|
00:01 - 16/10/25
|
| |
|
|
|

Αρκετά σοβαρό θέμα
Σημαντικά
χαμηλότερα επίπεδα ικανοποίησης και εμπιστοσύνης προς τον
τρόπο λειτουργίας των επιχειρήσεων όπου απασχολούνται, σε
σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, εμφανίζουν οι Έλληνες
εργαζόμενοι. Οι μεγαλύτερες αδυναμίες εντοπίζονται στη
διαφάνεια, στη δικαιοσύνη και στον σεβασμό προς την
προσωπικότητα και τις ικανότητές τους.
Για πρώτη φορά η
Great Place to Work Greece –το ελληνικό τμήμα του διεθνούς
οργανισμού που αξιολογεί εργασιακά περιβάλλοντα και
αναγνωρίζει εταιρείες με υψηλή εταιρική κουλτούρα και
σχέσεις εμπιστοσύνης– δεν περιορίστηκε στη μελέτη των
κορυφαίων εργοδοτών, αλλά εξέτασε και τη «μέση ελληνική
επιχείρηση».
Η έρευνα «European
Trust Index 2024», που παρουσιάζεται αποκλειστικά από την
εφημερίδα, αποτυπώνει πώς βιώνουν οι εργαζόμενοι την
καθημερινή τους εργασία σε 21 ευρωπαϊκές χώρες, μεταξύ αυτών
και η Ελλάδα. Τα αποτελέσματα καταδεικνύουν μια ανησυχητική
εικόνα: μόλις το 44% των Ελλήνων δηλώνει ικανοποιημένο από
το εργασιακό του περιβάλλον, έναντι 59% του ευρωπαϊκού μέσου
όρου. Οι μεγαλύτερες αποκλίσεις εντοπίζονται στην αίσθηση
δικαιοσύνης και σεβασμού — δύο βασικούς παράγοντες για τη
διαμόρφωση εμπιστοσύνης στους χώρους εργασίας. Το εύρημα
αυτό λειτουργεί ως προειδοποίηση για τις ελληνικές
επιχειρήσεις, οι οποίες καλούνται να επενδύσουν περισσότερο
στη διαφάνεια, στην ηθική ηγεσία και στη δημιουργία σχέσεων
εμπιστοσύνης με τους εργαζομένους τους.
Ο γενικός
διευθυντής της Great Place to Work Ελλάδας, Δημήτρης
Γκανούδης, εξηγεί ότι οι έρευνες των προηγούμενων ετών
δείχνουν πως οι καλύτερες ελληνικές εταιρείες (Best
Workplaces Greece) δεν υστερούν έναντι των αντίστοιχων
ευρωπαϊκών (Best Workplaces Europe), καθώς εφαρμόζουν
σύγχρονες πρακτικές διοίκησης, προσφέρουν ανταγωνιστικές
αμοιβές, παροχές και ευκαιρίες εξέλιξης. Το ερώτημα, ωστόσο,
είναι πώς συγκρίνεται μια «μέση» ελληνική επιχείρηση με μια
αντίστοιχη ευρωπαϊκή — γεγονός που αποτέλεσε τη βάση για τη
νέα έρευνα, στην οποία συμμετείχαν εργαζόμενοι από
επιχειρήσεις άνω των 10 ατόμων σε όλη την Ευρώπη.
Σύμφωνα με τα
αποτελέσματα, το συνολικό ποσοστό ικανοποίησης στην Ελλάδα
ανέρχεται μόλις στο 44%, έναντι 59% στην Ευρώπη, τη
χαμηλότερη επίδοση μεταξύ των χωρών που συμμετείχαν. Οι
επιμέρους δείκτες δείχνουν επίσης σημαντικές διαφορές:
Αξιοπιστία: 49%
Ελλάδα – 56% Ευρώπη
Σεβασμός: 46%
Ελλάδα – 55% Ευρώπη
Δικαιοσύνη: 46%
Ελλάδα – 56% Ευρώπη
Υπερηφάνεια: 53%
Ελλάδα – 59% Ευρώπη (η μικρότερη διαφορά)
Συναδελφικότητα:
51% Ελλάδα – 61% Ευρώπη
Οι μεγαλύτερες
αποκλίσεις παρατηρούνται στην αίσθηση σεβασμού και
δικαιοσύνης, δύο στοιχεία που συνδέονται άμεσα με τη
δέσμευση και την παραγωγικότητα των εργαζομένων.
|
|
|
|
|
|
|
|

Ακόμη πιο ανησυχητικά
…
Ακόμη πιο
ανησυχητικά είναι τα ευρήματα που αφορούν τη διοίκηση των
επιχειρήσεων. Οι Έλληνες εργαζόμενοι σε χαμηλότερα ποσοστά
δηλώνουν ότι:
Ενημερώνονται
επαρκώς για σημαντικές αλλαγές (49% έναντι 54%).
