|
Είναι εύκολο να
δημιουργηθεί η εντύπωση ότι ο Ντόναλντ Τραμπ είναι
ασταμάτητος. Ο πρόεδρος των ΗΠΑ έχει ξεκινήσει πολλές
διαμάχες και έχει σημειώσει κάποιες επιτυχίες, δημιουργώντας
την αίσθηση ότι η αντίσταση είναι μάταιη. Για παράδειγμα,
κατάφερε σε μεγάλο βαθμό να επιβάλει τους στόχους του στην
Ευρωπαϊκή Ένωση και στην Intel, αναγκάζοντας τον μεγαλύτερο
εμπορικό εταίρο των ΗΠΑ σε μια μονομερή συμφωνία και
εξασφαλίζοντας μετοχικό ποσοστό 9,9% στην κατασκευάστρια
τσιπ.
Όμως η εικόνα είναι
μισή. Ο Τραμπ έχει επιτυχίες απέναντι σε αδύναμους
αντιπάλους, αλλά οι ισχυρότεροι έχουν αποδειχθε πιο
δύσκολοι. Η Ε.Ε. ανήκει στην πρώτη κατηγορία, καθώς η
εξάρτησή της από τις ΗΠΑ στην ασφάλεια τον βοήθησε να
διπλασιάσει τις αμυντικές δαπάνες των κρατών-μελών και να
εξασφαλίσει συμφωνία για αγορά αμερικανικής ενέργειας αξίας
750 δισ. δολαρίων μέχρι το 2028.
Αντιθέτως, η Κίνα,
η Ρωσία και η Ινδία έχουν παραμείνει ανεξάρτητοι αντίπαλοι.
Ο έλεγχος κρίσιμων υλικών από το Πεκίνο ανάγκασε τον Τραμπ
να επανεξετάσει την επιβολή δασμών στις κινεζικές εισαγωγές.
Οι κυρώσεις κατά της Ρωσίας καθυστερούν, καθώς η κυβέρνηση
αρνείται να συμφωνήσει σε κατάπαυση πυρός στην Ουκρανία, ενώ
η Ινδία συνεχίζει να αγοράζει ρωσικό πετρέλαιο παρά τους
τιμωρητικούς δασμούς.
Ο Τραμπ δεν έχει
επίσης καταφέρει να «ελέγξει» την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των
ΗΠΑ. Παράλληλα, η δημοτικότητά του έχει μειωθεί στο 40%,
περιορίζοντας την ικανότητά του να κερδίζει μάχες. Η λίστα
των επιτυχιών του περιλαμβάνει το λεγόμενο «μεγάλο, όμορφο
νομοσχέδιο», ενώ σε άλλους τομείς τα αποτελέσματα είναι
ανάμεικτα: μονομερείς εμπορικές συμφωνίες με Ιαπωνία,
Ηνωμένο Βασίλειο και μερικές προόδους με Καναδά και Μεξικό,
αλλά αποτυχίες με Κίνα, Ινδία και κάποιες αντιστάσεις της
Ε.Ε. σε ψηφιακούς κανονισμούς.
Η συνεχής εμπλοκή
του σε πολλαπλές μάχες μπορεί να αποδυναμώσει τη
μακροπρόθεσμη θέση των ΗΠΑ. Οι ταυτόχρονες εντάσεις με χώρες
όπως η Ινδία και η Βραζιλία ενδέχεται να τις φέρουν πιο
κοντά στην Κίνα και τη Ρωσία, καθιστώντας τις τελευταίες
τους κερδισμένους.
Επιπλέον, οι δασμοί
που επέβαλε μπορούν να αυξήσουν τις τιμές και να επηρεάσουν
την απασχόληση. Η οικονομική του διαχείριση εγκρίνεται μόνο
από το 37% των Αμερικανών. Οποιαδήποτε επιπλέον παρέμβαση
στη Fed ή στα στατιστικά στοιχεία θα μπορούσε να προκαλέσει
αναταράξεις στις αγορές.
Οι ψηφοφόροι
αποτελούν τον μεγαλύτερο περιορισμό στην εξουσία του. Η
συνεχιζόμενη πτώση της δημοτικότητάς του και οι προβλέψεις
για πιθανή ήττα των Ρεπουμπλικανών στη Βουλή των
Αντιπροσώπων ενδέχεται να σηματοδοτούν ότι η ισχύς του Τραμπ
πλησιάζει στο αποκορύφωμά της.
|