|
00:01 - 17/03/25
|
|
|
|
|
 |
|
|
|
Έλλειμμα των επενδύσεων
Πλην συνταρακτικού
απροόπτου, το 2025 θα είναι η χρονιά που το ΑΕΠ της χώρας θα
ξεπεράσει –σε ονομαστικούς όρους– το επίπεδο του 2009.
Υστερα από 15 χρόνια, θα καταγραφεί ένα νούμερο μεγαλύτερο
των 240 δισ. ευρώ και η Ελλάδα θα πάψει να είναι η μοναδική
χώρα σε ολόκληρη την Ευρώπη –και από τις ελάχιστες διεθνώς–
που εν έτει 2024 θα έχει χαμηλότερο ακαθάριστο εγχώριο
προϊόν συγκριτικά με την προ μνημονίων περίοδο. Το
οικονομικό μέγεθος που δεν θα επιστρέψει στα προ κρίσης
επίπεδα ούτε το 2025, θα είναι οι επενδύσεις.
Όπως έγραφε
πρόσφατο ρεπορτάζ της Καθημερινής, τα αναλυτικά στοιχεία
δείχνουν ότι παρά τις χρηματοδοτικές ενέσεις των δεκάδων
δισ. του ΕΣΠΑ και του Ταμείου Ανάκαμψης, παρά την ανάκαμψη
της κτηματαγοράς, ο λεγόμενος «ακαθάριστος σχηματισμός
κεφαλαίου» εξακολουθεί να υπολείπεται κατά τουλάχιστον 35%
σε σύγκριση με τα επίπεδα του 2009. Και αν υπάρχει ένας
βασικός λόγος για τον οποίο εξακολουθούν να υστερούν οι
επενδύσεις σε σχέση με τα προ 15ετίας επίπεδα, αυτός είναι
οι επενδύσεις στις κατοικίες.

Ο ακαθάριστος
σχηματισμός παγίου κεφαλαίου σε τρέχουσες τιμές –ουσιαστικά
οι επενδύσεις που προσμετρούνται στο ΑΕΠ– έφτασε στα 36,3
δισ. ευρώ το 2024 έναντι 34,18 δισ. ευρώ το 2023. Αύξηση
καταγράφεται αλλά η επίδοση του 2008 (55,6 δισ. ευρώ) και
του 2009 (48 δισ. ευρώ) απέχει ακόμη αρκετά. Τι δείχνουν τα
επιμέρους στοιχεία;
|
|
|
|
|
|
|
 |
|
|
|
Επενδύσεις σε
ακίνητα
• Οι επενδύσεις σε
κατοικίες εξακολουθούν να κινούνται σε «ρηχά νερά»
συγκριτικά με τα προ κρίσης επίπεδα. Παρά το ράλι των τιμών,
οι τοποθετήσεις κεφαλαίων στην κτηματαγορά δεν ακολουθούν.
Ετσι, το 2006, οι επενδύσεις στις κατοικίες προσέγγιζαν τα
22 δισ. ευρώ και το 2007 τα 25,2 δισ. ευρώ. Το 2024, η
χρονιά έκλεισε με 5,6 δισ. ευρώ, ποσό ελάχιστα αυξημένο
(περίπου κατά 330 εκατ. ευρώ) συγκριτικά με το 2023. Η
ποσοστιαία πτώση εξακολουθεί να υπερβαίνει το 72% ακόμη και
αν έτος σύγκρισης χρησιμοποιηθεί το 2009, οπότε είχε ήδη
ξεκινήσει η φθίνουσα πορεία της κτηματαγοράς. Είναι τόσο
μεγάλο το κενό που έχει δημιουργηθεί, που φαίνεται
εξαιρετικά δύσκολο προς το παρόν να καλυφθεί από τις άλλες
«πηγές» επενδύσεων. Το γεγονός ότι οι επενδύσεις στις
κατοικίες εξακολουθούν να κινούνται σε χαμηλά επίπεδα και να
εμφανίζουν ισχνά ποσοστά ποσοστιαίας αύξησης, εξηγεί σε ένα
βαθμό και γιατί συνεχίζεται η άνοδος των τιμών. Η ζήτηση
παραμένει αυξημένη και στο κομμάτι της προσφοράς δεν
καταγράφεται σημαντική άνοδος.