Λαμβάνουν σαφείς
απαντήσεις στις ερωτήσεις τους (45% έναντι 58%)
Τυγχάνουν
εμπιστοσύνης για να εκτελούν αυτόνομα τη δουλειά τους (51%
έναντι 63%).
Επιπλέον, η
διοίκηση εμφανίζεται συχνότερα στην Ελλάδα να μην τηρεί τις
υποσχέσεις της (45%) και να μην επιδεικνύει συνέπεια μεταξύ
λόγων και πράξεων (επίσης 45%), σε σύγκριση με την υπόλοιπη
Ευρώπη.
Οι Έλληνες
εργαζόμενοι, ωστόσο, δίνουν μεγαλύτερη βαρύτητα σε αξίες που
σχετίζονται με την ηθική ηγεσία. Σε σχέση με τους Ευρωπαίους
συναδέλφους τους, θεωρούν σημαντικότερο ο CEO να
επιδεικνύει:
Ακεραιότητα και
ηθική (42% Ελλάδα – 32% Ευρώπη).
Φροντίδα για την
ανάπτυξη και ευημερία των εργαζομένων (42% – 37%).
Διαφάνεια και
καθαρή επικοινωνία (38% – 35%).
Επομένως, για τον
μέσο Έλληνα εργαζόμενο, η ηγεσία δεν κρίνεται μόνο με βάση
την αποτελεσματικότητα, αλλά και με γνώμονα τις αξίες και τη
συμπεριφορά προς το ανθρώπινο δυναμικό.
Τέλος, η έρευνα
αναδεικνύει ότι οι Έλληνες εργαζόμενοι εμφανίζουν έλλειμμα
ενημέρωσης σχετικά με την αξιοποίηση της τεχνητής νοημοσύνης
στις επιχειρήσεις και τη σύνδεση των εταιρικών αποφάσεων με
τη βιώσιμη ανάπτυξη (ESG). Η διαπίστωση αυτή υπογραμμίζει
την ανάγκη για καλύτερη επικοινωνία και εκπαίδευση, καθώς οι
δύο αυτοί τομείς αναμένεται να διαδραματίσουν καθοριστικό
ρόλο στην ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας στο μέλλον.
Συνολικά, η έρευνα
λειτουργεί ως «καμπανάκι» για την ελληνική επιχειρηματική
κοινότητα, αναδεικνύοντας υστέρηση σε επίπεδο εμπιστοσύνης,
διαφάνειας και ηγεσίας. Αν οι ελληνικές επιχειρήσεις
επιθυμούν να συγκλίνουν με την υπόλοιπη Ευρώπη, οφείλουν να
επενδύσουν στη συνέπεια λόγων και πράξεων, στην ανάπτυξη του
ανθρώπινου δυναμικού και στην ορθή αξιοποίηση της
τεχνολογίας και των βιώσιμων πρακτικών.
|
|
|
|
|
|
|
|

Ενοικιαστές – Ιδιοκτήτες
Ολο και χειρότερη
γίνεται η κατάσταση ανάμεσα σε ενοικιαστές και ιδιοκτήτες,
με αποκορύφωμα την πρόσφατη περίπτωση ξυλοδαρμού οικογένειας
ενοικιαστών από τον ιδιοκτήτη του ακινήτου, εξαιτίας
οικονομικών διαφορών. Ασφαλώς πρόκειται για ένα ακραίο και
μεμονωμένο παράδειγμα, πλην όμως καταδεικνύει τον βαθμό της
έντασης που έχει δημιουργηθεί μεταξύ των δύο πλευρών, ως
αποτέλεσμα των μεγάλων αυξήσεων των τιμών των ενοικίων και
των εκατέρωθεν λανθασμένων πρακτικών και συμπεριφορών, που
εντείνουν τη δυσπιστία και το έλλειμμα συνεννόησης.
