|
00:01 - 07/07/25
|
|
|
|
|
|

|
|
Ακίνητα – Εισοδήματα
Η έντονη ανάκαμψη
της ελληνικής αγοράς ακινήτων έχει οδηγήσει σε αύξηση των
τιμών των κατοικιών με ταχύτερο ρυθμό από αυτόν της ανόδου
των εισοδημάτων των πολιτών, γεγονός που αναδεικνύει ένα
αυξανόμενο πρόβλημα όσον αφορά την εξασφάλιση οικονομικά
προσιτής στέγασης, σύμφωνα με ανάλυση του Κέντρου
Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ)
Όπως επισημαίνεται
στη μελέτη, οι τιμές των κατοικιών στην Ελλάδα ακολουθούν
ανοδική πορεία από το 2018, σημειώνοντας άνοδο 8,7% το 2024,
μετά από μια μακρά περίοδο πτώσης από το 2009 έως το 2017.
Στη σημερινή
συγκυρία, η διαρκής οικονομική μεγέθυνση, η ενίσχυση των
επενδύσεων σε κατοικίες και η εφαρμογή συγκεκριμένων
πολιτικών στον τομέα της ακίνητης περιουσίας συγκαταλέγονται
στους κύριους παράγοντες που συμβάλλουν στην αύξηση των
τιμών. Ιδιαίτερη μνεία γίνεται στο πρόγραμμα «Χρυσή Βίζα»,
το οποίο καθιερώθηκε το 2013 και προσέλκυσε ισχυρό
ενδιαφέρον από ξένους επενδυτές, εντείνοντας τις
αγοραπωλησίες ακινήτων και ωθώντας τις τιμές προς τα πάνω —
κυρίως σε μεγάλες πόλεις όπως η Αθήνα αλλά και σε τουριστικά
"hotspots"
όπως η Μύκονος και η Σαντορίνη.
Η αγορά κατοικιών
απέκτησε και πάλι επενδυτικό χαρακτήρα από το 2018, με τις
μεγαλύτερες συνεισφορές στις καθαρές άμεσες ξένες επενδύσεις
να καταγράφονται το 2022 και το 2023. Ειδικότερα, το 2023
περίπου το 30% των καθαρών άμεσων ξένων επενδύσεων
κατευθύνθηκε στον κλάδο των ακινήτων, ενώ οι τομείς της
μεταποίησης και των χρηματοοικονομικών-ασφαλιστικών
δραστηριοτήτων συγκέντρωσαν 14,2% και 9,1% αντίστοιχα.
Από το 2018 και
έπειτα, οι τιμές των κατοικιών αυξάνονται ταχύτερα από το
διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών. Το φαινόμενο εντάθηκε το
2022 και το 2023, όταν η διαφορά στους ρυθμούς ανόδου μεταξύ
τιμών και εισοδήματος διευρύνθηκε αισθητά. Συγκεκριμένα, το
2023 οι τιμές κατοικιών αυξήθηκαν κατά πέντε ποσοστιαίες
μονάδες περισσότερο από το διαθέσιμο εισόδημα,
επιβεβαιώνοντας την επιδείνωση της πρόσβασης σε προσιτή
στέγαση.
|
 |
|
|
|
|
|
|
|

|
|
Ακίνητα – Εισοδήματα (2)
Πιο αναλυτικά, οι
τιμές κατοικιών αυξήθηκαν κατά 11,9% το 2022 και 13,9% το
2023, ενώ το διαθέσιμο εισόδημα αυξήθηκε κατά 6,4% και 9%
αντίστοιχα. Ένα βασικό μέτρο αξιολόγησης της προσιτότητας
κατοικίας είναι ο δείκτης τιμής προς εισόδημα (price-to-income
ratio),
όπως ορίζεται από τον ΟΟΣΑ: πρόκειται για τον λόγο του
ονομαστικού δείκτη τιμών κατοικιών προς το κατά κεφαλήν
διαθέσιμο εισόδημα. Όταν αυτός ο δείκτης αυξάνεται, σημαίνει
ότι τα σπίτια γίνονται λιγότερο προσιτά. Για το 2024, ο
προσαρμοσμένος δείκτης στην Ελλάδα ανήλθε στο 104,8,
υψηλότερος από τον δείκτη του 2023 (103,3), και στις δύο
περιπτώσεις υπερέβη τον μακροχρόνιο μέσο όρο (100), γεγονός
που δείχνει ότι η αγορά κατοικίας γίνεται ολοένα και πιο
απρόσιτη για τα νοικοκυριά.
