| Ειδήσεις | Ο Κυνηγός | Λεωφόρος Αθηνών | "Κουλου - Βάχατα" | +/- | "Μας ακούνε" | Fundamentalist | Marx - Soros | Start Trading |

 
 

"Kουλου-βάχατα"

Σχόλια για τα πάντα ……. Η φράση “Κουλου – βάχατα” προέρχεται από την αντίστοιχη αραβική «κούλου ουάχαντ» που σημαίνει «όλα μαζί ένα».

Επικοινωνήστε μαζί μας

 

 

 

00:01 - 28/07/22

 

 

Μπράβο μας ….

 

Θα ξεκινήσουμε με στοιχεία σχετικής έρευνας, λέγοντας ένα μεγαλοπρεπέστατο μπράβο, για τα στοιχεία που δείχνουνε πως σχεδόν το ένα τρίτο του πληθυσμού (ποσοστό 28,3%) αντιμετώπισε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού το 2021 (με το σχετικό ποσοστό να είναι αυξημένο κατά 0,9% σε σχέση με το προηγούμενο έτος).

 

Ειδικότερα, αυτό προκύπτει από τα στοιχεία της Έρευνας Εισοδήματος και Συνθηκών Διαβίωσης των Νοικοκυριών 2021 που ανακοίνωσε η Ελληνική Στατιστική Αρχή. Σύμφωνα με τα ίδια στοιχεία, το 6,9% των νοικοκυριών δήλωσε ότι το εισόδημα του αυξήθηκε κατά τους τελευταίους δώδεκα μήνες, ενώ το 26,3% των νοικοκυριών ότι μειώθηκε και το 66,7% των νοικοκυριών ότι παρέμεινε το ίδιο.

 

Όπως αναφέρεται στην έκθεση, η αύξηση του ποσοστού του κινδύνου φτώχειας ή σε κοινωνικό αποκλεισμό οφείλεται στην αύξηση του ποσοστού του πληθυσμού σε χαμηλή ένταση εργασίας (από 11,8% το 2020 σε 13,6% το 2021) και του πληθυσμού σε κίνδυνο φτώχειας από 17,7% το έτος 2020 σε 19,6% το έτος 2021.

 

Ο κίνδυνος φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού είναι υψηλότερος στην περίπτωση των παιδιών ηλικίας 17 ετών και κάτω (32,0%).

 

Το ποσοστό πληθυσμού ηλικίας 18-64 ετών που διαβιεί σε νοικοκυριά με χαμηλή ένταση εργασίας υπολογίζεται σε 13,6% επί του συνόλου του πληθυσμού αυτής της ομάδας ηλικιών, εμφανίζοντας αύξηση κατά 1,8 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με το έτος 2020. Το ποσοστό για τους άνδρες ανέρχεται σε 12,5% και για τις γυναίκες σε 14,6%.

 

Τα αναλυτικά στοιχεία

 

Αναλυτικά, όπως αναφέρεται στην έκθεση, το κατώφλι της φτώχειας ανέρχεται στο ποσό των 5.251 ευρώ ετησίως ανά μονοπρόσωπο νοικοκυριό και σε 11.028 ευρώ για νοικοκυριά με δύο ενήλικες και δύο εξαρτώμενα παιδιά ηλικίας κάτω των 14 ετών, και ορίζεται στο 60% του διάμεσου συνολικού ισοδύναμου διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών, το οποίο εκτιμήθηκε σε 8.752 ευρώ, ενώ το μέσο ετήσιο διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών της Χώρας εκτιμήθηκε σε 17.089 ευρώ.