Όπως σημειώνει
ρεπορτάζ της Καθημερινής, χαρακτηριστικές είναι οι
περιπτώσεις που αναδύονται από μαρτυρίες σε ομάδες
ενοικιαστών και ιδιοκτητών στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, με
αφορμή την υποχρεωτική καταβολή των ενοικίων μέσω τραπέζης
από την 1η Ιανουαρίου 2026. Οπως φαίνεται από το πλήθος των
αναρτήσεων, η πρακτική της καταβολής μέρους ή και του
συνόλου των ενοικίου «τοις μετρητοίς» και «από χέρι σε χέρι»
είναι ιδιαίτερα διαδεδομένη, σε σημείο που μάλιστα έχει
φτάσει να αποτελεί και… όρο των μισθωτηρίων συμβολαίων που
υπογράφηκαν τα προηγούμενα χρόνια. Ετσι, η αλλαγή αυτή έχει
σηματοδοτήσει νέες εστίες προστριβών ανάμεσα σε ενοικιαστές
και εκμισθωτές, ιδίως από τη στιγμή που οι πρώτοι επιθυμούν
να λάβουν το νέο επίδομα ενοικίου και το 2026 (για φέτος θα
μπορέσουν να το εισπράξουν ακόμα κι αν οι καταβολές έχουν
γίνει εξωτραπεζικά).
Η Α.Φ. αναφέρει ότι
η ιδιοκτήτρια του ακινήτου που μισθώνει αρνείται την
τραπεζική καταβολή του ενοικίου, προβάλλοντας απίθανες
δικαιολογίες. «Δεν μπορώ, είμαι ηλικιωμένη γυναίκα και δεν
μπορώ να τρέχω στα ΑΤΜ, φοβάμαι. Αν ήξερα ότι θες επίδομα,
δεν θα σ’ το έδινα το σπίτι. Αν το θέλεις τόσο πολύ,
προχωράμε σε λύση συμβολαίου». Σημειωτέον ότι πρόκειται για
νέα μίσθωση, διάρκειας μόλις ενός μήνα, και μάλιστα στο
συμβόλαιο υπάρχει όρος καταβολής του ενοικίου σε μετρητά.
Οταν η Α.Φ. επέμεινε, η ιδιοκτήτρια επανέλαβε και πάλι την
άρνησή της, λέγοντας ότι «δεν πάω στην τράπεζα. Με
σπρώχνουν».
Αλλοι ιδιοκτήτες
πάλι, επιχειρούν να αυξήσουν τις τιμές των ενοικίων που
έχουν συμφωνήσει, ακριβώς λόγω του νέου επιδόματος. Ο Γ.Π.
βρίσκεται στη διαδικασία της ανανέωσης του συμβολαίου του
και του ζητήθηκε αύξηση, επειδή ο ιδιοκτήτης του πίστευε ότι
ο μισθωτής του θα πάρει το νέο επίδομα ενοικίου κι επειδή
«αλλού ζητούν 700 ευρώ για γκαρσονιέρες».
Αλλος ενοικιαστής,
ο Π.Κ., εκφράζει το παράπονό του ότι μόλις ο ιδιοκτήτης του
έμαθε ότι πήρε 50 ευρώ αύξηση, προχώρησε σε αντίστοιχη
αύξηση του ενοικίου. «Κυκλοφορούν τα νέα κι όταν ο άλλος
ξέρει τι δουλειά κάνεις και ξέρει τι αυξήσεις θα λάβεις, σου
επιφυλάσσει μια μεγάλη έκπληξη. Δηλαδή, ό,τι κερδίσουμε,
πρέπει οπωσδήποτε να το δώσουμε στο ενοίκιο». Η περίπτωση
αυτή απηχεί μια δεδομένη πραγματικότητα, όπου κάποιοι
–ευτυχώς όχι πολλοί– ιδιοκτήτες επιχειρούν να «αφαιμάξουν»
τους ενοικιαστές τους με κάθε ευκαιρία.
Αυτός είναι και ο
λόγος για τον οποίο φορείς της αγοράς ακινήτων έχουν
εκφράσει την αντίθεσή τους σε επιδοματικές πολιτικές στην
αγορά στέγης, καθώς με τον τρόπο αυτό διευκολύνονται τέτοιες
πρακτικές. Σύμφωνα με τους ίδιους, η λύση θα πρέπει να αφορά
την όσο το δυνατόν μεγαλύτερη αύξηση της προσφοράς
διαμερισμάτων προς ενοικίαση, ώστε να αυξηθούν οι επιλογές
για τους ενοικιαστές και να υποχρεωθούν κάποιοι εκμισθωτές
σε διόρθωση των προσδοκιών και των απαιτήσεών τους. Κάποιοι
πολίτες σπεύδουν να προτείνουν και άλλες λύσεις, όπως π.χ.
