|
Τα γεγονότα του
τελευταίου μήνα δημιούργησαν την εντύπωση ότι η αντιπαλότητα
ανάμεσα στην Ουάσιγκτον και το Πεκίνο βαίνει προς το τέλος
της. Στην ετήσια σύνοδο του Οργανισμού Συνεργασίας της
Σαγκάης, ο Ινδός πρωθυπουργός Ναρέντρα Μόντι και ο Ρώσος
πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν εμφανίστηκαν δίπλα στον Σι
Τζινπίνγκ, προβάλλοντας εικόνα συνοχής απέναντι στις ΗΠΑ.
Λίγο αργότερα, στο Πεκίνο, ο Σι παρουσίασε στρατιωτική ισχύ
σε παρέλαση όπου παρευρέθηκαν οι ηγέτες Ρωσίας και Βόρειας
Κορέας. Την ίδια στιγμή, η αμερικανική ηγεσία υπό τον
Ντόναλντ Τραμπ εμφανίζεται να αποδυναμώνει το διεθνές κύρος
των ΗΠΑ, ασκώντας πίεση ακόμη και σε συμμάχους.
Η ρωσο-ουκρανική
σύγκρουση έφερε Κίνα και Ρωσία σε στενή συνεργασία, με τον
Σι να στηρίζει τον Πούτιν, ενώ οι πολιτικές του Τραμπ εντός
και εκτός ΗΠΑ δημιουργούν τριγμούς. Οι δασμοί πιέζουν την
αμερικανική οικονομία σε ύφεση, οι φοροελαφρύνσεις αυξάνουν
δραματικά το δημόσιο χρέος, ενώ η διεθνής αξιοπιστία του
δολαρίου δέχεται αμφισβήτηση. Παράλληλα, οι εμπορικές του
συγκρούσεις έχουν οδηγήσει σε αντιπαραθέσεις με
παραδοσιακούς εταίρους, όπως ο Καναδάς και η Ευρώπη. Όσο
περισσότερο μάλιστα ο Τραμπ ενισχύει αυταρχικές τάσεις στο
εσωτερικό, τόσο δυσκολότερο γίνεται για την Αμερική να
προβάλλει το πρότυπο της δημοκρατίας διεθνώς.
Ωστόσο, παρά τα
παραπάνω, η εικόνα δεν είναι μονόπλευρη. Οι ΗΠΑ εξακολουθούν
να υπερτερούν οικονομικά, με ΑΕΠ 29 τρισ. δολαρίων έναντι 19
τρισ. της Κίνας, και διατηρούν τεχνολογική και στρατιωτική
υπεροχή. Οι ευρωπαϊκοί και ασιατικοί σύμμαχοί τους μπορεί να
εκφράζουν δυσαρέσκεια, αλλά δύσκολα θα εγκαταλείψουν την
Ουάσιγκτον. Την ίδια στιγμή, η επιθετική ρητορική του
Πεκίνου καλύπτει σοβαρές αδυναμίες: υπερεπενδύσεις σε έργα
χαμηλής αποδοτικότητας, διογκωμένο πιστωτικό σύστημα που
έχει εκτιναχθεί στο 287% του ΑΕΠ (από 113% το 2008), αλλά
και επιβράδυνση της ανάπτυξης.
Η κινεζική
οικονομία παραμένει εξαγωγικά προσανατολισμένη. Παρότι έχει
περιορίσει την εξάρτηση από την αμερικανική αγορά,
κατευθύνει τα προϊόντα της –όπως ηλεκτρικά οχήματα και
φωτοβολταϊκά– σε άλλες χώρες, προκαλώντας ανησυχία για
πλημμυρίδα κινεζικών αγαθών. Επιπλέον, η χώρα εισέρχεται σε
δύσκολη δημογραφική περίοδο, με τον πληθυσμό της να
αναμένεται να μειωθεί κατά 12% έως το 2050, την ώρα που ο
αμερικανικός θα αυξηθεί κατά 9%. Προστίθεται και η
αβεβαιότητα για το ποιος θα διαδεχθεί τον Σι, στοιχείο που
βαραίνει τις προοπτικές της Κίνας.
Μέσα σε αυτό το
πλαίσιο, εγείρεται το ερώτημα αν οι λεγόμενες «μεσαίες
δυνάμεις» μπορούν να κερδίσουν χώρο ανεξάρτητα από τις δύο
υπερδυνάμεις. Η απάντηση δεν είναι απλή. Η Ευρωπαϊκή Ένωση,
για παράδειγμα, δεν μπορεί να αποδεχθεί νίκη της Ρωσίας στην
Ουκρανία, κάτι που απαιτεί διαρκή αμερικανική βοήθεια προς
το Κίεβο. Έτσι, παρά την επιθετική στάση του Τραμπ, η Ευρώπη
συντάχθηκε σε μια μονόπλευρη εμπορική συμφωνία. Η έκβαση του
πολέμου στην Ουκρανία θα αποτελέσει καθοριστικό παράγοντα
για τη νέα παγκόσμια ισορροπία: μια νίκη της Μόσχας θα
ισοδυναμούσε με κέρδος για το Πεκίνο και ήττα για την
Ουάσιγκτον· αντίθετα, μια ουκρανική επιβίωση θα ενίσχυε την
Ευρώπη.
Η Pax Americana
μπορεί να δείχνει φθίνουσα, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι τη
θέση της θα καταλάβει αυτόματα μια Pax Sinica. Το μέλλον
ίσως αποδειχθεί πιο περίπλοκο και πολυκεντρικό απ’ όσο
φαίνεται σήμερα.
|