Ως αποτέλεσμα αυτής
της εξέλιξης, από το 2022 καταγράφεται μείωση στη ζήτηση
στεγαστικών δανείων, πιθανόν λόγω της ανόδου των επιτοκίων
και των αυξημένων τιμών των κατοικιών. Παράλληλα, η συνολική
χρηματοδότηση μέσω στεγαστικών δανείων εμφανίζει πτωτική
τάση τα τελευταία χρόνια.
Ωστόσο, προγράμματα
επιδότησης, όπως το «Σπίτι μου», αναμένεται να ενισχύσουν
την προσφορά δανείων. Για τον λόγο αυτό, το ΚΕΠΕ
υπογραμμίζει την ανάγκη για στοχευμένες πολιτικές, που θα
εξισορροπούν την προσφορά κατοικιών με τη δυνατότητα
πρόσβασης των πολιτών σε αυτές και θα στηρίζουν τη βιώσιμη
επενδυτική δραστηριότητα στον κλάδο.


|
|
|
|
|
|
|
 |
|
|
|
Μετακινήσεις κεφαλαίων - Καταθέσεις
Σημαντικές
μετακινήσεις κεφαλαίων από τις καταθέσεις προς εναλλακτικές
τοποθετήσεις καταγράφονται και το 2025, εν μέσω πτωτικής
πορείας των επιτοκίων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
Τόσο τα νοικοκυριά όσο και οι επιχειρήσεις στρέφονται σε
επενδυτικές επιλογές με υψηλότερες αποδόσεις, όπως τα έντοκα
γραμμάτια του Ελληνικού Δημοσίου και τα μερίδια Αμοιβαίων
Κεφαλαίων, τα οποία συγκεντρώνουν αυξημένο επενδυτικό
ενδιαφέρον.
Σύμφωνα με
τραπεζικές πηγές, τα τελευταία δύο με τρία έτη ενισχύεται
διαρκώς η απήχηση των προϊόντων Target Maturity – μερίδια
Αμοιβαίων Κεφαλαίων που επενδύουν σε χαρτοφυλάκια ομολόγων
και σταθερού εισοδήματος. Τα προϊόντα αυτά προσφέρονται από
όλες τις συστημικές τράπεζες και αποδίδουν σημαντικά
υψηλότερα κέρδη σε βάθος πενταετίας (και πλέον και
τριετίας), σε σύγκριση με τις παραδοσιακές προθεσμιακές
καταθέσεις. Οι αποδόσεις τους μεταβιβάζονται στους επενδυτές
υπό μορφή μερισμάτων από τους τόκους των υποκείμενων τίτλων.
Καθαρή εισροή ύψους
περίπου 9 δισ. ευρώ σε εναλλακτικά επενδυτικά προϊόντα
Το 2024, οι καθαρές
επενδύσεις των ελληνικών νοικοκυριών σε έντοκα γραμμάτια και
μερίδια επενδυτικών οργανισμών ανήλθαν σε περίπου 9 δισ.
ευρώ, σύμφωνα με τα στοιχεία των χρηματοπιστωτικών
λογαριασμών. Στις τοποθετήσεις αυτές περιλαμβάνονται μερίδια
Αμοιβαίων Κεφαλαίων, καθώς και κεφάλαια εταιρειών επενδύσεων
χαρτοφυλακίου και επενδύσεων σε ακίνητη περιουσία.
Οι ελληνικές
επιχειρήσεις το ίδιο διάστημα προσανατολίστηκαν κυρίως σε
έντοκα γραμμάτια και σε μακροπρόθεσμους κρατικούς τίτλους –
όπως τα δεκαετή ομόλογα – με τις σχετικές τοποθετήσεις να
ανέρχονται σε περίπου 1,9 δισ. ευρώ. Αντίθετα, τα νοικοκυριά
κατεύθυναν σημαντικά μεγαλύτερο μέρος των κεφαλαίων τους σε
μερίδια Αμοιβαίων Κεφαλαίων.