να επιβληθεί διπλάσια φορολογία, για περίοδο πέντε ετών, σε
όποιον ιδιοκτήτη επιχειρήσει να αυξήσει το ενοίκιο σε
ενοικιαστή που δικαιούται το νέο επίδομα.
Υπενθυμίζεται ότι
το επίδομα ανέρχεται σε έως 800 ευρώ ετησίως και
προσαυξάνεται κατά 50 ευρώ για κάθε εξαρτώμενο τέκνο, ενώ το
ποσό της επιστροφής είναι ίσο με το 1/12 του συνολικού
ετήσιου ενοικίου που καταβλήθηκε το 2024. Αν υπήρξαν
περισσότερες από μία διαδοχικές μισθώσεις, το ποσό
υπολογίζεται με βάση το άθροισμα των καταβληθέντων
μισθωμάτων. Οσον αφορά τα εισοδηματικά κριτήρια,
προβλέπονται ανώτατα όρια οικογενειακού ετήσιου εισοδήματος
και συγκεκριμένα έως 20.000 ευρώ για άγαμους, έως 28.000
ευρώ για έγγαμους, προσαυξανόμενο κατά 4.000 ευρώ για κάθε
εξαρτώμενο τέκνο, ή έως 31.000 ευρώ για μονογονεϊκές
οικογένειες, προσαυξανόμενο κατά 5.000 ευρώ για κάθε παιδί,
πέραν του πρώτου. Επίσης, η συνολική αξία της ακίνητης
περιουσίας του δικαιούχου δεν πρέπει να ξεπερνάει τις
120.000 ευρώ για τους άγαμους, προσαυξανόμενη κατά 20.000
ευρώ για τον/τη σύζυγο και κάθε επιπλέον εξαρτώμενο τέκνο.
Από την άλλη
πλευρά, από την 1η Ιανουαρίου 2026, αν δεν καταβληθούν όλα
τα ενοίκια μέσω τραπέζης, οι ιδιοκτήτες θα απολέσουν την
έκπτωση του 5% επί των ενοικίων, που αφορούσε δαπάνες για το
εισόδημα που αποκτά ο εκμισθωτής. Με τη νέα διάταξη θα
ελέγχεται από το πληροφοριακό σύστημα της ΑΑΔΕ αν και τα 12
ενοίκια κάθε έτους καταβλήθηκαν ηλεκτρονικά από τον
τραπεζικό λογαριασμό του ενοικιαστή στον λογαριασμό του
ιδιοκτήτη.
Επιπλέον, η ΑΑΔΕ θα
αποκλείει από την επιδότηση του ενός ενοικίου ετησίως και
τους κακοπληρωτές ενοικιαστές, στις περιπτώσεις που οι
ιδιοκτήτες των ακινήτων αυτών έχουν δηλώσει ανείσπρακτα
ενοίκια στις φορολογικές αρχές. Σε περίπτωση ύπαρξης
ανείσπρακτων μισθωμάτων, το ποσό της επιδότησης δεν θα
υπολογίζεται με βάση το συμφωνημένο ενοίκιο του συμβολαίου,
αλλά αποκλειστικά με βάση το ποσό που δήλωσε ο ιδιοκτήτης
στο Ε2 ως πραγματικά εισπραχθέν. Αυτό σημαίνει ότι οι
ενοικιαστές που άφησαν απλήρωτα ενοίκια θα δουν την
επιδότησή τους να μειώνεται ή και να μηδενίζεται. Με βάση τα
στοιχεία που έχουν υποβληθεί στην ΑΑΔΕ, συνολικά την περίοδο
2022-2024 έχουν υποβληθεί δηλώσεις για ανείσπρακτες οφειλές
ενοικίων ύψους 40 εκατ. ευρώ και συγκεκριμένα 15 εκατ. ευρώ
το 2024, 12,2 εκατ. ευρώ το 2023 και 12,5 εκατ. ευρώ το
2022.
|
|
|
|
|
|
|
|

|
|
Δημογραφικό
Ασχολούμαστε
συνεχώς με το πρόβλημα του δημογραφικού. Ενδιαφέρον το
τελευταίο άρθρο της Αλεξάνδρα Κεντρωτή στο euro2day.gr ..