• Στις υπόλοιπες
κατασκευές πλην των κατοικιών, καταγράφηκε διψήφια αύξηση το
2024 συγκριτικά με το 2023, με το ποσό να ανεβαίνει στα
8,675 δισ. ευρώ για ολόκληρη τη χρονιά έναντι 7,8 δισ. ευρώ
το 2023. Η ποσοστιαία αύξηση ανήλθε στο 10,97%. Και πάλι
όμως η σύγκριση με το 2009 ή το 2008 βγάζει σοβαρή υστέρηση
της τάξεως του 37%. Πολύ απλά διότι κατά τα συγκεκριμένα έτη
οι επενδύσεις σε λοιπές κατασκευές πλην κατοικιών ανέρχονταν
σε 13,5 με 14 δισ. ευρώ.
• Ο μοναδικός
τομέας στον οποίο οι επενδύσεις είναι μεγαλύτερες συγκριτικά
με το 2008 είναι ο εξοπλισμός τεχνολογίας, πληροφορικής και
επικοινωνίας. Το 2024 καταγράφηκαν επενδύσεις 3,6 δισ. ευρώ
(ήταν ισχνή η μεταβολή της τάξεως του 1% συγκριτικά με το
2023) όταν το 2008 το αντίστοιχο ποσοστό ήταν 3,2 δισ. ευρώ.
Φυσικά, σε απόλυτο ποσό, η διαφορά δεν είναι μεγάλη για να
καλύψει το έλλειμμα από τις υπόλοιπες κατηγορίες.
• Στον μεταφορικό
εξοπλισμό, οι επενδύσεις έφτασαν στα 2,85 δισ. ευρώ από 2,92
δισ. ευρώ το 2023. Ακόμη ένας τομέας που καταγράφει μείωση
25% συγκριτικά με το 2008, καθώς τη συγκεκριμένη χρονιά οι
επενδύσεις έφταναν στα 3,8 δισ. ευρώ.
• Συνολικά, ο
μηχανολογικός εξοπλισμός και τα οπλικά συστήματα έφεραν
φέτος επενδύσεις 9,22 δισ. ευρώ από 8,5 δισ. ευρώ το 2023.
Καταγράφεται αύξηση 8,28% αλλά μείωση 24% σε σύγκριση με τα
επίπεδα του 2008 (12,2%).
Συνολικά, οι
προβλέψεις που είχαν γίνει στο πλαίσιο κατάρτισης του
προϋπολογισμού για τον ρυθμό αύξησης των επενδύσεων δεν
«βγήκαν» το 2024. Για το 2025, ο πήχυς μπαίνει ακόμη
υψηλότερα (σε πραγματικούς όρους αναζητείται ρυθμός αύξησης
άνω του 8%) και το ζητούμενο είναι αν ο στόχος μπορεί φέτος
να επιτευχθεί μόνο με την ώθηση των πόρων του Ταμείου
Ανάκαμψης.
|
|
|
|
|
|
|
 |
|
|
|
Ανταγωνιστικότητα και νέοι
Η Ελλάδα έχει
υπερεκπαιδεύσει τη νεολαία της, ωστόσο αδυνατεί να της
εξασφαλίσει θέσεις εργασίας στην εγχώρια αγορά, που να
ανταποκρίνονται στις γνώσεις, τις δεξιότητες, την κατάρτιση
και τη γενικότερη μόρφωσή της.
