|
00:01 - 24/06/25
|
|
|
|
|
|

|
|
Αγορά Εργασίας
Νέα στοιχεία για μισθούς, παροχές και
προσδοκίες εργαζομένων και εργοδοτών στην Ελλάδα φέρνει στο
φως έρευνα με τίτλο «Salaries & Benefits – Balancing
Expectations and Offers». Η μελέτη αναδεικνύει έντονη
απόσταση ανάμεσα στις απαιτήσεις των εργαζομένων και τις
παροχές που προσφέρουν οι επιχειρήσεις.
Έντονη δυσαρέσκεια
και πρόθεση αποχώρησης
Η έρευνα καταγράφει
ξεκάθαρη τάση των εργαζομένων να αναζητήσουν νέες
επαγγελματικές ευκαιρίες, με έντονη απογοήτευση να
κυριαρχεί. Μόλις το 10,6% δηλώνει ικανοποιημένο από την
τρέχουσα εργασία του, ενώ σχεδόν το 30% αναζητά ενεργά νέα
εργασία. Το 44% εμφανίζεται διατεθειμένο να αλλάξει εταιρεία
εφόσον προκύψει καλύτερη πρόταση, και το 9% εξετάζει το
ενδεχόμενο αποχώρησης εντός του επόμενου εξαμήνου έως έτους.
Η δυσαρέσκεια
συνδέεται ιδιαίτερα με τις μισθολογικές απολαβές. Το 48%
δηλώνει δυσαρεστημένο ή πολύ δυσαρεστημένο από το εισόδημά
του, ενώ μόλις το 0,5% δηλώνει πλήρη ικανοποίηση. Επιπλέον,
το 50% δεν έχει λάβει καμία αύξηση τα τελευταία δύο χρόνια —
ποσοστό διπλάσιο σε σύγκριση με άλλες χώρες. Μόνο το 10%
έχει λάβει αύξηση άνω του 10% την ίδια περίοδο.
Τι θεωρούν
προτεραιότητα οι εργαζόμενοι
Η πλειοψηφία (65%)
αξιολογεί ως κύριο λόγο για αλλαγή εργασίας ένα καλύτερο
μισθολογικό πακέτο. Ακολουθεί το εργασιακό περιβάλλον
(16,5%), οι δυνατότητες επαγγελματικής ανέλιξης (9%), η
ευελιξία (6%) και άλλοι παράγοντες (3%).
Ως συνηθέστερες
παροχές πέραν του μισθού αναφέρονται: ιδιωτική ασφάλιση
υγείας (40%), κουπόνια σίτισης (33%), bonus απόδοσης (27%),
ευέλικτο ωράριο και τηλεργασία (27%) και ασφάλεια ζωής
(11%). Σχεδόν όλοι οι συμμετέχοντες (94%) δηλώνουν ότι μια
αύξηση αποδοχών θα ήταν ο βασικός λόγος για να παραμείνουν
στην εργασία τους, ενώ σημαντικά κίνητρα αποτελούν και οι
προοπτικές ανέλιξης (57%) και τα μεγαλύτερα bonus (42%).
Ωστόσο, το 57% δεν αναμένει καμία βελτίωση σε μισθούς και
παροχές τα επόμενα δύο χρόνια.
Συγκρατημένες
διαθέσεις από τους εργοδότες
Οι απαντήσεις των
εργοδοτών δείχνουν περιορισμένη πρόθεση για αυξήσεις. Το 21%
δηλώνει ότι ο μέσος καθαρός μισθός στις εταιρείες τους είναι
κάτω των 1.000 ευρώ, το 34% μεταξύ 1.000–1.500 ευρώ, και
μόνο το 3% ξεπερνά τα 3.000 ευρώ. Όσον αφορά τις επιπλέον
παροχές, 1 στους 10 εργοδότες δεν προσφέρει καμία, ενώ οι
μισοί παρέχουν παροχές αξίας έως 100 ευρώ μηνιαίως.
