλώνει υψηλά επίπεδα εμπιστοσύνης (βαθμοί 7–9).
Αντίστοιχα, 7,8% των πολιτών δηλώνει μηδενική εμπιστοσύνη.
Η καχυποψία δεν
διαφοροποιείται σημαντικά με βάση τα εισοδήματα: το 39,2%
των φτωχών και το 39,3% των μη φτωχών έχουν αρνητική στάση
εμπιστοσύνης. Πάντως, στους φτωχούς παρατηρείται μείωση
αυτής της καχυποψίας σε σχέση με το 2023 (από 45,6%).
Αύξηση της υλικής
και κοινωνικής στέρησης
Το ποσοστό του
πληθυσμού που βιώνει υλικές στερήσεις ανήλθε στο 14% το 2024
από 13,5% το προηγούμενο έτος, κατατάσσοντας την Ελλάδα στην
τρίτη χειρότερη θέση στην ΕΕ, μετά τη Ρουμανία και τη
Βουλγαρία. Η υλική στέρηση συσχετίζεται άμεσα με τη χαμηλή
ευημερία, την έλλειψη εμπιστοσύνης και την κοινωνική
αποξένωση.
|
|
|
|
|
|
|
|

|
|
Διαβρωμένη εμπιστοσύνη
στους θεσμούς
Η εμπιστοσύνη στους
θεσμούς στην Ελλάδα παραμένει εξαιρετικά περιορισμένη.
Σύμφωνα με την Public Issue (2024), το 70% των πολιτών δεν
εμπιστεύεται τη Δικαιοσύνη, το 78% εκφράζει δυσπιστία προς
τη Βουλή και την Κυβέρνηση, ενώ το 64% δηλώνει έλλειψη
εμπιστοσύνης ακόμη και προς τον θεσμό του Προέδρου της
Δημοκρατίας. Το έλλειμμα εμπιστοσύνης προς τους θεσμούς
φαίνεται πως επηρεάζει καθοριστικά και την εμπιστοσύνη
μεταξύ των πολιτών.
ΟΗΕ: Η εμπιστοσύνη
ως θεμέλιο του κοινωνικού συμβολαίου
Η έκθεση World
Social Report 2025 του ΟΗΕ συνδέει άμεσα την κοινωνική και
θεσμική εμπιστοσύνη με την ποιότητα διακυβέρνησης, την
κοινωνική συνοχή και την κατανομή του εισοδήματος.
Σημειώνεται ότι η έλλειψη εμπιστοσύνης είναι εντονότερη σε
χώρες με υψηλή ανισότητα, χαμηλό εισόδημα και διαφθορά –
συνθήκες που ισχύουν σε μεγάλο βαθμό για την Ελλάδα, όπου το
98% των πολιτών θεωρεί ότι η διαφθορά είναι διαδεδομένο
φαινόμενο και η χώρα κατατάσσεται τέταρτη στην ΕΕ ως προς το
επίπεδο οικονομικής ανισότητας.


|
|
|
|
|
|
|
|

|
|
Ακίνητα
Σημαντική ήταν η
άνοδος των ξένων επενδύσεων στην αγορά ακινήτων το 2024,
σημειώνοντας νέο ιστορικό υψηλό κυρίως χάρη στην αύξηση των
εισροών από χώρες της Ευρώπης. Σύμφωνα με τα στοιχεία της
Τράπεζας της Ελλάδος (ΤτΕ), το 2024 εισέρρευσαν συνολικά από
την Ε.Ε. 990 εκατ. ευρώ, εκ των οποίων 842 εκατ. ευρώ από
χώρες-μέλη της Ευρωζώνης και 148 εκατ. ευρώ από κράτη της
Ε.Ε. που δεν έχουν ενταχθεί στην Ευρωζώνη.
