|
Ο πρόεδρος
Τραμπ έχει καταστήσει σαφές ότι προτίθεται να ανατρέψει την
καθεστηκυία οικονομική τάξη. Σε 100 ημέρες έχει σημειώσει
εντυπωσιακή πρόοδο στην επίτευξη αυτού του στόχου. Οι
αλλαγές που έχει επιφέρει είναι βαθιές. Θα μπορούσε να τις
ανακαλέσει ο επόμενος πρόεδρος των ΗΠΑ;
Όπως έγραψαν οι
New York
Times
σε πρόσφατο άρθρο τους. Σε αυτήν την αρχική
φάση, ιστορικοί και πολιτικοί αναλυτές συμφωνούν πως οι
μεταβολές που έχει επιβάλει ο Τραμπ θα είναι δύσκολο να
αντιστραφούν. Πρωτίστως η απώλεια της εμπιστοσύνης στις ΗΠΑ,
ένα περιουσιακό στοιχείο που χρειάστηκε γενιές για να
κατακτηθεί. «Το σύνθημα να κάνουμε την Αμερική μεγάλη ξανά
και ο κ. Βανς θα υπάρχουν πολύ μετά τον Τραμπ», εκτιμά ο Ιαν
Γκόλντιν, καθηγητής Παγκοσμιοποίησης και Ανάπτυξης στο
Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης. Οποιος κι αν είναι ο επόμενος
ένοικος του Λευκού Οίκου, οι συνθήκες που επέβαλε το κίνημα
«να κάνουμε την Αμερική μεγάλη ξανά», διευρύνοντας την
ανισότητα και την οικονομική ανασφάλεια, θα παραμείνουν. Για
τον υπόλοιπο κόσμο θα υπάρχει η ανησυχία μήπως υπάρξει «κι
άλλος Τραμπ στο μέλλον». Ως εκ τούτου, οι άλλες χώρες
σπεύδουν να συνάψουν συμμαχίες και σχέσεις συνεργασίας που
αποκλείουν τις ΗΠΑ. Η Ε.Ε. και οι χώρες της Νότιας Αμερικής
δημιούργησαν προσφάτως μια από τις μεγαλύτερες ζώνες
ελευθέρου εμπορίου. Ο Καναδός πρωθυπουργός Μαρκ Κάρνεϊ
πρότεινε προσφάτως τη δημιουργία νέων εμπορικών μεταφορικών
δικτύων που θα διευκολύνουν την πρόσβαση σε διάφορες αγορές
εκτός των ΗΠΑ.
Οι εφοδιαστικές
αλυσίδες θα αναδιαρθρωθούν, θα συναφθούν νέες σχέσεις
συνεργασίας ενώ φοιτητές, ερευνητές και ταλέντα της
τεχνολογίας θα μεταναστεύσουν αλλού. Και όπως τονίζει ο
καθηγητής Γκόλντιν, «οι ΗΠΑ δεν θα ανακτήσουν γρήγορα την
οικονομική τους θέση». Επιπλέον, η περιφρόνηση που έχει
επιδείξει ο Τραμπ για τους διεθνείς οργανισμούς ενισχύει την
επιρροή της Κίνας, του κύριου στόχου της προσπάθειάς του να
ασκήσει πίεση με οικονομικά μέσα. Σύμφωνα με τον Ορβιλ Σελ,
διευθυντή του Κέντρου Σινοαμερικανικών Σχέσεων στην Ασιατική
Εταιρεία στη Νέα Υόρκη, η κυβέρνηση Τραμπ προσφέρει
«τεράστιες ευκαιρίες στον Σι Τζινπίνγκ και στην Κίνα». Ο
Κινέζος πρόεδρος προσπαθεί να εκμεταλλευτεί τη στροφή του
Τραμπ στον προστατευτισμό και στη χαοτική πολιτική για να
αναβαθμίσει τη θέση του Πεκίνου και να εμφανίσει την Κίνα ως
υπερασπιστή του ελευθέρου εμπορίου και νέο ηγέτη του
παγκόσμιου εμπορικού συστήματος. Η επιχειρηματολογία του κ.
Σι βρίσκει ευήκοα ώτα στις αναδυόμενες οικονομίες της
Λατινικής Αμερικής, της Ασίας και της Αφρικής.
Αυτό προπαντός
ισχύει για την Αφρική. Ο Τραμπ ακύρωσε σειρά προγραμμάτων
ανθρωπιστικής βοήθειας προς τις φτωχότερες χώρες και το
σχέδιο αναδιοργάνωσης που παρουσίασε το υπουργείο Εξωτερικών
προτείνει την κατάργηση σχεδόν όλων των διπλωματικών
αποστολών στη μαύρη ήπειρο. Η Κίνα, αντιθέτως, έχει ήδη
εκτεταμένες επενδύσεις στην Αφρική στο πλαίσιο του νέου
Δρόμου του Μεταξιού και έχει κατακτήσει σε μεγάλο βαθμό τον
έλεγχο των κρίσιμων μετάλλων της ηπείρου.
Ο Αντονι Χόπκινς,
καθηγητής Ιστορίας στο Κέμπριτζ, προσθέτει πως ο Τραμπ
ξεχνάει πόσο σημαντικό ρόλο έχει διαδραματίσει η Κίνα ως
διεθνής επενδυτής αλλά και πιστωτής των ΗΠΑ καθώς έχει
αγοράσει αμερικανικό χρέος. Αν η πρόσβασή της στη μεγάλη
καταναλωτική αγορά της Αμερικής μειωθεί δραματικά, «είναι
πιθανόν να πληγεί και η δυνατότητά της να επενδύει σε
ομόλογα του αμερικανικού δημοσίου και αυτό σημαίνει ότι η
υπερδύναμη πυροβολεί τα ίδια της τα πόδια». Και τέλος, το
πλήγμα που καταφέρει στις δυνατότητες του ομοσπονδιακού
κράτους να χρηματοδοτεί την έρευνα και τη συγκέντρωση
δεδομένων, μπορεί να υπονομεύσει την πρωτοκαθεδρία της
Αμερικής στις επιστήμες αλλά και την ανταγωνιστικότητά της.
|