 

Το έτος 2021 (περίοδος αναφοράς εισοδήματος 2020), το 19,6% του συνολικού πληθυσμού της Χώρας ήταν σε κίνδυνο φτώχειας σημειώνοντας αύξηση κατά 1,9 ποσοστιαίες μονάδες. Ο δείκτης αυτός που κατά το έτος 2005 (με περίοδο αναφοράς εισοδήματος το έτος 2004) ανερχόταν στο 19,6%, σημείωσε αυξητική πορεία έως το έτος 2012 όπου εκτιμήθηκε στο 23,1% ενώ άρχισε να μειώνεται από το έτος 2014.

 

Τα νοικοκυριά που βρίσκονται σε κίνδυνο φτώχειας εκτιμώνται σε 765.372 σε σύνολο 4.108.895 νοικοκυριών και τα μέλη τους σε 2.054.015 στο σύνολο των 10.498.099 ατόμων του εκτιμώμενου πληθυσμού της Χώρας που διαβιεί σε ιδιωτικά νοικοκυριά.

 

Ο κίνδυνος φτώχειας για παιδιά ηλικίας 0-17 ετών (παιδική φτώχεια) ανέρχεται σε 23,7% σημειώνοντας άνοδο κατά 2,8 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με το 2020, ενώ για τις ομάδες ηλικιών 18-64 ετών και 65 ετών και άνω ανέρχεται σε 20,6% (18,4% το 2020) και 13,5% (13,0% το 2020), αντίστοιχα.

 

Ο κίνδυνος φτώχειας, υπολογιζόμενος με κατώφλια διαφορετικά του 60% του διάμεσου συνολικού διαθέσιμου ισοδύναμου εισοδήματος, ανέρχεται σε:

 

8,3%, αν το κατώφλι οριστεί στο 40% του διάμεσου συνολικού διαθέσιμου ισοδύναμου εισοδήματος,

13,3%, αν το κατώφλι οριστεί στο 50% του διάμεσου συνολικού διαθέσιμου ισοδύναμου εισοδήματος και,

26,7%, αν το κατώφλι οριστεί στο 70% του διάμεσου συνολικού διαθέσιμου ισοδύναμου εισοδήματος, αντίστοιχα.

 

Σε τρεις Περιφέρειες (Αττική, Κρήτη, και Νότιο Αιγαίο) καταγράφονται ποσοστά κινδύνου φτώχειας χαμηλότερα από αυτό του συνόλου της Χώρας ενώ στις υπόλοιπες δέκα (10) Περιφέρειες (Θεσσαλία, Ιόνια Νησιά, Ήπειρος, Βόρειο Αιγαίο, Δυτική Ελλάδα, Πελοπόννησος, Δυτική Μακεδονία, Στερεά Ελλάδα, Κεντρική Μακεδονία και Ανατολική Μακεδονία και Θράκη) τα αντίστοιχα ποσοστά είναι υψηλότερα.

 
 

 

Δεύτερη έρευνα

 

Και αφού πιάσαμε τις έρευνες, για όποιον δεν την έχει διαβάσει. Σημαντικές αλλαγές παρατηρούνται στην καταναλωτική συμπεριφορά των Ελλήνων ως αποτέλεσμα του πληθωρισμού παγκοσμίως, της αβεβαιότητας που προκαλεί ο πόλεμος στην Ουκρανία και φυσικά μετά από 2,5 χρόνια πανδημίας. Όπως προκύπτει από σχετική έρευνα της EY Ελλάδος, οι κύριες ανησυχίες των Ελλήνων καταναλωτών είναι το κόστος διαβίωσης, τα οικονομικά και η υγεία.

 

Ειδικότερα, όπως προκύπτει μεταξύ άλλων από την έρευνα επτά στους δέκα κάνουν «περικοπές» στα είδη που δεν είναι πρώτης ανάγκης.

 

Επίσης, το σημαντικότερο αγοραστικό κριτήριο, τόσο σήμερα (78%), όσο και για την επόμενη τριετία (78%) είναι με διαφορά η τιμή, ενώ επίσης δύο στους τρεις (67%) σκοπεύουν να πραγματοποιήσουν αγορές την επόμενη φορά που θα λάβει χώρα ένα μεγάλο αγοραστικό / εκπτωτικό γεγονός, και περισσότεροι από οκτώ στους δέκα καταναλωτές (83%) από αυτούς αναβάλλουν κάποιες από τις αγορές τους μέχρι τότε.