Όπως αναφέρονταν σε
πρόσφατα δημοσιεύματα, πρόκειται για μια αύξηση κατά 52,5%
σε σχέση με το 2023, εξέλιξη που οφείλεται κυρίως στη μεγάλη
αύξηση των επενδύσεων από την Κύπρο (+126%), που άγγιξαν τα
319 εκατ. ευρώ και αποτέλεσαν σχεδόν το 1/3 του συνόλου.
Υπενθυμίζεται ότι
το 2024 αποτέλεσε ακόμη ένα έτος-ρεκόρ σε ό,τι αφορά τις
ξένες επενδύσεις στην αγορά ακινήτων, καθώς εισέρρευσαν
συνολικά κεφάλαια 2,75 δισ. ευρώ, αυξημένα κατά 30% σε σχέση
με το 2023 (2,13 δισ. ευρώ). Από αυτό το ποσό, 1,75 δισ.
ευρώ προήλθε από χώρες εκτός της Ε.Ε., 18,2% περισσότερα από
το 1,48 δισ. ευρώ του 2023. Τα κεφάλαια με «άρωμα» Κίνας
υπολογίζεται ότι διαμορφώθηκαν σε 371 εκατ. ευρώ, ελαφρώς
υψηλότερα από τα 357 εκατ. ευρώ του 2023 και προήλθαν κυρίως
μέσω της αγοράς του Χονγκ Κονγκ.
Με διαφορά, πάντως,
μία από τις σημαντικότερες εξελίξεις είναι η εκρηκτική
άνοδος των αγορών ακινήτων από Τούρκους επενδυτές στην
Αττική. Το 2024 τοποθετήθηκαν κεφάλαια 292 εκατ. ευρώ,
αυξημένα κατά 174% σε σχέση με το 2023, ενώ συνολικά από το
2022 η αύξηση αγγίζει το 380%. Πρόκειται για μια σαφή
ένδειξη της αναζήτησης επενδυτικού «καταφυγίου» στην
ελληνική αγορά ακινήτων από εύπορους Τούρκους που επιθυμούν
να προστατευθούν απέναντι στην πολιτική, καθώς και στη
νομισματική πολιτική της γειτονικής χώρας, όπου ο πολύ
υψηλός πληθωρισμός μειώνει την αξία των καταθέσεων.
Η εξέλιξη αυτή
αποτυπώνεται και στα νούμερα από το πρόγραμμα «χρυσή βίζα»,
που έχει αποτελέσει και τον βασικό «υποδοχέα» των τουρκικών
κεφαλαίων. Στις αρχές του 2024 είχαν χορηγηθεί 800 άδειες σε
Τούρκους επενδυτές, με το νούμερο αυτό να αυξάνεται κατά 84%
μέχρι και τον φετινό Φεβρουάριο, καθώς οι άδειες ανήλθαν σε
1.471. Η Τουρκία βρίσκεται στη δεύτερη θέση με βάση τον
αριθμό των αδειών (πίσω μόνο από την Κίνα), με το μερίδιό
της να διαμορφώνεται πλέον σε 10,9% του συνόλου. Σε σχετική
της ανάλυση η βρετανική εταιρεία επενδυτικής μετανάστευσης
Astons επισημαίνει ότι συνολικά η Ελλάδα προσείλκυσε
κεφάλαια από την Τουρκία 482 εκατ. ευρώ, με τα περισσότερα
εξ αυτών να κατευθύνονται στην αγορά ακινήτων.
