|
Παρότι οι
«ανταποδοτικοί» δασμοί που επέβαλε ο Ντόναλντ Τραμπ έχουν
αποτελέσει αντικείμενο εκτενούς ανάλυσης, η επίδρασή τους
στις αναπτυσσόμενες χώρες δεν έχει λάβει την προσοχή που
αναλογεί στη σημασία της. Στην πραγματικότητα, τα νέα
εμπορικά μέτρα του Αμερικανού προέδρου ενδέχεται όχι μόνο να
παγιώσουν, αλλά και να διευρύνουν το χάσμα μεταξύ πλούσιων
και φτωχών οικονομιών.
Σε άρθρο τους, οι
ερευνητές Qiyuan Xu και Yutao Huang
της Κινεζικής Ακαδημίας Κοινωνικών Επιστημών ανέλυσαν
88 οικονομίες που επηρεάζονται από τους
δασμούς που ανακοινώθηκαν στις 31 Ιουλίου και τέθηκαν σε
ισχύ τον περασμένο μήνα. Αφαιρώντας οκτώ ακραίες περιπτώσεις
(τις τέσσερις πλουσιότερες και τις τέσσερις φτωχότερες),
διαπίστωσαν ότι όσο χαμηλότερο είναι το εισόδημα
μιας χώρας, τόσο μεγαλύτερο το βάρος που της αναλογεί.
Για 42 οικονομίες με κατά κεφαλήν ΑΕΠ κάτω των 10.000
δολαρίων, ο μέσος δασμολογικός συντελεστής φτάνει στο
20,3%, ενώ για 19 οικονομίες με κατά
κεφαλήν ΑΕΠ άνω των 35.000 δολαρίων, περιορίζεται στο
14,5%. Πρόκειται για μια πλήρη αντιστροφή
σε σχέση με το Γενικευμένο Σύστημα Προτιμήσεων του
ΠΟΕ, το οποίο παρείχε ιστορικά ευνοϊκή μεταχείριση
στις φτωχότερες χώρες.
Οι αναπτυσσόμενες
οικονομίες βασίζονται σε μεγάλο βαθμό στις εξαγωγές
περιορισμένης διαφοροποίησης – κυρίως πρωτογενών αγαθών ή
φθηνών βιομηχανικών προϊόντων με πολύ χαμηλά περιθώρια
κέρδους. Στη Σρι Λάνκα, για παράδειγμα, τα
υφάσματα αντιστοιχούν στο 44% των εξαγωγών
(με το 25,5% να κατευθύνεται στις ΗΠΑ το 2022), απασχολώντας
το ένα τρίτο του εργατικού δυναμικού στη μεταποίηση. Στο
Μπανγκλαντές, τα ενδύματα αποτελούν το
83% των εξαγωγών, με σχεδόν το 20% να έχει
προορισμό την αμερικανική αγορά το 2025. Οι χώρες αυτές,
λόγω περιορισμένης διαπραγματευτικής ισχύος, αναγκάζονται να
μειώσουν τις τιμές ή να χάσουν μερίδιο αγοράς, οδηγούμενες
σχεδόν αναπόφευκτα σε απώλεια συναλλαγματικών εσόδων.
Η εξέλιξη αυτή
είναι ιδιαίτερα κρίσιμη, καθώς πολλές αναπτυσσόμενες χώρες
χρειάζονται ξένο συνάλλαγμα για την αποπληρωμή εξωτερικού
χρέους και την κάλυψη βασικών εισαγωγών όπως καύσιμα και
τρόφιμα. Η μείωση των εσόδων σε δολάρια εντείνει τις πιέσεις
υποτίμησης στα τοπικά νομίσματα και επιβαρύνει το χρέος,
συρρικνώνοντας παράλληλα το δημοσιονομικό περιθώριο για
επενδύσεις σε υποδομές, εκπαίδευση και υγεία.
Έτσι, οι δασμοί του
Τραμπ λειτουργούν ως εμπόδιο στην ανάπτυξη εκείνων που την
έχουν περισσότερο ανάγκη, επιτείνοντας τις
παγκόσμιες ανισότητες. Την ίδια στιγμή, και οι ΗΠΑ
εκτίθενται σε σοβαρές συνέπειες: χαμηλότερη παγκόσμια
ζήτηση, αυξημένους κινδύνους χρέους διεθνώς και εντεινόμενη
γεωπολιτική αστάθεια.
Αντί να επιδιώκει
μια αμφίβολη «αμοιβαιότητα» στους δασμολογικούς πίνακες, η
αμερικανική κυβέρνηση θα όφειλε να υιοθετήσει
κανόνες χωρίς αποκλεισμούς, που μειώνουν τις
ανισότητες και δίνουν στις αναπτυσσόμενες οικονομίες τη
δυνατότητα να αναπτυχθούν και να ευημερήσουν.
|