 

Επιπλέον, το 56% (από 41% που ήταν πριν από έναν χρόνο) έχει αλλάξει τις μάρκες που  αγοράζουν, είτε για να μειώσουν τα έξοδά τους, ή για να στραφούν σε προϊόντα  ιδιωτικής ετικέτας, ή για να υποστηρίξουν τοπικά καταστήματα.

 

Συμπίεση εισοδημάτων και κατανάλωσης 

 

Αναλυτικά, έχοντας μόλις αφήσει πίσω τους μια δεκαετή περίοδο δημοσιονομικής προσαρμογής, οι  Έλληνες καταναλωτές φαίνεται να βιώνουν έντονα τις οικονομικές επιπτώσεις της παρούσας  συγκυρίας. Επτά στους δέκα (70% φέτος, από 60% πέρσι) δηλώνουν ότι ξοδεύουν λιγότερα  χρήματα σε προϊόντα που δεν είναι πρώτης ανάγκης, ενώ πάνω από τους μισούς καταναλωτές  (51% φέτος, από 43% πέρσι) δηλώνουν ότι αγοράζουν μόνο τα απαραίτητα.

 

Σχεδόν στο  σύνολο των επιμέρους κατηγοριών προϊόντων, τα ποσοστά όσων δηλώνουν ότι έχουν περιορίσει τις δαπάνες τους εμφανίζονται αυξημένα σε σχέση με το 2021, ενώ το ίδιο ισχύει και  για τις εκτιμήσεις σχετικά με την εξέλιξη των δαπανών τους στους επόμενους τέσσερις μήνες. Αντίθετα, οι Έλληνες καταναλωτές εμφανίζονται πιο αισιόδοξοι για το μεσοπρόθεσμο μέλλον,  καθώς το ποσοστό όσων προβλέπουν βελτίωση της οικονομικής τους κατάστασης κατά το  επόμενο δωδεκάμηνο (29%) συμπίπτει με αυτούς που αναμένουν επιδείνωση. 

 

Στο περιβάλλον αυτό, η τιμή αναδεικνύεται και φέτος, με διαφορά, ως το σημαντικότερο  αγοραστικό κριτήριο, τόσο για το σήμερα (78%), όσο και για την επόμενη τριετία (78%).  Ωστόσο, και παρά τις δυσκολίες, συγκεκριμένες ομάδες καταναλωτών εμφανίζονται πρόθυμες  να πληρώσουν περισσότερα για επιλεγμένες κατηγορίες προϊόντων και, μάλιστα, σε  μεγαλύτερο βαθμό από τους καταναλωτές διεθνώς.

 

Οι νεότερες γενιές είναι πρόθυμες να  πληρώσουν περισσότερο για προϊόντα ή υπηρεσίες που προσφέρουν άνεση, πρακτικότητα και  ευκολία, η παραγωγική ηλικία 30-49 ετών για καλή εξυπηρέτηση πελατών και εμπειρία, ενώ οι  μεγαλύτερης ηλικίας καταναλωτές ακολουθούν πιο συναισθηματικά κριτήρια, δείχνοντας  προθυμία να πληρώσουν περισσότερα σε καταστήματα λιανικής της περιοχής τους ή για  προϊόντα που παράγονται στη χώρα μας. 

 

Εν αναμονή του επόμενου μεγάλου εκπτωτικού γεγονότος 

 

Στο περιβάλλον αυτό, μεγάλα εκπτωτικά γεγονότα, όπως η Black Friday, οι έκτακτες  εκπτώσεις, ή οι στοχευμένες μειώσεις τιμών σε προϊόντα β’ διαλογής, αποκτούν μεγαλύτερη  σημασία στη συνείδηση των καταναλωτών, καθώς σημαντικά ποσοστά εναποθέτουν τις  ελπίδες τους, ή και το άλλοθι για αυξημένη κατανάλωση, σε παρόμοια γεγονότα.  