Η τάση ενισχύεται
και το 2025
Η μετατόπιση
κεφαλαίων προς εναλλακτικές επενδυτικές επιλογές διατηρείται
έντονη και κατά το 2025, ενδεχομένως σε μεγαλύτερη κλίμακα,
καθώς – σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία έως τα τέλη
Απριλίου – οι εισροές σε χρεόγραφα και άλλες τοποθετήσεις
συνεχίζουν να αυξάνονται. Την ίδια στιγμή, τα συνολικά
υπόλοιπα των καταθέσεων εμφανίζουν στασιμότητα ή και μερική
υποχώρηση.
Η Τράπεζα της
Ελλάδος επισημαίνει ότι η περαιτέρω μείωση των επιτοκίων
φέτος φαίνεται να λειτουργεί ως καταλύτης για τη μεταφορά
κεφαλαίων από προθεσμιακές καταθέσεις – οι οποίες έληγαν –
σε επενδύσεις με υψηλότερες αποδόσεις.
Παρά την αύξηση των
καταθέσεων νοικοκυριών σε ετήσια βάση (Απρίλιος 2025 έναντι
Απριλίου 2024), στο διάστημα Ιανουαρίου – Απριλίου 2025
παρατηρείται υποχώρηση σε σχέση με τον Δεκέμβριο 2024.
Συγκεκριμένα, το συνολικό ύψος των καταθέσεων που είχε
αγγίξει πενταετές υψηλό στα 203,62 δισ. ευρώ τον Δεκέμβριο,
μειώθηκε στα 198,36 δισ. ευρώ τον Απρίλιο, παραμένοντας
πάντως υψηλότερο από τα επίπεδα του Νοεμβρίου.
Αντίστοιχα, οι
καταθέσεις και τα repos νοικοκυριών και επιχειρήσεων, από
195,5 δισ. ευρώ τον Δεκέμβριο, μειώθηκαν στα 191 δισ. ευρώ
τον Απρίλιο. Οι προθεσμιακές καταθέσεις, αν και διατηρούνται
σε υψηλό επίπεδο, κατέγραψαν πτώση κατά τους πρώτους μήνες
του 2025. Η Τράπεζα της Ελλάδος καταγράφει συνολική
υποχώρηση των ιδιωτικών καταθέσεων κατά 4,9 δισ. ευρώ στο
πρώτο τετράμηνο, έναντι μείωσης 4,2 δισ. ευρώ την ίδια
περίοδο πέρυσι. Ως αποτέλεσμα, το συνολικό υπόλοιπο των
ιδιωτικών καταθέσεων διαμορφώθηκε στα 198,4 δισ. ευρώ τον
Απρίλιο 2025.
Νοικοκυριά και
επιχειρήσεις: Διαφορετικά πρότυπα
Η μείωση των
καταθέσεων νοικοκυριών περιορίστηκε στα 1,2 δισ. ευρώ το
πρώτο τετράμηνο του 2025, έναντι 1,5 δισ. ευρώ πέρυσι. Η ΤτΕ
αποδίδει την εξέλιξη αυτή στη σημαντική επιβράδυνση της
αύξησης του διαθέσιμου εισοδήματος, αλλά και στο αρνητικό
πραγματικό επιτόκιο των καταθέσεων – που έχει διατηρηθεί σε
αρνητικό έδαφος για πάνω από τρία έτη – το οποίο ευνοεί τη
στροφή προς επενδυτικά προϊόντα με καλύτερες αποδόσεις.
Από την πλευρά των
επιχειρήσεων, οι καταθέσεις μειώθηκαν κατά 3,8 δισ. ευρώ στο
τετράμηνο, έναντι 2,6 δισ. ευρώ την αντίστοιχη περίοδο του
2024. Η εξέλιξη αποδίδεται στην εποχική μεταβλητότητα των
επιχειρηματικών καταθέσεων στις αρχές κάθε έτους. Ωστόσο, σε
ετήσια βάση, η αυξητική πορεία των επιχειρηματικών
καταθέσεων διατηρείται, γεγονός που αντανακλά την ενίσχυση
της πιστωτικής επέκτασης, αλλά και την αύξηση του κύκλου
εργασιών και των ταξιδιωτικών εισπράξεων που συνεχίστηκε και
στο πρώτο τετράμηνο του 2025.