Το 62% των
επιχειρήσεων δεν προγραμματίζει αύξηση των παροχών, το 9%
εξετάζει περικοπές και μόνο το 15% σχεδιάζει αυξήσεις ή
εισαγωγή νέων προνομίων. Μόλις το 15% σκοπεύει να
επανεξετάσει συνολικά την πολιτική αποζημιώσεων, ενώ οι
περισσότερες εταιρείες περιορίζονται σε μερικές στοχευμένες
(47%) ή ελάχιστες αλλαγές (37%).
Ποιοι είναι οι
βασικοί παράγοντες παραμονής
Παρά τη
συγκρατημένη πολιτική αποδοχών, σχεδόν οι μισοί εργοδότες
(49%) αναγνωρίζουν πως η συνολική αμοιβή είναι ο κυριότερος
παράγοντας για τη συγκράτηση και την προσέλκυση προσωπικού.
Ακολουθούν η ισορροπία επαγγελματικής–προσωπικής ζωής
(23,33%) και η εταιρική κουλτούρα (14%). Οι προοπτικές
καριέρας (9%) και η ποιότητα διοίκησης (5%) έπονται.
Παράλληλα, η
πλειοψηφία των εργοδοτών φαίνεται να επιδιώκει τη συλλογή
ανατροφοδότησης από το προσωπικό τους σχετικά με την
ικανοποίηση από τις απολαβές, με εργαλεία όπως εσωτερικές
έρευνες, προσωπικές συζητήσεις, ανεπίσημες πρακτικές και
διαδικτυακές πλατφόρμες αξιολόγησης. Μόνο το 14% δεν
συλλέγει καθόλου σχετική πληροφορία.
Στοιχεία έρευνας
Η έρευνα
πραγματοποιήθηκε από το δίκτυο
wherewework από τις 15 Απριλίου έως την 1η Ιουνίου
και κάλυψε πέντε χώρες: Ελλάδα, Μολδαβία, Βουλγαρία,
Ρουμανία και Ουγγαρία, με περισσότερους από 9.000
συμμετέχοντες συνολικά. Στην Ελλάδα, συμμετείχαν πάνω από
1.500 εργαζόμενοι και εργοδότες.
Τα ελληνικά
ευρήματα δείχνουν έντονη δυσαρέσκεια με τις αμοιβές και τις
παροχές και αυξημένη προθυμία για αλλαγή εργασίας, ενώ οι
εργοδότες φαίνονται διστακτικοί σε δομικές αλλαγές στις
αποδοχές, υποδηλώνοντας το μεγάλο χάσμα ανάμεσα στις
επιθυμίες των εργαζομένων και τις προτεραιότητες των
εταιρειών.
Ο
Costin Tudor, CEO της
wherewework, επισήμανε πως:
«Τα ευρήματα είναι
ιδιαίτερα σημαντικά, γιατί προσφέρουν βαθύτερη κατανόηση των
εξελίξεων στην ελληνική αγορά εργασίας, σε σύγκριση με άλλες
ευρωπαϊκές αγορές. Το χάσμα ανάμεσα στις απαιτήσεις των
εργαζομένων και τις προσφορές των εργοδοτών δεν αφορά μόνο
αριθμούς – αντανακλά την ανάγκη για διαφάνεια, ανοιχτή
επικοινωνία και έγκυρη πληροφόρηση. Η εικόνα που προκύπτει
από την Ελλάδα αναδεικνύει επείγουσα ανάγκη για ουσιαστικές
μεταρρυθμίσεις».
|
|
|
|
|
|
|
|

|
|
Συνταξιούχοι & Ευρώπη
Οι συνταξιούχοι σε
πολλές χώρες της Ανατολικής Ευρώπης αντιμετωπίζουν σοβαρά
οικονομικά προβλήματα, σε αντίθεση με τη γενικά καλύτερη
κατάσταση των ηλικιωμένων στις σκανδιναβικές και
δυτικοευρωπαϊκές χώρες, όπου τα ποσοστά φτώχειας είναι
αισθητά χαμηλότερα.