 

Δύο στους τρεις (67%), και περισσότεροι μεταξύ των νεότερων ηλικιών, σκοπεύουν να  πραγματοποιήσουν αγορές την επόμενη φορά που θα λάβει χώρα ένα μεγάλο αγοραστικό /  εκπτωτικό γεγονός, ενώ οκτώ στους δέκα (83%) από αυτούς αναβάλλουν κάποιες αγορές που  θέλουν να πραγματοποιήσουν μέχρι τότε. Ωστόσο, μόλις το 15% δηλώνουν ότι θα ξοδέψουν περισσότερα στις εκπτώσεις σε σχέση με πέρσι, έναντι 53% που θα ξοδέψουν τα ίδια και 32%  που θα ξοδέψουν λιγότερα.  

 

Η έρευνα καταγράφει την περαιτέρω αποδυνάμωση της σχέσης του καταναλωτή με τις μάρκες που παρατηρήθηκε στη διάρκεια της πανδημίας. 47% των καταναλωτών δηλώνουν ότι οι  μάρκες αποτελούν σήμερα λιγότερο σημαντικό κριτήριο κατά τις αγοραστικές τους αποφάσεις,  ενώ το 56% των ερωτώμενων, από 41% πριν έναν χρόνο, αναφέρουν ότι έχουν αλλάξει τα  brands που αγοράζουν, είτε για να μειώσουν τα έξοδά τους, είτε γιατί επιλέγουν προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας, είτε για να υποστηρίξουν την τοπική οικονομία ή καταστήματα της γειτονιάς  τους. Επιπλέον, μόλις το 17% των Ελλήνων καταναλωτών δηλώνουν διατεθειμένοι να  πληρώσουν περισσότερα για brands που εμπιστεύονται. 

 

Την ίδια ώρα, αλλάζουν δραστικά οι προσδοκίες από τα brands. Οι καταναλωτές δεν απαιτούν  πλέον μόνο προσιτή τιμή, καλή ποιότητα και εξυπηρέτηση, αλλά και μία ισχυρή ηθική  υπόσταση που θα ακολουθεί τις κοινωνικές επιταγές, μέσα από τον ισχυρό περιβαλλοντικό και  κοινωνικό αντίκτυπο της επιχείρησης. Χαρακτηριστικά, το 72% των ερωτώμενων πιστεύουν ότι  τα brands πρέπει να συμπεριφέρονται με ηθικό τρόπο και σύμφωνα με τις προσδοκίες της  κοινωνίας, ενώ το 69% θεωρούν ότι η συμπεριφορά μίας επιχείρησης είναι τόσο σημαντική,  όσο και τα προϊόντα και οι υπηρεσίες που προσφέρει, ευρήματα που δημιουργούν για τις  επιχειρήσεις και τα brands νέες ευθύνες και προκλήσεις. 

 

Το θέμα της υγείας ανησυχεί, αλλά πολύ λιγότερο 

 

Οι Έλληνες καταναλωτές δηλώνουν ότι είναι, πλέον, πολύ πιο σημαντικό αγοραστικό κριτήριο  το να είναι ένα προϊόν υγιεινό (61%) και είναι πιο πρόθυμοι να πληρώσουν περισσότερα για  προϊόντα που προωθούν την υγεία και την ευεξία (35%), σε σχέση με τους καταναλωτές στον  υπόλοιπο κόσμο. Παράλληλα, όμως, εμφανίζονται πιο έτοιμοι από το παγκόσμιο δείγμα να  επισκεφτούν ξανά τα φυσικά καταστήματα, υποδηλώνοντας ότι η κοινωνία έχει εξοικειωθεί  περισσότερο με την πανδημία. 