Πάμε να δούμε τα όσα έγραψε …
Η υπογεννητικότητα
στην Ελλάδα δεν είναι πια μια απειλή που διαγράφεται κάπου
στον ορίζοντα. Είναι εδώ, παρούσα και αμείλικτη. Οι αριθμοί
το φωνάζουν: λιγότερες γεννήσεις κάθε χρόνο, περισσότερα
λουκέτα σε νηπιαγωγεία και σχολεία, χωριά και γειτονιές που
γερνούν σιωπηλά.
Το Δημογραφικό
είναι ένα πρόβλημα που αν δεν το αντιμετωπίσουμε
έγκαιρα, ίσως δεν μπορέσουμε ποτέ να το αναστρέψουμε. Το
ερώτημα είναι αν έχουμε το θάρρος και την ειλικρίνεια να
κοιτάξουμε κατάματα την πραγματική του ρίζα, να ξεβολευτούμε
από τις εύκολες δικαιολογίες και να αγγίξουμε τα δύσκολα:
τις αξίες μας, τις προτεραιότητές μας και την ίδια μας τη
νοοτροπία.
Είναι εφικτό να
λυθεί το Δημογραφικό;
Η απάντηση είναι
«δύσκολα, αλλά ναι». Όσο κι αν φαίνεται ουτοπικό, μπορούμε
να αντιστρέψουμε την πορεία μας -όχι με κάποιο μαγικό
οικονομικό εργαλείο αλλά σχεδιάζοντας πολιτικές που βλέπουν
τον άνθρωπο στο κέντρο της εξίσωσης. Γιατί το Δημογραφικό
είναι μια εξίσωση που περιλαμβάνει αριθμούς, αλλά λύνεται με
αξίες, όραμα και κοινωνική συνοχή.
Η περίπτωση του
Ισραήλ είναι ενδεικτική. Παρά τις διαρκείς γεωπολιτικές
εντάσεις, διατηρεί έναν από τους υψηλότερους δείκτες
γεννητικότητας στον ανεπτυγμένο κόσμο. Πώς; Μέσα από μια
κουλτούρα που βλέπει την οικογένεια όχι απλώς ως ιδιωτική
επιλογή, αλλά ως συλλογικό αγαθό. Το κράτος επενδύει σε
επιδόματα, υποδομές, δωρεάν ή οικονομικά προσιτή παιδική
μέριμνα, αλλά και σε πολιτικές που διευκολύνουν την
ισορροπία εργασίας - οικογένειας. Οι μητέρες εργάζονται, οι
πατέρες εμπλέκονται ενεργά και η γονεϊκότητα δεν
αντιμετωπίζεται ως βάρος αλλά ως αξία.
Το πρόβλημα δεν
είναι μόνο οικονομικό αλλά αντίληψης
Στην Ελλάδα, όπως
και στις περισσότερες χώρες της Δύσης, η συζήτηση για το
Δημογραφικό πρόβλημα συχνά περιορίζεται σε οικονομικούς
δείκτες όπως μισθούς, επιδόματα και φοροαπαλλαγές. Το υψηλό
κόστος ζωής και στέγασης, η ακριβή ή ανύπαρκτη παιδική
μέριμνα και οι αβέβαιες εργασιακές συνθήκες, αποτελούν
τροχοπέδη για τους νέους που επιθυμούν να γίνουν γονείς.
Χωρίς σοβαρές επενδύσεις σε αυτές τις υποδομές, η συζήτηση
για την αύξηση των γεννήσεων θα παραμένει θεωρητική. Ωστόσο,
το πρόβλημα δεν είναι μόνο οικονομικό αλλά κυρίως αξιακό.
Αν η κοινωνία μας
εξακολουθήσει να βλέπει τη γονεϊκότητα ως «εμπόδιο στην
καριέρα» ή την οικογένεια ως «πολυτέλεια για λίγους», τότε
και τα πιο γενναιόδωρα μέτρα θα έχουν περιορισμένο
αντίκτυπο. Για να αρχίσει να αντιστρέφεται το Δημογραφικό
πρόβλημα, πρέπει πρώτα να γίνει μια ριζική αλλαγή στον τρόπο
που αντιλαμβανόμαστε τον ρόλο των παιδιών, της οικογένειας
και της μητρότητας.