Ως αποτέλεσμα, το
2023, η χώρα μας κατατάσσεται στην 27η και τελευταία θέση
της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε αυτόν τον τομέα, με ποσοστό 66,2%,
απέχοντας 19 ποσοστιαίες μονάδες από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο,
που ανέρχεται στο 85,2%.
Η κατάσταση
επιδεινώνεται όταν η ανάλυση επικεντρώνεται στο επίπεδο
εκπαίδευσης. Τα στοιχεία δείχνουν ότι μόνο οι απόφοιτοι
Λυκείου μπορούν να βρουν εργασία ευκολότερα στην Ελλάδα (9η
θέση στην ΕΕ), γεγονός που καταδεικνύει ότι οι διαθέσιμες
θέσεις είναι χαμηλής ποιότητας και δεν απαιτούν υψηλό
γνωστικό επίπεδο.
Σύμφωνα με τα
δεδομένα που έχει επεξεργαστεί το Ινστιτούτο Εργασίας (ΙΝΕ)
της ΓΣΕΕ και παρουσίασε η «Ν», η Ελλάδα κατατάσσεται
τελευταία και ως προς την αναντιστοιχία στο ποσοστό
υπερεκπαίδευσης.
Η χώρα μας
βρίσκεται στην 27η θέση της ΕΕ με ποσοστό 37,4%, ενώ ο
ευρωπαϊκός μέσος όρος είναι σχεδόν 15 μονάδες χαμηλότερος
(22,1%). Με βάση τα στοιχεία του 2023, διαπιστώνεται ότι η
Ελλάδα παρουσιάζει έντονη αδυναμία να απορροφήσει
εργαζόμενους με υψηλή εκπαίδευση, οι οποίοι καταλήγουν να
απασχολούνται σε επαγγέλματα χαμηλών ή μεσαίων δεξιοτήτων.
Το φαινόμενο αυτό,
που χαρακτηρίζεται ως το «ελληνικό παράδοξο», σύμφωνα με τον
Χρήστο Γούλα, Γενικό Διευθυντή του ΙΝΕ/ΓΣΕΕ, καταγράφεται
παρά το γεγονός ότι η νεότερη γενιά θεωρείται η πλέον
μορφωμένη, διαθέτοντας υψηλά προσόντα και ευκολότερη
πρόσβαση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. «Ωστόσο, σε ό,τι αφορά
την απασχόληση των νέων ηλικίας 15-29 ετών, η Ελλάδα
συγκαταλέγεται στις τελευταίες θέσεις της Ευρώπης, με μόλις
36% των νέων να συμμετέχουν στην αγορά εργασίας, τη στιγμή
που ο αντίστοιχος ευρωπαϊκός μέσος όρος διαμορφώνεται στο
50%», αναφέρει χαρακτηριστικά.
Τελικά, τι
συμβαίνει; Οι νέοι αρνούνται πράγματι να εργαστούν;
Σύμφωνα με τον κ. Γούλα, «όσο το παραγωγικό μοντέλο της
χώρας εξακολουθεί να ευνοεί την εντατική ανειδίκευτη εργασία
στον τομέα των υπηρεσιών, αποθαρρύνοντας παράλληλα την
ανάπτυξη του δευτερογενούς τομέα και τη δημιουργία
εξειδικευμένων θέσεων εργασίας, τόσο το πρόβλημα της χαμηλής
απασχόλησης θα παραμένει δυσερμήνευτο, ιδίως στους νέους.
Επιπλέον, η Ελλάδα εξακολουθεί να κατατάσσεται στις
χαμηλότερες θέσεις των δεικτών που μετρούν την ποιότητα της
εργασίας, γεγονός που εξηγεί σε μεγάλο βαθμό και τη δυσκολία
των ελληνικών επιχειρήσεων να προσελκύσουν εργαζόμενους».
