|
Με λίγα
λόγια, η αίσθηση ήταν ότι η Δύση είχε
επανεπιβεβαιώσει την ηγεµονία της στον Κόσµο.
The West and the Rest ήταν µια φράση γεµάτη
υπεροψία, που επίσης έγινε του συρµού εκείνη την
εποχή. Ό,τι ακολούθησε στο πρώτο τέταρτο του
21ου αιώνα ήταν σαν η Ιστορία να ειρωνευόταν τον
κόσµο: θα σας τελειώσω εγώ αντί να µε τελειώσετε
εσείς. Τροµοκρατικά χτυπήµατα, πόλεµοι στη Μέση
Ανατολή, χρηµατοπιστωτική κρίση, πανδηµία,
επιστροφή του πολέµου στην Ευρώπη, ενεργειακή
κρίση, νέα ανάφλεξη στη Μέση Ανατολή. Ένας
Κόσµος αστάθειας και αβεβαιότητας.
Γιατί
διαψεύστηκε, αλήθεια, η αισιόδοξη προοπτική της
δεκαετίας του 1990; Γιατί ο Κόσµος αποδείχτηκε
πιο περίπλοκος από εκείνη τη µονόχορδη
αισιοδοξία. Διαψεύστηκε έτσι η ιδέα ενός
µονοπολικού Κόσµου υπό την αµερικανική ηγεµονία.
Οι αντίθετες απόψεις περί οριστικής παρακµής της
Δύσης και των ΗΠΑ αποδείχτηκαν επίσης λαθεµένες,
αλλά σίγουρα δεν ασκούν πλέον την ηγεµονία.
Παραµένουν όµως όχι µόνο απαραίτητοι αλλά και
πρωταγωνιστές στη διαµόρφωση των νέων ισορροπιών
του παγκόσµιου συστήµατος.
Διαψεύστηκε επίσης η αντίληψη ότι η
παγκοσµιοποίηση είναι µια ακαταµάχητη δύναµη
οµογενοποίησης. Σε αυτή την αντίληψη συνέκλιναν
δύο αντίθετοι οικονοµισµοί: ο νεοφιλελεύθερος,
που αποθέωνε την «ελεύθερη αγορά», και ο
µαρξιστικός, που απολυτοποιούσε τον ρόλο της
«οικονοµικής βάσης». Η «νεοφιλελεύθερη
παγκοσµιοποίηση» έγινε το αριστεροδέξιο
ψωµοτύρι, ιδίως στις αγγλοσαξονικές αναλύσεις,
και αυτό δεν ήταν τυχαίο.
Επιβεβαιώθηκε αντιθέτως η θεώρηση της
παγκοσµιοποίησης ως µιας ασυνεχούς διαδικασίας,
µε επιταχύνσεις και οπισθοχωρήσεις, η οποία
προκαλεί ριζικές αλλαγές συσχετισµών δύναµης
µεταξύ κρατών και περιοχών (regions). Εξού και η
τρίτη συνέπεια. Διαψεύστηκαν οι θεωρήσεις της
παρακµής του κράτους, όσο και οι αντίθετες που
το ήθελαν ανεπηρέαστο από την παγκοσµιοποίηση.
Το κράτος µετασχηµατίστηκε διατηρώντας
καθοριστικό ρόλο στον τρόπο που η κάθε χώρα
προσαρµοζόταν στο νέο διεθνές γεωπολιτικό και
γεωοικονοµικό περιβάλλον. Ταυτόχρονα,
µετασχηµατίστηκαν οι πολιτισµικές ταυτότητες και
ενισχύθηκε ο ρόλος των «πολιτισµών» στους
διακρατικούς ανταγωνισµούς.
Αυτή η
σύμπλεξη των οικονομικών, πολιτικών,
γεωπολιτικών και πολιτισµικών µετασχηµατισµών
γέννησαν το σηµερινό σκηνικό αστάθειας και
αβεβαιότητας. Οι Rest έπαψαν να είναι ένα
απρόσωπο «υπόλοιπο» και έγιναν η Κίνα, η Ινδία,
η Βραζιλία, ο παγκόσµιος Νότος, το θεοκρατικό
Ιράν, ο αραβικός κόσµος - όλοι µε φιλοδοξία να
αναβαθµίσουν τον ρόλο τους σε ένα πολυκεντρικό
πλέον διεθνές σύστηµα. And the West? Η Δύση
χρειάζεται να λογαριαστεί εκ νέου µε τους «έξω»,
δηλαδή µε όλες τις πιο πάνω ισχυροποιηµένες
δυνάµεις, και τους «µέσα», δηλαδή µε τον εαυτό
της.