Ωστόσο, υπάρχουν
εξαιρέσεις. Η Ελβετία και το Ηνωμένο Βασίλειο παρουσιάζουν
υψηλά ποσοστά φτώχειας μεταξύ των ηλικιωμένων, παρότι δεν
ανήκουν στην Ανατολική Ευρώπη.
Τι θεωρείται «όριο
φτώχειας» στην Ευρώπη
Σύμφωνα με τον
ΟΟΣΑ, το εισόδημα των ατόμων άνω των 65 ετών σε πολλές
ευρωπαϊκές χώρες είναι κατώτερο από τον μέσο όρο του
πληθυσμού, με αποτέλεσμα να καταγράφονται σημαντικά ποσοστά
φτώχειας σε αυτήν την ηλικιακή ομάδα. Το όριο της φτώχειας
καθορίζεται ως το 50% του μέσου διαθέσιμου εισοδήματος των
νοικοκυριών. Για παράδειγμα, στη Γαλλία το 2022 αυτό
αντιστοιχούσε σε 13.205 ευρώ, από μέσο διαθέσιμο εισόδημα
26.410 ευρώ.
Την ίδια χρονιά, το
ποσοστό φτώχειας στους ηλικιωμένους διαφέρει σημαντικά
μεταξύ των χωρών, κυμαινόμενο από μόλις 3,1% στην Ισλανδία
μέχρι 37,4% στην Εσθονία.
Ανατολική Ευρώπη:
Υψηλός κίνδυνος φτώχειας για τους συνταξιούχους
Οι χώρες της
Βαλτικής και αρκετές πρώην κομμουνιστικές χώρες παρουσιάζουν
αυξημένα ποσοστά φτώχειας στους συνταξιούχους. Εκτός από την
Εσθονία, η Λετονία (33%), η Κροατία (28,5%) και η Λιθουανία
(24,6%) καταγράφουν τις υψηλότερες τιμές.
Αντιθέτως, στη
Βόρεια και Δυτική Ευρώπη η εικόνα είναι πολύ πιο ευνοϊκή.
Χώρες όπως η Ισλανδία (3,1%), η Νορβηγία (4,1%), η Δανία
(4,3%) και η Φινλανδία (5,5%) διατηρούν τα χαμηλότερα
επίπεδα φτώχειας, επωφελούμενες από ισχυρά κοινωνικά
συστήματα και καθολική κάλυψη στις συντάξεις.
Η Ελλάδα
κατατάσσεται στο ενδιάμεσο της ευρωπαϊκής κατάταξης, με
ποσοστό φτώχειας γύρω στο 10%.
Αξιοσημείωτα είναι
τα υψηλά ποσοστά στην Ελβετία (19,8%) και το Ηνωμένο
Βασίλειο (14,9%), ενώ από τις μεγάλες ευρωπαϊκές οικονομίες,
τη χειρότερη εικόνα παρουσιάζει το Ηνωμένο Βασίλειο, με τη
Γερμανία (14,1%) και την Ισπανία (13,1%) να ακολουθούν.
Αντίθετα, η Γαλλία έχει το χαμηλότερο ποσοστό (6%), ενώ η
Ιταλία βρίσκεται στο 12%.
Γενικά, οι γυναίκες
της τρίτης ηλικίας αντιμετωπίζουν μεγαλύτερο κίνδυνο
φτώχειας από τους άνδρες, κάτι που συνδέεται και με το
αυξημένο προσδόκιμο ζωής τους.
|
|
|
|
|
|
|
|

|
|
Αιτίες της συνταξιοδοτικής φτώχειας
Ο αναλυτής του ΟΟΣΑ
Άντριου Ρέιλυ επισημαίνει ότι οι χαμηλές συνταξιοδοτικές
αποδοχές είναι ο βασικός λόγος που οι ηλικιωμένοι
αντιμετωπίζουν οικονομική δυσχέρεια, ακόμη και όταν έχουν
διανύσει μακρά επαγγελματική πορεία.
Οι κρατικές
συντάξεις πρώτου πυλώνα – που προσφέρουν εγγυημένο ελάχιστο
εισόδημα – μπορούν να λειτουργήσουν ως ασπίδα κατά της
φτώχειας. Σε χώρες όπως οι Βαλτικές, τα υψηλά ποσοστά
φτώχειας σχετίζονται με το χαμηλό ύψος των συντάξεων και τις
περιορισμένες παροχές κοινωνικής ασφάλειας.