 

Τα ζητήματα της υγείας εξακολουθούν να προβληματίζουν τους Έλληνες καταναλωτές, οι  ανησυχίες, όμως, έχουν υποχωρήσει, καθώς επισκιάζονται σε μεγάλο βαθμό από τα  οικονομικά προβλήματα. Οι ανησυχίες για την υγεία βρίσκονται πλέον στην τρίτη θέση (55%),  μετά το κόστος διαβίωσης (74%) και τα οικονομικά (60%), ενώ η ψυχική υγεία ανησυχεί εξίσου  με τη σωματική. 

 

Οι online αγορές ήρθαν για να μείνουν 

 

Οι Έλληνες καταναλωτές εξοικειώθηκαν εξ ανάγκης απότομα με το ηλεκτρονικό εμπόριο. Στη  φετινή έρευνα, πάνω από τους μισούς (57%) τοποθετούνται θετικά απέναντι στις διαδικτυακές  αγορές, και το ποσοστό αυτό κατανέμεται ισομερώς σε όλες τις ηλικιακές ομάδες και  κοινωνικές τάξεις. Όταν ρωτήθηκαν πώς θα κάνουν τις αγορές τους, ή θα αναζητήσουν  προσφορές κατά το επόμενο μεγάλο εκπτωτικό γεγονός, μόλις 7% απάντησαν «κυρίως ή μόνο  σε φυσικά καταστήματα». Ωστόσο, μια ισχυρή μειοψηφία εξακολουθεί να τηρεί επιφυλακτική  στάση απέναντι στις διαδικτυακές αγορές, περισσότερο στα τρόφιμα και είδη σουπερμάρκετ  και, σε μικρότερο βαθμό, στα αγαθά διαρκείας.  

 

Η αναζήτηση της εμπειρίας μέσα στην κρίση 

 

Σημαντικά μερίδια των Ελλήνων καταναλωτών, ιδιαίτερα στις ηλικίες 30-49 ετών, δηλώνουν ότι  θα ήταν πρόθυμοι να πληρώσουν περισσότερα για προϊόντα προσαρμοσμένα στις ατομικές  τους ανάγκες και γούστα, και προϊόντα που εξασφαλίζουν άνεση, πρακτικότητα και ευκολία.  Είναι ενδεικτικό, επίσης, ότι, παρά την οικονομική στενότητα, ένας στους τέσσερις (26%)  σκοπεύει να ξοδέψει περισσότερα σε διακοπές και ταξίδια αναψυχής, το υψηλότερο ποσοστό  μεταξύ όλων των επιμέρους κατηγοριών προϊόντων και υπηρεσιών. Μακροπρόθεσμα, ένας  στους δύο δηλώνει ότι θα δαπανά περισσότερα σε εμπειρίες, και ένας στους τέσσερις ότι θα  κάνει περισσότερες online αγορές και θα επισκέπτεται μόνο καταστήματα που προσφέρουν  σπουδαίες εμπειρίες.  

 

Ανησυχία για τη βιώσιμη ανάπτυξη, που δε μεταφράζεται υποχρεωτικά σε πράξεις  

 

38% των καταναλωτών θεωρούν τη βιώσιμη ανάπτυξη σημαντικό παράγοντα κατά τη λήψη  αγοραστικών αποφάσεων σήμερα, ενώ, μακροπρόθεσμα, μέσω των επιλογών τους, δύο στους  τρεις (64%) δείχνουν να τους απασχολεί ο περιβαλλοντικός αντίκτυπος των αγορών τους. 