Στη
διεθνή σκηνή, η Δύση δεν µπορεί να λειτουργήσει
ως ο ηγεµονικός πολιτισµός στον οποίο οι «άλλοι»
θα συγκλίνουν αργά ή γρήγορα. Το «τέλος της
Ιστορίας» δεν θα έρθει, το ζητούµενο είναι να µη
συµβεί η «σύγκρουση πολιτισµών». Η Δηµοκρατία
δεν είναι ένα εξαγώγιµο προϊόν, η
οικουµενικότητά της είναι ενδεχοµενική. Τα
ανθρώπινα δικαιώµατα είναι δυνάµει και όχι a
priori οικουµενικά καθώς άλλες χώρες τα θεωρούν
«δυτική αξία». Για τη δυτική πολιτική κουλτούρα
αποτελούν πάντα θεµελιακό λίθο και πολιτικό
στόχο µιας µαχόµενης στον διεθνή στίβο
Δηµοκρατίας, αλληλέγγυας προς όσους αγωνίζονται
για αυτά σε όλα τα µήκη και τα πλάτη του
πλανήτη.
Το
χαρακτηριστικό όµως της νέας περιόδου είναι ότι
για να υποστηρίξει η Δύση τη διάδοση της
Δηµοκρατίας και των ανθρωπίνων δικαιωµάτων
πρέπει να ανακτήσει την ισχύ της και να πείσει
στη νέα εποχή ότι δηµοκρατία, δικαιοσύνη και
οικονοµική αποτελεσµατικότητα µπορούν να πάνε
αντάµα. Κοντολογίς, να απαντήσει στην πρόκληση
που της απευθύνουν οι «νέοι αυταρχισµοί» ότι
αυτοί είναι αποτελεσµατικότεροι και
παραγωγικότεροι της «παρηκµασµένης Δύσης».
Μόνο που
η νέα φάση του γεωπολιτικού και οικονοµικού
ανταγωνισµού δεν θα πρέπει να εκτραπεί σε νέο
ψυχρό πόλεµο, αλλά ούτε να περιοριστεί σε
«ειρηνική συνύπαρξη» όπως ήταν η φιλοδοξία του
µεταπολεµικού ψυχρού πολέµου. Τότε οι «δύο
αντίπαλοι κόσµοι» µπορούσαν να συνυπάρχουν
µένοντας χωριστοί, τώρα η αλληλεξάρτηση είναι
πυκνή και τα παγκόσµια προβλήµατα όπως η
κλιµατική κρίση απαιτούν τη διεθνή συνεργασία.
Σε
αυτήν, η Δύση δεν µπορεί παρά να έχει
πρωταγωνιστικό ρόλο, λόγω ισχύος και λόγω
πολιτικού πολιτισµού. Που σηµαίνει ότι στη νέα
εποχή καλείται να αποδεχτεί τη µερικότητα του
πολιτισµού της, αλλά να διατηρήσει σταθερή την
προοπτική της οικουµενικότητας στον ανταγωνισµό
της ή τον διάλογό της µε τους άλλους πολιτισµούς
και τις άλλες µεγάλες δυνάµεις.
Η Δύση
δεν θα μπορέσει να ανταποκριθεί στον νέο διεθνή
της ρόλο, αν βιώνει τη µερικότητά της ως
απώλεια, ως παθητική σχετικοποίηση, και όχι ως
κίνητρο για να αναβαθµίσει την ποιότητα της
φιλελεύθερης δηµοκρατίας στο εσωτερικό της.
Αναβάθµιση σηµαίνει αναζωογόνηση του πυρήνα της
ιστορικής ταυτότητας, δηλαδή της
οικουµενικότητας των αξιών και των δικαιωµάτων.
Σηµαίνει επίσης νέα αυτοπεποίθηση στην ικανότητα
της δυτικής κουλτούρας να αναστοχάζεται κριτικά
τον εαυτό της και να διορθώνει ό,τι κριθεί ότι
χρειάζεται να διορθωθεί ύστερα από ουσιαστικές
πολιτικές-ιδεολογικές αντιπαραθέσεις. Σηµαίνει,
τέλος, απόκρουση των ποικίλων επιθέσεων που
δέχεται όχι µόνο από τους έξωθεν αυταρχισµούς
αλλά και από τις εσωτερικές λογοκριτικές
ακρότητες τύπου cancel culture που εξελίχθηκε σε
µάστιγα των αµερικανικών κυρίως πανεπιστηµίων
και εξοµοιώνει τον δυτικό πολιτισµό µε τον
ρατσισµό, την αποικιοκρατία και τη βία.
