|
Από τη βιομηχανία σχιστολιθικού πετρελαίου
των ΗΠΑ, που κατέστησε τη χώρα παγκόσμια ηγετική δύναμη στην
παραγωγή πετρελαίου, έως τα ευρωπαϊκά είδη πολυτελείας που
παράγονται σε ισπανικές μονάδες, όπως οι τσάντες
Louis
Vuitton
και Chanel,
και τα φημισμένα γαλλικά κρασιά της Βουργουνδίας, μέχρι τα
λιμάνια της Καλιφόρνιας, ο αντίκτυπος των δασμών που απειλεί
να επιβάλει ο Τραμπ γίνεται ήδη αισθητός — όχι μόνο μέσω των
ζημιών που προκαλεί, αλλά και εξαιτίας της σύγχυσης που
δημιουργεί.
Οι Αμερικανοί
αναζητούν όλο και περισσότερο προϊόντα «Made
in USA»,
ώστε να αποφεύγουν τα ακριβά εισαγόμενα, αντιλαμβανόμενοι,
όμως, ότι πολλά αγαθά δεν παράγονται εντός των ΗΠΑ.
Η αύξηση του
κόστους παραγωγής του σχιστολιθικού πετρελαίου λόγω των
δασμών οδηγεί σε αδιέξοδο τη βιομηχανία αυτή, ειδικά σε
συνδυασμό με την αιφνιδιαστική απόφαση του ΟΠΕΚ για μείωση
της παραγωγής, που οδήγησε την τιμή του πετρελαίου κάτω από
τα 62 δολάρια το βαρέλι, συγκεκριμένα στα 61,53 δολάρια,
δηλαδή κατά 23% χαμηλότερα από το υψηλότερο επίπεδο του
έτους. Για να διατηρηθεί βιώσιμος ο κλάδος, η τιμή πρέπει να
διατηρηθεί τουλάχιστον στα 65 δολάρια το βαρέλι. Ως
αποτέλεσμα, η S&P
Global
Commodity Insights
προβλέπει μείωση 1,1% στην αμερικανική παραγωγή πετρελαίου
το επόμενο έτος, στα 13,3 εκατομμύρια βαρέλια ημερησίως —
κάτι που θα αποτελέσει την πρώτη πτώση στην παραγωγή μετά
από μία δεκαετία, εξαιρουμένης της περιόδου της πανδημίας
του 2020 και των πρώτων
lockdown,
που είχαν οδηγήσει σε κατάρρευση της ζήτησης και πτώση των
τιμών σε αρνητικό πρόσημο.
Παράλληλα, οι
οινοποιοί της Βουργουνδίας αντιμετωπίζουν άμεσο κίνδυνο,
καθώς οι δασμοί που απειλεί να επιβάλει ο Τραμπ θα
καθιστούσαν τα κρασιά τους απαγορευτικά για την αμερικανική
αγορά. Ο Φρανσουά Λαμπέ, πρόεδρος του Συμβουλίου Κρασιών
Βουργουνδίας και εκπρόσωπος των 3.500 παραγωγών της
περιοχής, δήλωσε στο
BBC
ότι η αμερικανική αγορά αποτελεί τη μεγαλύτερη για τις
εξαγωγές της Βουργουνδίας, αντιπροσωπεύοντας το 25% του
συνολικού όγκου και αξίας των εξαγωγών κρασιών της περιοχής.
Μάλιστα, πέρυσι οι εξαγωγές κρασιών Βουργουνδίας προς τις
ΗΠΑ αυξήθηκαν κατά 16%, παρά τη συνολική πτώση των εξαγωγών
γαλλικών αλκοολούχων ποτών.
Οι δασμοί, ακόμα
και ως απειλή, κλονίζουν βαθιά τις ευρωπαϊκές βιομηχανίες
ειδών πολυτελείας, που κινδυνεύουν να χάσουν τη μεγαλύτερη
αγορά τους. Παράλληλα, η προσπάθεια μεταφοράς της παραγωγής
εντός των ΗΠΑ δεν αποδίδει. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα
είναι οι βιοτεχνίες δερμάτινων ειδών στην Ούμπρικα της
Ανδαλουσίας, όπου παράγονται οι πολυτελείς τσάντες των
Louis
Vuitton και
Chanel σε εργοστάσια που απασχολούν το 25% των
16.000 κατοίκων της πόλης. Η παράδοση στη χειροποίητη
δερμάτινη δουλειά είναι τόσο ισχυρή, που στην είσοδο της
πόλης υπάρχει ένα γιγάντιο γλυπτό που απεικονίζει το ξύλινο
εργαλείο για την επεξεργασία του δέρματος. Ωστόσο, το γόητρο
της ευρωπαϊκής καταγωγής των προϊόντων αποδεικνύεται
κρίσιμο, καθώς οι Αμερικανοί καταναλωτές δεν δείχνουν
ενδιαφέρον για τσάντες
Louis
Vuitton που παράγονται στο Τέξας, προτιμώντας
αποκλειστικά αυτές που κατασκευάζονται στην Ευρώπη. Η μονάδα
παραγωγής στο Τέξας δεν έχει καταφέρει να βρει αρκετούς
τεχνίτες — από τους σχεδιαζόμενους 1.000 εργαζόμενους, έχουν
προσληφθεί μόλις 300, σύμφωνα με τη
Wall
Street Journal.
Από την άλλη
πλευρά, οι Αμερικανοί καταναλωτές και επιχειρηματίες
αντιμετωπίζουν σημαντικές δυσκολίες στην προσπάθειά τους να
προστατευθούν από την αύξηση των τιμών και να υποστηρίξουν
τον οικονομικό πατριωτισμό αγοράζοντας «made
in
USA»
προϊόντα. Όπως διαπιστώνει η
S&P
Global
Mobility, σχεδόν το 50% των επιβατικών οχημάτων
που πωλήθηκαν στις ΗΠΑ το περασμένο έτος είχαν
συναρμολογηθεί εκτός της χώρας, ενώ σχεδόν όλα τα έξυπνα
κινητά που διατέθηκαν στην αμερικανική αγορά ήταν προϊόντα
ξένης κατασκευής. Παρ’ όλα αυτά, ο εκπρόσωπος του Λευκού
Οίκου, Τέιλορ Ρότζερς, τονίζει με υπερηφάνεια ότι το «Made
in
America» δεν αποτελεί απλώς μια ετικέτα, αλλά το
σύμβολο της αμερικανικής υπεροχής — την ταυτότητα που
ολόκληρος ο κόσμος θα συνηθίσει, καθώς οι ΗΠΑ επιδιώκουν να
επανέλθουν ως παγκόσμια βιομηχανική δύναμη.
|