Σύμφωνα με τα
στοιχεία της Astons, το 2024 οι Τούρκοι επενδυτές ήταν
υπεύθυνοι για το 15% του συνόλου των αιτήσεων χορήγησης
αδειών διαμονής μέσω του προγράμματος «χρυσή βίζα». Οπως
αναφέρει ο διευθυντής επιχειρηματικής ανάπτυξης της Astons
Ντένις Κραβτσένκο, «η πολιτική και κοινωνική αναταραχή στην
Τουρκία είναι ο σημαντικότερος λόγος για την αυξανόμενη
ζήτηση για προγράμματα “χρυσής βίζας” στο εξωτερικό. Το
έχουμε δει και στο παρελθόν, όπως πρόσφατα στις ΗΠΑ, όταν
μετά τη νίκη του προέδρου Τραμπ πολλοί Αμερικανοί αναζήτησαν
καταφύγιο σε άλλες περιοχές του κόσμου, προκειμένου να
περιορίσουν την εξάρτησή τους από την αμερικανική
οικονομία». Σύμφωνα με τον κ. Κραβτσένκο, η Τουρκία είναι το
πιο πρόσφατο παράδειγμα, καθώς σύμφωνα με τα στοιχεία της
Κεντρικής Τράπεζας της χώρας μόνο τον φετινό Ιανουάριο οι
Τούρκοι πολίτες επένδυσαν 127 εκατ. ευρώ για την αγορά
ακινήτων στο εξωτερικό.
Αλλη μία περίπτωση
χώρας της οποίας οι πολίτες βρίσκονται σε αναζήτηση
επενδυτικού καταφυγίου είναι και το Ισραήλ. Οι επενδύσεις
από εκεί αυξήθηκαν κατά 46,5%, σε 129 εκατ. ευρώ, στην
ελληνική αγορά ακινήτων. Σημαντική άνοδος καταγράφεται
επίσης από τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα κατά 94%, σε 97 εκατ.
ευρώ, ενώ αύξηση κατά 32%, σε 95 εκατ. ευρώ, σημείωσαν και
οι επενδύσεις από τη Βουλγαρία.
Αξίζει να σημειωθεί
ότι η αγορά ακινήτων προσείλκυσε σχεδόν το 1 στα 2 ευρώ που
εισέρρευσαν πέρυσι στην ελληνική οικονομία.
Συγκεκριμένα, με
βάση τα στοιχεία από το ισοζύγιο πληρωμών, το 2024 η αξία
των ξένων επενδύσεων ανήλθε σε 5,97 δισ. ευρώ έναντι 4,48
δισ. ευρώ το 2023. Εξ αυτών, 2,75 δισ. ευρώ αφορούσαν την
απόκτηση ακινήτων, με αποτέλεσμα το μερίδιό τους επί του
συνόλου των ΑΞΕ να διαμορφωθεί σε 46%. Κύρια αιτία για την
εξέλιξη αυτή ήταν, για δεύτερο διαδοχικό έτος, οι αλλαγές
στο πρόγραμμα της «χρυσής βίζας», που ψηφίστηκαν τον Απρίλιο
του 2024 και ξεκίνησαν να εφαρμόζονται από την 1η
Σεπτεμβρίου. Η αύξηση του ελάχιστου ύψους επένδυσης στις
800.000 ευρώ για τη χορήγηση άδειας διαμονής προκάλεσε νέο
κύμα αγορών ακινήτων από ξένους, που θέλησαν να προλάβουν
αυτή την αλλαγή, η οποία ισχύει πλέον στο σύνολο του
λεκανοπεδίου της Αττικής, στη Θεσσαλονίκη, αλλά και στα
νησιά με ελάχιστο πληθυσμό 3.100 μόνιμων κατοίκων. Το
αποτέλεσμα είναι το 2023 οι αιτήσεις χορήγησης αδειών
διαμονής να αυξηθούν σε 8.477, καθώς και τότε είχαν
θεσπιστεί αυξήσεις στο ελάχιστο όριο επένδυσης, ενώ πέρυσι
αυξήθηκαν ακόμη περισσότερο σε 9.411 αιτήσεις. Ουσιαστικά
δηλαδή μέσα σε μία διετία έχουν αποκτηθεί 17.888 ακίνητα,
που αντιστοιχούν σε επενδύσεις ελάχιστου ύψους 4,47 δισ.
ευρώ.