Καταθέσεις μίας
ημέρας: Πρωταγωνιστές στη μείωση
Το 75% των
ιδιωτικών καταθέσεων αφορά ρευστά διαθέσιμα σε λογαριασμούς
μίας ημέρας. Η συνολική πτώση των καταθέσεων στο πρώτο
τετράμηνο του 2025 προήλθε κυρίως από αυτές (-2,8 δισ.
ευρώ), αντανακλώντας τη γνωστή εποχικότητα. Σε μικρότερο
βαθμό συνέβαλαν και οι προθεσμιακές καταθέσεις (-2,1 δισ.
ευρώ), των οποίων η ποσοστιαία μείωση είναι εντονότερη,
δεδομένου του μικρότερου όγκου τους.
|
|
|
|
|
|
|
|

|
|
Αγορά Εργασίας
Σε μια αγορά
εργασίας όπου κυριαρχούν η διαρκής κινητικότητα, η
αβεβαιότητα και οι υψηλές απαιτήσεις, σχεδόν ένας στους δύο
Έλληνες δηλώνει ότι βρίσκεται σε φάση αναζήτησης νέας
επαγγελματικής ευκαιρίας. Αυτό καταγράφεται στην Έρευνα
Καριέρας Υποψηφίων και Εργαζομένων του kariera.gr, η οποία
πραγματοποιήθηκε σε συνεργασία με το Τμήμα Διοικητικής
Επιστήμης και Τεχνολογίας του Οικονομικού Πανεπιστημίου
Αθηνών.
Την ίδια ώρα, οι
επιχειρήσεις δυσκολεύονται να καλύψουν ακόμα και βασικές
θέσεις εργασίας. Η φαινομενικά αντιφατική αυτή
πραγματικότητα αποτέλεσε το επίκεντρο της εκδήλωσης Xecutive
Xperience του kariera.gr, που συγκέντρωσε κορυφαία στελέχη
επιχειρήσεων (C-Level) με στόχο τον διάλογο γύρω από τις
στρατηγικές και τις προκλήσεις του μέλλοντος της εργασίας.
Η έρευνα
αναδεικνύει έντονη κινητικότητα στην αγορά, ιδίως από
γυναίκες και νεότερους εργαζομένους, οι οποίοι εμφανίζονται
πιο δραστήριοι στην αναζήτηση εργασίας.
Ωστόσο, η εμπειρία
των υποψηφίων κατά τη διαδικασία πρόσληψης είναι συχνά
αποθαρρυντική. Μεταξύ των βασικών προβλημάτων
περιλαμβάνονται οι ασαφείς περιγραφές θέσεων, η έλλειψη
ενημέρωσης μετά τις συνεντεύξεις και οι απρόσωπες,
αυτοματοποιημένες διαδικασίες επιλογής, που περιορίζουν την
ανθρώπινη επαφή.
Αν και η αναζήτηση
εργασίας βασίζεται κυρίως σε ψηφιακές πλατφόρμες, όπως το
LinkedIn, οι εταιρικές ιστοσελίδες και τα job boards,
παρατηρείται μεγαλύτερη εμπιστοσύνη σε ανεπίσημα δίκτυα
επαφών και συστάσεις, τα οποία εξακολουθούν να παίζουν
καθοριστικό ρόλο.
Κατά την αποδοχή ή
την απόρριψη μίας πρότασης εργασίας, οι υποψήφιοι λαμβάνουν
υπόψη κυρίως το οικονομικό σκέλος, τη συνάφεια με τα
ενδιαφέροντά τους και τις δυνατότητες εξέλιξης. Παρ’ όλα
αυτά, η εργασιακή ικανοποίηση συνδέεται σε μεγαλύτερο βαθμό
με ποιοτικά χαρακτηριστικά του εργασιακού περιβάλλοντος,
όπως η αναγνώριση, η αξιοκρατία, ο σεβασμός και η
επικοινωνία με τη διοίκηση, παράγοντες που συχνά
παραγνωρίζονται από τις επιχειρήσεις.
Μαζική αναζήτηση με
περιορισμένη ικανοποίηση
Σύμφωνα με την
έρευνα, το 47% των συμμετεχόντων βρίσκεται σε ενεργή
αναζήτηση εργασίας, ενώ το 20,5% δεν αναζητά καθόλου εργασία
τη δεδομένη χρονική στιγμή. Οι γυναίκες και οι νεότερες
ηλικιακά ομάδες καταγράφουν υψηλότερα ποσοστά κινητικότητας.