 

 

 

Ανησυχητικές ενδείξεις

 

Ούτε θέλουμε να το σκεφτόμαστε. Αλλά προσωπικά ότι από τα μέσα καλοκαιριού και δειλά – δειλά ακούγεται όλο και περισσότερο πως το φθινόπωρο και ειδικά του χρόνου το χειμώνα θα έχουμε σκληρά μέτρα για την αντιμετώπιση ενός νέου κύματος της πανδημίας, προσωπικά δε μας αρέσει καθόλου. Για την ακρίβεια, ως εφιάλτης μας ακούγεται … Και το χειρότερο είναι πως το γράφουνε και κυρίως το λένε άνθρωποι (από το εξωτερικό), οι οποίοι στις προβλέψεις τους όλο αυτό το χρονικό διάστημα τα έχουνε πάει εξαιρετικά καλά ….

 
 

 

Χαρακτηριστικό δημοσίευμα ….

 

Αναφορικά με τον Covid-19 (θυμίζουμε πως έχουνε περάσει 2,5 χρόνια από το ξέσπασμα του), θα λέγαμε πως χαρακτηριστικό ήτανε το παρακάτω δημοσίευμα:  

 

Οι προτεραιότητες μπορεί να έχουν πλέον φαινομενικά αναδιαμορφωθεί λόγω όσων μεσολάβησαν (πόλεμος στην Ουκρανία, πληθωριστικές πιέσεις, επαπειλούμενη ενεργειακή κρίσηκαύσωνεςφωτιές), ωστόσο η απειλή του κορωνοϊού παραμένει, αναδιαμορφωμένη και εκείνη, καθώς η Δύση οδεύει προς έναν ακόμη – όπως όλα δείχνουν δύσκολο – χειμώνα, τον κατά σειρά τρίτο χειμώνα της πανδημίας.

 

Οι χώρες στην Ευρώπη έχουν υιοθετήσει διαφορετικές προσεγγίσεις απέναντι στην πανδημία. Στο παρελθόν, το γεγονός αυτό οδήγησε σε κλείσιμο των συνόρων προκαλώντας παράλληλα αναστάτωση και σύγχυση μεταξύ των πολιτών αναφορικά με τους κανόνες που ισχύουν σε κάθε περιοχή. Αυτές οι αποκλίσεις θα προκαλούσαν παράλληλα και δυσπιστία απέναντι στους ηγέτες που… δεν συντονίζονται.

 

Πλέον, καθώς η Ευρώπη υποφέρει μέσα σε συνθήκες καύσωνα, είναι εύκολο να ξεχάσουμε τις υποπαραλλαγές της Όμικρον που συνεχίζουν να στέλνουν ασθενείς στα νοσοκομεία. Αυτό το νέο κύμα του κορωνοϊού ωστόσο, το πιο πιθανό είναι πως δεν θα είναι το τελευταίο και, καθώς η κόπωση από την πανδημία βαθαίνει, η Ευρώπη δέχεται πιέσεις να υιοθετήσει μια πιο ενοποιημένη προσέγγιση εάν θέλει να προετοιμαστεί για αυτό που οι ειδικοί φοβούνται ότι θα μπορούσε να είναι ένας ακόμη θανατηφόρος πανδημικός χειμώνας, όπως σημειώνει σε δημοσίευμά του το Politico.

 

Οι εισαγωγές στα νοσοκομεία έχουν διπλασιαστεί τον τελευταίο μήνα και η Ευρώπη βλέπει σχεδόν 3.000 ανθρώπους να πεθαίνουν από COVID-19 κάθε εβδομάδα.

 

«Αυτοί οι αριθμοί δίνουν μια εικόνα του πρόσφατου παρελθόντος. Το να κοιτάς και να προετοιμάζεσαι για το μέλλον είναι πολύ πιο δύσκολο, ωστόσο πρέπει να αντιμετωπιστεί επειγόντως», προειδοποίησε προ ημερών ο επικεφαλής του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ) για την Ευρώπη, Χανς Κλούγκε.