Σύμφωνα με τον
Ρέιλυ, χώρες όπως η Δανία, η Ισλανδία και η Νορβηγία, οι
οποίες προσφέρουν γενναιόδωρες παροχές είτε στοχευμένες
στους πιο αδύναμους είτε καθολικά, καταφέρνουν να
περιορίσουν τη φτώχεια στους ηλικιωμένους. Αντίθετα, η
Λετονία και η Λιθουανία υστερούν σε αυτό το επίπεδο.
Η σχέση του
εισοδήματος των ηλικιωμένων με τον μέσο όρο της χώρας
Το εισόδημα των
ηλικιωμένων ως ποσοστό του γενικού πληθυσμού παρουσιάζει
μεγάλες διακυμάνσεις στην Ευρώπη. Το 2022, στην Εσθονία οι
άνω των 65 ετών είχαν εισόδημα που αντιστοιχούσε μόλις στο
66,3% του μέσου εισοδήματος, ενώ στο Λουξεμβούργο έφτανε το
107%.
Σε πολλές χώρες,
όπως η Λιθουανία (66,5%), η Λετονία (71,4%) και η Κροατία
(73,4%), οι ηλικιωμένοι έχουν χαμηλό σχετικό εισόδημα. Η
Ελλάδα καταγράφει καλύτερη εικόνα, με το εισόδημα των άνω
των 65 να φτάνει το 91,7% του γενικού πληθυσμού.
Οι καλύτερες
επιδόσεις εντοπίζονται στο Λουξεμβούργο, την Ιταλία (98,8%),
την Πορτογαλία (97,1%) και την Ισπανία (96,7%). Η Γαλλία
ακολουθεί με 94,3%.
Το Ηνωμένο Βασίλειο
βρίσκεται χαμηλότερα, με αναλογία 82,1%, ενώ η Γερμανία,
παρότι έχει υψηλό ποσοστό φτώχειας στους ηλικιωμένους,
παρουσιάζει εισόδημα άνω των 65 ετών στο 90% του μέσου.
Για παράδειγμα, στη
Γαλλία το 2022, ενώ το μέσο διαθέσιμο εισόδημα των
νοικοκυριών ήταν 30.500 ευρώ, οι ηλικιωμένοι λάμβαναν κατά
μέσο όρο 28.750 ευρώ.
Τέλος, η έκθεση
"Pensions at a Glance 2023" του ΟΟΣΑ υπογραμμίζει ότι τα
στατιστικά βασίζονται σε εισοδήματα και ενδέχεται να μην
αποτυπώνουν πλήρως την οικονομική κατάσταση των ηλικιωμένων,
καθώς δεν περιλαμβάνουν άλλα περιουσιακά στοιχεία, όπως
ιδιόκτητες κατοικίες.
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|

|
|
Συντάξεις
Με αφορμή όλα τα
παραπάνω θυμίζουμε τα πιο πρόσφατα στοιχεία για τις
συντάξεις στη χώρσ μας... Όταν η μέση σύνταξη γήρατος
διαμορφώνεται στα 842 ευρώ μικτά – ποσό χαμηλότερο από τον
κατώτατο μισθό – δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι ο
αριθμός των εργαζόμενων συνταξιούχων έχει
υπερπενταπλασιαστεί μέσα σε έναν χρόνο.
Αυτά τα στοιχεία
περιλαμβάνονται στην τελευταία έκθεση του πληροφοριακού
συστήματος «Ήλιος» του ΕΦΚΑ για τις συντάξεις του Απριλίου.
Ο μέσος νέος συνταξιούχος του ιδιωτικού τομέα, που αποχώρησε
από την εργασία του τον συγκεκριμένο μήνα, λαμβάνει κύρια
σύνταξη ύψους 774 ευρώ μικτά ή περίπου 726 ευρώ καθαρά.