Οι περισσότεροι
συμμετέχοντες (46%) ενδιαφέρονται για θέσεις γραφείου, ενώ
άλλοι προσανατολίζονται προς τον τομέα του Ανθρώπινου
Δυναμικού (22%) και των Πωλήσεων (19%).
Ως κύρια κανάλια
αναζήτησης αναδεικνύονται το LinkedIn (65%), οι ιστοσελίδες
καριέρας των εταιρειών (63%) και τα job boards (61%).
Περίπου ένας στους
δύο (56%) βρήκε εργασία εντός τριμήνου, ενώ το 34% βρήκε
εργασία μέσα σε 4 έως 12 μήνες. Από τους υποψήφιους που
έλαβαν προσφορά, το 14% την απέρριψε, με κυριότερους λόγους
τις χαμηλές αποδοχές (68%) και το ανεπαρκές πακέτο παροχών
(36%)
|
|
|
|
|
|
|
|

|
|
Παράγοντες αποχώρησης και παραμονής
Οι συχνότεροι λόγοι
οικειοθελούς αποχώρησης από μια εργασία είναι μια πιο
ελκυστική οικονομική πρόταση (66%), η υπερβολική πίεση
(56%), η προβληματική σχέση με τον προϊστάμενο (55%), η
έλλειψη αναγνώρισης (48%) και η αναζήτηση καλύτερης
ισορροπίας προσωπικής και επαγγελματικής ζωής (43%).
Αντίθετα, οι
βασικοί λόγοι παραμονής σε έναν οργανισμό είναι οι
ικανοποιητικές αποδοχές (60%), η εργασιακή ισορροπία (59%),
η σταθερότητα και ασφάλεια (56%), η οικονομική ευρωστία της
εταιρείας (41%) και οι προοπτικές εξέλιξης (38%).
Η εργασιακή
ικανοποίηση σχετίζεται πρωτίστως με μη υλικούς παράγοντες
όπως η αξιοκρατία, ο σεβασμός, η συνεργατική κουλτούρα και η
σωστή επικοινωνία με τη διοίκηση – στοιχεία που ενισχύουν τη
συνολική εμπλοκή και την επαγγελματική ευημερία.
Οι απόψεις των
στελεχών
Κατά τη διάρκεια
της εκδήλωσης πραγματοποιήθηκε συζήτηση με συμμετοχή
στελεχών της αγοράς, εστιάζοντας στις στρατηγικές HR και στα
συμπεράσματα της έρευνας.
Η Εμμανουέλα
Καραμαλή, διευθύντρια Ανθρώπινου Δυναμικού της AEGEAN,
αναφέρθηκε στις δυσκολίες εύρεσης εξειδικευμένων στελεχών
στον τομέα των αερομεταφορών, όπως αεροσυνοδοί, τεχνικοί και
μηχανικοί. Η απόσταση από το αεροδρόμιο προσθέτει επιπλέον
εμπόδια, ωστόσο η εταιρεία επενδύει σε ανταγωνιστικές
αποδοχές και σε ένα θετικό εργασιακό περιβάλλον που προάγει
την ασφάλεια και τον σεβασμό.
Τόνισε επίσης τη
σημασία της ανάπτυξης προσωπικού μέσω εκπαιδεύσεων,
μεταπτυχιακών επιδοτήσεων και της συνεχούς προσαρμογής στις
καλές πρακτικές της αγοράς, προκειμένου να παραμείνει η
AEGEAN ελκυστικός εργοδότης.
Ο καθηγητής Ιωάννης
Νικολάου από το Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών σημείωσε πως,
παρότι ο μισθός είναι σημαντικός, δεν αποτελεί τον μόνο
παράγοντα που κινητοποιεί έναν εργαζόμενο. Η φάση ζωής
επηρεάζει τις προτεραιότητες: σταθερότητα, ωράριο και
ασφάλεια αποκτούν συχνά μεγαλύτερη σημασία. Επισήμανε,
τέλος, ότι οι νέοι απόφοιτοι αναζητούν περισσότερο σταθερές
δομές, γι’ αυτό και στρέφονται σε θέσεις γραφείου με
προβλέψιμη καθημερινότητα.
|
|
|
|
|
|