Η σύγκριση με τις
υπόλοιπες χώρες της ΕΕ αποκαλύπτει τη διαφορά: στο ποσοστό
απασχόλησης αποφοίτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, η Ελλάδα
βρίσκεται στην 27η θέση με 66,2%, ακολουθούμενη από την
Ιταλία, που βρίσκεται ελαφρώς υψηλότερα με 71,6%. Ωστόσο,
όλες οι υπόλοιπες χώρες ξεπερνούν το 80%, διαμορφώνοντας τον
μέσο όρο στο 85,2%. Η Κύπρος καταλαμβάνει την 25η θέση με
ποσοστό απορρόφησης πτυχιούχων 80,8%, η Ισπανία την 24η με
81% και η Πορτογαλία την 23η με 81,4%. Ακόμα και χώρες των
Βαλκανίων, όπως η Ρουμανία (84% - 20ή θέση) και η Κροατία
(81,7% - 22η θέση), ξεπερνούν κατά πολύ την Ελλάδα.
Εντυπωσιακό είναι το παράδειγμα της Βουλγαρίας, η οποία με
ποσοστό απορρόφησης πτυχιούχων 93,7% κατατάσσεται στην 3η
θέση στην ΕΕ, ξεπερνώντας τη Λετονία (94,4% - 2η θέση) και
τη Μάλτα (96,3% - 1η θέση).
|
|
|
|
|
|
|
 |
|
|
|
Απορρόφηση ανά
επίπεδο εκπαίδευσης και ανά τομέα
Η χαμηλή θέση της
Ελλάδας εξηγείται πλήρως από την ανάλυση των επιμέρους
στοιχείων απορρόφησης εργαζομένων στην αγορά εργασίας,
ανάλογα με το επίπεδο εκπαίδευσής τους. Η χώρα μας βρίσκεται
στην 20ή θέση όσον αφορά την απορρόφηση των αποφοίτων
επαγγελματικής εκπαίδευσης (66,5%), υπολείποντας κατά σχεδόν
15 ποσοστιαίες μονάδες του ευρωπαϊκού μέσου όρου (80,4%).
Παρόμοια εικόνα παρατηρείται και στους αποφοίτους ανώτερης
δευτεροβάθμιας και μεταδευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, όπου η
Ελλάδα με 68% κατατάσσεται 22η, ενώ ο μέσος όρος στην ΕΕ
ανέρχεται σε 77,6%.
Η μόνη κατηγορία
στην οποία η χώρα μας υπερέχει είναι οι απόφοιτοι γενικής
εκπαίδευσης, όπου το ποσοστό απορρόφησης ανέρχεται σε 72,7%,
υπερβαίνοντας τον ευρωπαϊκό μέσο όρο του 67,2% και
κατατάσσοντας την Ελλάδα στην 9η θέση. Αυτό, ωστόσο,
καταδεικνύει την ποιοτική ανεπάρκεια των διαθέσιμων θέσεων
εργασίας.
Έτσι, αναμενόμενα,
η Ελλάδα κατατάσσεται στην τελευταία θέση της ΕΕ (27η με
37,4%) όσον αφορά τους εργαζόμενους με υπερεκπαίδευση που
απασχολούνται σε θέσεις χαμηλότερης ποιότητας από τις
γνώσεις τους (κάθετη αναντιστοιχία). Ο ευρωπαϊκός μέσος όρος
για το 2023 βρίσκεται στο 22,1%, με τη Ρουμανία να
αντιμετωπίζει παρόμοιο πρόβλημα σε ποσοστό 19% (11η θέση)
και την Κροατία να καταγράφει 18,5% (10η θέση). Στην κορυφή
βρίσκεται το Λουξεμβούργο (6,2%), ακολουθούμενο από την
Ολλανδία (13,3%) και τη Σουηδία (13,6%). Στον αντίποδα, μετά
την Ελλάδα, βρίσκονται η Ισπανία (26η - 33,5%), η Κύπρος
(25η - 31,1%), η Ιρλανδία (24η - 27,5%), η Σλοβακία (23η -
27,3%) και η Βουλγαρία (22η - 25,8%).