Με άλλα λόγια, κάποιος
που εργάστηκε για 35 ή 40 έτη και διανύει πλέον την έβδομη
δεκαετία της ζωής του, δεν λαμβάνει ούτε το ποσό των 880
ευρώ μικτά επί 14 μήνες, το οποίο χορηγείται σε έναν
ανειδίκευτο εργαζόμενο που μόλις ξεκινά την επαγγελματική
του πορεία.
Σε σαφώς καλύτερη
κατάσταση βρίσκονται οι νέοι συνταξιούχοι του δημοσίου
τομέα, με μέση κύρια σύνταξη που φτάνει τα 1.374 ευρώ μικτά.
Η διαφορά μεταξύ των
συντάξεων ιδιωτικού και δημόσιου τομέα διευρύνεται συνεχώς,
ξεπερνώντας πλέον τα 500 ευρώ. Πιο συγκεκριμένα, η μέση νέα
κύρια σύνταξη στον ιδιωτικό τομέα, για όσους
συνταξιοδοτήθηκαν τον Απρίλιο, είναι κατά 534 ευρώ ή 41%
χαμηλότερη από την αντίστοιχη στον δημόσιο τομέα.
Ενδεικτικά, τον Αύγουστο του 2024 η απόκλιση ήταν 322 ευρώ ή
περίπου 30%.
Οι νέοι συνταξιούχοι
επωμίζονται το βάρος της δεκαετούς οικονομικής κρίσης, η
οποία συρρίκνωσε τους μισθούς και αύξησε κατακόρυφα την
ανεργία. Έτσι, όσοι αποχωρούν σήμερα από την εργασία, το
κάνουν με μικρότερες αποδοχές και μειωμένα έτη ασφάλισης.
Για ακόμη έναν μήνα,
έξι στις δέκα κύριες συντάξεις γήρατος (ποσοστό 59,6%) είναι
κάτω από τα 1.000 ευρώ μικτά, γεγονός που αποτυπώνει τη
γενικευμένη φτωχοποίηση των συνταξιούχων στη χώρα.
Κύρια σημεία της
έκθεσης «Ήλιος» για τον Απρίλιο
Ο συνολικός αριθμός
των συνταξιούχων έφτασε τα 2.503.027 άτομα, αυξημένος κατά
1.164 σε σχέση με τον Μάρτιο και κατά 13.222 σε σύγκριση με
τον Απρίλιο του 2024.
Η μηνιαία δαπάνη για
την καταβολή κύριων και επικουρικών συντάξεων, καθώς και
μερισμάτων, ανήλθε σε 2,72 δισεκατομμύρια ευρώ.
Η πλειονότητα των
συνταξιούχων είναι ηλικίας 71-75 ετών (σχεδόν 476.000 άτομα
ή 19%), ενώ ακολουθεί η ομάδα των 66-70 ετών με ποσοστό
περίπου 18%.
Τις υψηλότερες
συντάξεις έλαβαν οι συνταξιούχοι ηλικίας 61-65 ετών, με μέσο
ποσό 1.133,84 ευρώ μικτά (265.702 άτομα ή 10,6%).
Τον Απρίλιο
καταβλήθηκαν συνολικά 4.672.963 συντάξεις: 2.861.183 κύριες,
1.375.981 επικουρικές και 435.799 μερίσματα.
Η μέση κύρια σύνταξη
ήταν 842,21 ευρώ μικτά, η μέση επικουρική 196,65 ευρώ και το
μέσο μέρισμα 112,99 ευρώ.
Εκδόθηκαν 25.328 νέες
συντάξεις, με συνολική μηνιαία δαπάνη 15,04 εκατομμύρια
ευρώ. Επιπλέον, καταβλήθηκαν αναδρομικά ύψους 82,7
εκατομμυρίων ευρώ, λόγω καθυστερήσεων στην απονομή.
Από τις νέες
συντάξεις, 14.167 απονεμήθηκαν σε ασφαλισμένους του
ιδιωτικού τομέα μέσω ΕΦΚΑ, με μέσο ποσό μόλις 774,18 ευρώ.
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|