 

Οι χώρες, σύμφωνα με τον Κλούγκε, θα πρέπει να ενισχύσουν τα ποσοστά εμβολιασμού, ειδικά σε ομάδες κινδύνου, και να προωθήσουν την χρήση μάσκας σε εσωτερικούς χώρους και στα μέσα μαζικής μεταφοράς.

 

Η επίτροπος Υγείας Στέλλα Κυριακίδου έστειλε επιστολή στους υπουργούς Υγείας καλώντας τους να προετοιμαστούν τώρα για το φθινόπωρο που έρχεται.

 

Εν τω μεταξύ, η Γερμανία έκανε γνωστό πως πρόκειται να επαναφέρει τους επόμενους μήνες την υποχρεωτική χρήση μάσκας σε εσωτερικούς δημόσιους.

 

Όμως γενικότερα, οι ηγέτες στην Ευρώπη – που καλούνται τώρα να διαχειριστούν τις επιπτώσεις από τον πόλεμο στην Ουκρανία, τον πληθωρισμό και την ενεργειακή κρίση που απειλεί με συνακόλουθη ύφεση – δεν έχουν σχεδόν καμία όρεξη να προχωρήσουν σε σκληρότερους περιορισμούς που θα μπορούσαν να πυροδοτήσουν νέες λαϊκές αντιδράσεις και δυσφορία, όπως σημειώνει το Politico.

 

Από την άλλη πλευρά ωστόσο, υπάρχουν ειδικοί που ζητούν, πλέον, να εναρμονιστούν τα σχετικά μέτρα σε ολόκληρη την Ευρώπη.

 

Η Ευρώπη θα πρέπει να αναπτύξει – συμφωνήσει σε «ένα σύνολο κριτηρίων που θα πρέπει να πληρούνται», δηλώνει από την πλευρά της, μιλώντας στο Politico, η Dorota Sienkiewicz του δικτύου EuroHealthNet. Κάτι τέτοιο μπορεί, ωστόσο, να γίνει μόνο υπό τον συντονισμό του Ευρωπαϊκού Κέντρου Ελέγχου και Πρόληψης Νόσων (ECDC) και της Αρχής Ετοιμότητας και Αντιμετώπισης Καταστάσεων Έκτακτης Υγειονομικής Ανάγκης (HERA).

 

«Άπιαστο όνειρο»

 

Πόσο εφικτή είναι, όμως, πρακτικά μια τέτοια εναρμόνιση; Σύμφωνα με το Politico, πρόκειται για «άπιαστο όνειρο» («pipe dream»).

 

«Δεδομένων των διαφορών μεταξύ των χωρών ως προς τις δυνατότητες υγειονομικής περίθαλψης, τα ποσοστά εμβολιασμού και την κοινωνική αποδοχή των μέτρων για τον έλεγχο της COVID-19, δεν είναι εφικτό να καθοριστούν ουσιαστικά αριθμητικά όρια με δείκτες κρισιμότητας που θα μπορούσαν να εφαρμοστούν σε όλες τις χώρες των ΕΕ/ΕΟΧ με εναρμονισμένο τρόπο», αναφέρουν οι ίδιοι οι ειδικοί του Ευρωπαϊκού Κέντρου Ελέγχου και Πρόληψης Νόσων (ECDC) σε σχόλια που εστάλησαν μέσω email στο Politico.

 

To ECDC, ο ΠΟΥ και ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Φαρμάκων έχουν δώσει οδηγίες – κατευθυντήριες γραμμές με μέτρα που προτείνεται να ακολουθήσουν τα κράτη. Όπως σημειώνει ωστόσο αξιωματούχος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής μιλώντας στο Politico, τον τελικό λόγο εξακολουθούν σε κάθε περίπτωση να τον έχουν τα κράτη.

 

Πηγή: Politico

 
 
 
 
 
 

 

 

 

Παλαιότερα Σχόλια

   

Αποποίηση Ευθύνης.... 

© 2016-2022 Greek Finance Forum