Πρέπει να
ενισχύσουμε τον ρόλο της μητέρας
Η μητέρα δεν μπορεί
να παραμένει στο περιθώριο της δημόσιας συζήτησης. Δεν είναι
«ιδιωτική υπόθεση» να μεγαλώνεις παιδιά -είναι πράξη
κοινωνικής επένδυσης. Αν θέλουμε να μιλήσουμε σοβαρά για
δημογραφική ανάκαμψη, πρέπει να στηρίξουμε τη μητέρα σε όλα
τα επίπεδα: εργασιακά, κοινωνικά, ψυχολογικά. Να
δημιουργήσουμε ένα περιβάλλον όπου η επιλογή να κάνεις
παιδιά δεν σε απομονώνει από την επαγγελματική και κοινωνική
ζωή, αλλά σου δίνει μεγαλύτερη πρόσβαση και στήριξη.
Μητρότητα δεν
σημαίνει «αυτοθυσία» αλλά χαρά
Ένα από τα πιο
ύπουλα εμπόδια είναι τα ίδια τα στερεότυπα. Στη συλλογική
μας μνήμη, η μητέρα παρουσιάζεται ως φιγούρα αυτοθυσίας, που
«χάνεται» για χάρη των παιδιών. Όσο κι αν αυτό κουβαλά αγάπη
και ηρωισμό, κρύβει και ένα μήνυμα που φοβίζει τις νέες
γυναίκες: ότι η μητρότητα σημαίνει να χάσεις τον εαυτό σου.
Οι τελευταίες
έρευνες, όμως, δείχνουν ότι οι σημερινοί νέοι θέλουν να ζουν
ελεύθερα, να ταξιδεύουν, να εξελίσσονται, να έχουν προσωπικό
χρόνο. Αν θέλουμε να τους πείσουμε να φανταστούν τον εαυτό
τους με παιδιά, πρέπει να τους δείξουμε ότι η
γονεϊκότητα μπορεί να συνυπάρχει με τα «θέλω» τους.
Με λίγα λόγια,
πρέπει να αλλάξουμε το αφήγημα: η μητέρα μπορεί να είναι
χαρούμενη, να εργάζεται, να έχει φίλους, να κρατά την
προσωπικότητά της και παράλληλα να μεγαλώνει παιδιά. Η
μητρότητα δεν είναι τιμωρία, είναι ευτυχία. Δεν σβήνει την
ταυτότητά σου, την επαναπροσδιορίζει. Σε κάνει να αγαπάς πιο
βαθιά και να ονειρεύεσαι πιο μακριά. Είναι η πιο όμορφη και
γενναιόδωρη περιπέτεια της ζωής σου και δεν χρειάζεται να
ακυρώσεις τα όνειρα και τις επιθυμίες σου για να τη ζήσεις.
Η οικογένεια δεν
είναι «υποχρέωση» αλλά πηγή αγάπης
Για να λυθεί
πραγματικά το Δημογραφικό, πρέπει να ξαναφέρουμε στο κέντρο
της δημόσιας συζήτησης την αξία της οικογένειας όχι ως
υποχρέωση ή κοινωνικό καθήκον αλλά ως πηγή αγάπης,
σταθερότητας και συνέχειας.
Μια αξία που
εμπλουτίζει τη ζωή, που δημιουργεί δεσμούς και που δίνει
στους ανθρώπους έναν βαθύτερο λόγο να κοιτούν το μέλλον με
αισιοδοξία.
Το Δημογραφικό
πρόβλημα δεν είναι ένα «τεχνικό» ζήτημα που λύνεται με ένα
νομοσχέδιο ή σε μια θητεία. Είναι βαθιά ανθρώπινο. Για να
γεμίσουν ξανά οι παιδικές χαρές και οι σχολικές αίθουσες,
πρέπει να δημιουργήσουμε μια κοινωνία που αγαπά τα παιδιά
και σέβεται τους γονείς. Μια κοινωνία που βλέπει τη
μητρότητα και την πατρότητα ως πηγή δύναμης, όχι ως βάρος.
Για να γεννηθούν
περισσότερα παιδιά, πρέπει πρώτα να γεννηθεί μια νέα
αντίληψη: ότι η οικογένεια είναι πολύτιμη, ότι η μητρότητα
είναι δύναμη και χαρά και ότι η στήριξη των γονιών είναι
επένδυση στο μέλλον όλων μας. Γιατί μπορεί οι αριθμοί να
μετρούν τις γεννήσεις, αλλά τελικά οι άνθρωποι είναι αυτοί
που κρατούν τη χώρα ζωντανή.
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|