|
Τα
αποτελέσματα της 12ης ετήσιας έρευνας του
Κέντρου Αειφορίας (CSE)
στην Ελλά-δα για το 2024 είναι αποκα-λυπτικά:
•
Περισσότερες από 160 επιχειρήσεις στην Ελλάδα,
μεγάλες και μεσαίες, εισηγμένες και μη
εισηγμένες, εκδίδουν ετησίως εκθέσεις βιώσιμης
ανάπτυξης.
• Οι
εταιρείες με υψηλές
ESG
επιδόσεις (στα τρία πιο σημαντικά
ESG
Ratings
παγκοσμίως) δεν είναι «πιο καλές» – είναι πιο
ελκυστικές, πιο έτοιμες για το μέλλον και κυρίως
έχουν υψηλή κερδοφορία.
• Οι
ελληνικές επιχειρήσεις που επενδύουν σε
στρατηγικές
ESG
έχουν υψηλότερη ανάπτυξη, καλύτερη πρόσβαση σε
επενδυτικά κεφάλαια και ισχυρότερη
ανθεκτικότητα.
• Το 94%
ακολουθεί τα
GRI
Standards,
ενώ το 89% συνδέει τη στρατηγική του με τους
Στόχους Βιώσιμης Ανάπτυξης του ΟΗΕ (UN
SDGs).
Ομως μόνο το 32% διασφαλίζει εξωτερικά τις
εκθέσεις του – μια σοβαρή αδυναμία αξιοπιστίας
σε μια εποχή που η διαφάνεια δεν
διαπραγματεύεται.
Στην
Ελλάδα, το 48% των εισηγμένων εταιρειών
υποβάλλει αυτόνομη έκθεση βιωσιμότητας – ένδειξη
θετικής δυναμικής. Ωστόσο, το στοίχημα είναι
μεγάλο: η πραγματική ευθυγράμμιση με το νέο
ευρωπαϊκό πλαίσιο.
Οι
κορυφαίοι κλάδοι που δείχνουν τον δρόμο
–μεταφορές, τρόφιμα, ενέργεια, πληροφορική–
πρέπει να γίνουν πυλώνες μετασχηματισμού και όχι
νησίδες εξαιρέσεων.
Η
Omnibus
Directive
δεν είναι απλώς άλλη μία ευρωπαϊκή οδηγία –
είναι ένα καμπανάκι συναγερμού για κάθε
επιχείρηση που συνεχίζει να βλέπει τη
βιωσιμότητα ως περιττό έξοδο. Με αυστηρές
απαιτήσεις ειδικά για τις μεγάλες επιχειρήσεις,
ξεκάθαρη γλώσσα και πραγματικές κυρώσεις για
παραπλανητικές
ESG
δηλώσεις, η
Omnibus
μετατρέπει τη διαφάνεια σε νομική και στρατηγική
υποχρέωση.
Μάλιστα η
Ε.Ε. πρόσφατα πρότεινε αλλαγές στις σημαντικές
νομοθεσίες
CSRD,
CSDDD και
EU
Taxonomy
με στόχο την απλοποίηση των κανόνων βιωσιμότητας
και τη μείωση του διοικητικού φόρτου για τις
επιχειρήσεις, με απώτερο σκοπό την ενίσχυση της
ανταγωνιστικότητας της Ε.Ε.
Οι
επιχειρήσεις σήμερα, μεγάλες και μεσαίες,
εισηγμένες και μη εισηγμένες, δεν έχουν άλλη
επιλογή από το να επενδύσουν σε:
–
Συστηματικές στρατηγικές
ESG
με μετρήσιμους στόχους.
–
Αξιόπιστες, διαφανείς εκθέσεις βιωσιμότητας,
συμβατές με τα πρότυπα
GRI,
ESRS και τις νέες
απαιτήσεις της
Omnibus.
–
Τερματισμό του
greenwashing
(παραπλανητική διαφήμιση).
Η
βιωσιμότητα είναι στρατηγική επιλογή. Η αγορά
αλλάζει. Οι επενδυτές αλλάζουν. Οι κανόνες
άλλαξαν.
*Ο κ.
Νίκος Αυλώνας είναι πρόεδρος Κέντρου Αειφορίας (CSE),
επισκέπτης καθηγητής στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο
Αθηνών.
** Το
άρθρο δημοσιεύτηκε αρχικά στην Καθημερινή της
Κυριακής.
|