Ωστόσο, όπως
δείχνουν και τα στοιχεία της ΤτΕ, σημαντική κινητικότητα
επέδειξαν και οι Ευρωπαίοι αγοραστές και επενδυτές, με
έμφαση σε δύο κατευθύνσεις, στην απόκτηση εξοχικών κατοικιών
σε διά-φορες περιοχές της χώρας αλ-λά και στην αγορά
επενδυτικών ακινήτων, όπως κατοικίες τουριστικού χαρακτήρα,
είτε καταλύματα βραχυχρόνιας μίσθωσης, είτε εξυπηρετούμενα
διαμερίσματα, που έχουν αποκτήσει σημαντική δημοφιλία τους
τελευταίους μήνες.
|
|
|
|
|
|
|
|

Χαλαρό ενδιαφέρον για τη
δικογραφία Καραμανλή και Σπίρτζη
Έτσι για την
ιστορία τώρα και όπως έγραφε ο Βηματοδότης. Περισσότεροι
είναι οι υπάλληλοι της Βουλής που απασχολούνται για να είναι
επτά μέρες την εβδομάδα πρόσβασιμη η δικογραφία, παρά οι
βουλευτές που την αναζήτησαν. Στο γραφείο έξω από την
αίθουσα «Παύλος Μπακογιάννης» επί 24 ώρου βάσεως υπάρχει
αστυνομικός. Αντίστοιχα μέσα στην αίθουσα 168 του πρώτου
ορόφου του Μεγάρου της Βουλής απασχολούνται για 12 ώρες
καθημερινά επόπτες, ενώ σε επιφυλακή βρίσκεται πάντα
τεχνικός υπολογιστών.
Ωστόσο το
ενδιαφέρον των βουλευτών αποδεικνύεται αντιστρόφως ανάλογο
προς την κινητοποίηση του προσωπικού της Βουλής, ακόμη και
σε σχέση με το πολιτικό ενδιαφέρον και την συζήτηση για μια
επικείμενη Προανακριτική επιτροπή που θα διερευνήσει τυχόν
ποινικές ευθύνες των πρώην υπουργών Μεταφορών Κ. Καραμανλή
και Χρ. Σπίρτζη.
***
Μόλις 11 βουλευτές
την είδαν
Μέχρι το μεσημέρι
της Παρασκευής προσήλθαν συνολικώς 11 βουλευτές από 6
κόμματα (από τη ΝΔ οι Θάνος Πλεύρης, Παναγής Καππάτος και
χθες ο Δημήτρης Μαρκόπουλος, από το ΠΑΣΟΚ η Μιλένα
Αποστολάκη, από τον ΣΥΡΙΖΑ οι Βασίλης Κόκκαλης, Διονύσης
Καλαματιανός και Γιώργος Ψυχογιός, από το ΚΚΕ η Μαρία
Κομνηνάκα, από την Ελληνική Λύση ο Παράσχος Παπαδάκης, από
τη Νέα Αριστερά ο Δημήτρης Τζανακόπουλος καθώς και ο
ανεξάρτητος Κωνσταντίνος Φλώρος).
Ακόμα δεν έχουν δει
τη δικογραφία στη Βουλή κανένας εκπρόσωπος από τρία κόμματα,
τη Νίκη, την Πλεύση Ελευθερίας και τους Σπαρτιάτες. «Εάν θες
να κάνεις σοβαρή δουλειά, πρέπει να έρθεις 4-5 ημέρες, και
να κάτσεις αρκετές ώρες», έλεγε βουλευτής στο διάδρομο έξω
από την αίθουσα 168, που εντός της ημέρας θα ξαναπάει, για
να συνεχίσει τη μελέτη του ανακριτικού υλικού.
Επί τη ευκαιρία να
σας ενημερώσω ότι έλαβε αντίγραφο της δικογραφίας το πρωί
της Παρασκευής ο Χρήστος Σπίρτζης, μετά από σχετικό αίτημα
που είχε υποβάλει την Τετάρτη. Μάλιστα , σύμφωνα με πηγές
της Βουλής, χρειάστηκαν 7 ώρες προκειμένου να μεταφερθεί
όγκος αρχείων ενός Terabyte σε σκληρό δίσκο.
|
|
|
|
|
|