Η
αναζωογόνηση της οικουμενικότητας στο εσωτερικό
των δυτικών κοινωνιών αφορά σε δύο
αλληλοεπηρεαζόµενα επίπεδα. Στο
οικονοµικό-κοινωνικό το διακύβευµα είναι παλαιό
και γνωστό: πώς µεταρρυθµίζεις το κοινωνικό
κράτος ώστε να ανταποκρίνεται στις νέες
διαστάσεις και τις νέες µορφές της ανισότητας.
Στην Ευρώπη το θέµα διχάζει λιγότερο πλέον τις
πολιτικές δυνάµεις καθώς το δίληµµα «αγορά ή
κράτος» έχει κατά µεγάλο µέρος αποφορτιστεί
ιδεολογικά.
Αντιθέτως, το δίληµµα «οικουµενικότητα ή
µερικότητα» που εκδηλώνεται στον πολιτισµικό
άξονα έχει ιδιαίτερη επικαιρότητα, τροφοδοτεί
µικρούς «πολιτισµικούς πολέµους» και πολιτικές
ανακατατάξεις. Η αιτία είναι ευεξήγητη. Η
παγκοσµιοποίηση και η νέα σχέση
εθνικού-υπερεθνικού από τη µία και η διεκδίκηση
της αναγνώρισης της διαφορετικότητας στο
εσωτερικό των φιλελεύθερων δυτικών κοινωνιών από
την άλλη, έχουν δροµολογήσει ουσιαστικούς
µετασχηµατισµούς στο επίπεδο των πολιτισµικών
ταυτοτήτων.
Ανάμεσα
στην ανερχόμενη ακροδεξιά και στην
αυτοϋπονοµευόµενη ταυτοτική αριστερά υπάρχει η
δυνατότητα ανασύνταξης µιας ευρείας κοινωνικής
πλειοψηφίας προσανατολισµένης στις αξίες του
δηµοκρατικού οικουµενισµού
Η
πολιτική κατάληξη αυτών είναι ανοιχτή:
πολιτική-ιδεολογική διεύθυνση των
µετασχηµατισµών µε προσανατολισµό τον
δηµοκρατικό οικουµενισµό ή πολιτισµική πόλωση; H
ακροδεξιά ιδεολογία κερδίζει υποστηρίζοντας την
πόλωση, εργαλειοποιεί το µεταναστευτικό, τον
αµυντικό εθνικισµό και τον ρατσισµό, προβάλλεται
ως εγγυήτρια της συνοχής των εθνικών κοινωνιών.
Η ταυτοτική αριστερά πριµοδοτεί τη
διαφορετικότητα (φύλου, φυλής, εθνότητας,
σεξουαλικού προσανατολισµού κ.λπ.) αποκόβοντάς
την, αν δεν την αντιπαραθέτει, στην
οικουµενικότητα των δικαιωµάτων. Ουσιαστικά
κάνει µια αυτοϋπονοµευτική επιλογή γιατί
υιοθετεί µια tribal λογική µε µικρότερο όµως
εκλογικό ακροατήριο από την ακροδεξιά. Πόσο
µάλλον όταν συνυφαίνεται µε έναν ξεπερασµένο
αντικαπιταλισµό και αντιδυτικισµό που σιγοντάρει
τις αυταρχικές πρακτικές των εξωδυτικών χωρών.
Ανάμεσα
στην ανερχόμενη ακροδεξιά και στην
αυτοϋπονοµευόµενη ταυτοτική αριστερά υπάρχει η
δυνατότητα ανασύνταξης µιας ευρείας κοινωνικής
πλειοψηφίας σταθερά προσανατολισµένης στις αξίες
του δηµοκρατικού οικουµενισµού που χαρακτήρισαν
την πολιτισµική ιστορία της Δύσης. Θα είναι
αυτές µια δυτική ιδιοµορφία ή θα υιοθετηθούν µε
διαφορετικούς ίσως τρόπους και από άλλους
πολιτισµούς; Σε αυτό θα απαντήσει η Πολιτική,
όχι η Ηθική ούτε η ωµή Ισχύς.
* Το
άρθρο δημοσιεύθηκε στην ειδική έκδοση για τα 20
χρόνια Athens Voice «Επιβιώνοντας
στον 21ο αιώνα - Οι πολιτικές, οι τάσεις, τα
ρεύµατα της εποχής µας», σε επιµέλεια Σώτης
Τριανταφύλλου |