Ανά τομέα
δραστηριότητας, η αναντιστοιχία μεταξύ θέσεων εργασίας και
πτυχίων για νέους 25-34 ετών φτάνει το 21,3% στις
τηλεπικοινωνίες (έναντι 5,9% στην ΕΕ), το 75,7% στο εμπόριο
(46,3% στην ΕΕ) και το 96,5% στη γεωργία (73,1% στην ΕΕ),
επιβεβαιώνοντας τη δομική δυσλειτουργία της ελληνικής αγοράς
εργασίας.
|
|
|
|
|
|
|
 |
|
|
|
Ανασχηματισμός
Όπως τώρα έγραφε ο
Βηματοδότης … Ημέρα ανασχηματισμού η Παρασκευή και όλοι
κινούνταν στους ρυθμούς της στο Κοινοβούλιο, όπου βρέθηκα
από πολύ νωρίς. Την ανακοίνωση του κυβερνητικού
εκπροσώπου Παύλου Μαρινάκη την άκουσα στο εντευκτήριο της
Βουλής, μαζί με αρκετούς βουλευτές της ΝΔ, ενώ κάπου πήρε το
μάτι μου και τον βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ Παύλο Πολάκη να
παρακολουθεί σχετικώς. Και όπως ήταν λογικό, ο
ανασχηματισμός της κυβέρνησης μονοπώλησε το ενδιαφέρον στους
διαδρόμους της Βουλής και στο εντευκτήριο.
Στο στρατόπεδο των
γαλάζιων τώρα, κάποιοι, που δεν αξιοποιήθηκαν, ήταν κάπως
κατσουφιασμενοι, ενώ άλλοι ανακουφισμένοι. Καθώς, όπως
έλεγαν έμπειρα στελέχη, είναι καμία φορά ευχής έργον να μην
υπουργοποιηθείς, για να μην καείς.
Πάντως, δεν πέρασε
απαρατήρητο ότι σχεδόν όλα τα πρόσωπα που συμμετείχαν στην
εξεταστική επιτροπή για τα Τέμπη, έμειναν εκτός. Ένας από
αυτούς ήταν ο Δημήτρης Μαρκόπουλος, όπως έμαθα. Μου έλεγε
καλή πηγή, ότι ήταν πολύ δυσαρεστημένος, διότι είχε σηκώσει
στις πλάτες του και το θέμα της Εξεταστικής Επιτροπής για τα
Τέμπη και θεωρεί πως αδικήθηκε.
***
Ο ρόλος Βορίδη
Πολλοί, πάντως,
αναρωτιούνται ποιος θα είναι εκείνος που θα έρχεται στη
Βουλή για να απαντάει στην αντιπολίτευση, αφού αυτόν τον
δύσκολο ρόλο τον είχε αναλάβει ο Μάκης Βορίδης. Στις
δύσκολες καταστάσεις, ερχόταν στη Βουλή για να υπερασπιστεί
το έργο της κυβέρνησης, ενώ δεν ήταν και λίγες οι φορές που
το έκανε με εμπρηστικό τρόπο.
Πάντως, τώρα, και
από τη γαλάζια παράταξη, αλλά και από την αντιπολίτευση
αναρωτιούνται ποιος θα σηκώσει αυτό το βάρος και αν θα είναι
ο Κωστής Χατζηδάκης.
***
Πικάρισμα Σαμαρά
Πως είδαν οι
υποστηρικτές του Αντώνη Σαμαρά την απόφαση να οριστεί
υφυπουργός ο Γιάννης Λαμπρόπουλος; Μα, ως πικάρισμα στον
πρώην πρωθυπουργό. Εξάλλου είναι παλαιά η κόντρα τους και
εάν θέλει κάποιος να δυσαρεστήσει στον Αντ. Σαμαρά
αναβαθμίζει τον Γ. Λαμπρόπουλο, όπως είχε γίνει και στο
παρελθόν.
|
|
|
|
|
|