| Ειδήσεις | Ο Κυνηγός | Λεωφόρος Αθηνών | "Κουλου - Βάχατα" | +/- | "Μας ακούνε" | Fundamentalist | Marx - Soros | Start Trading |

 

 

Πέμπτη, 00:01 - 11/09/2025

       

 

 

 

Ο εμβληματικότερος των βρετανών πρωθυπουργών, Γουίνστον Τσώρτσιλ, θρυλείται πως είχε πει σε μια ανύποπτη φάση στις αρχές του περασμένου αιώνα πως «η πολιτική είναι σχεδόν τόσο συναρπαστική όσο ο πόλεμος, και εξίσου επικίνδυνη» καθώς «στον πόλεμο μπορεί κανείς να σκοτωθεί μια μόνο φορά, αλλά στην πολιτική αμέτρητες». Η παραίτηση της βρετανίδας αναπληρώτριας πρωθυπουργού, υπουργού Στέγασης, πρώην σκιώδους υπουργού σε αρκετά πόστα, αλλά και αναπληρώτριας ηγέτιδας του Εργατικού Κόμματος, Άντζελα Ρέινερ –η οποία δεν θα μπορούσε να είχε έρθει σε μια χειρότερη χρονική συγκυρία για την Ντάουνινγκ Στριτ– αποτελεί αδιαμφισβήτητα μια τέτοια περίπτωση για την τρέχουσα βρετανική κυβέρνηση, η μακροημέρευση της οποίας μοιάζει συνεχώς λιγότερο πιθανή.

Ένας μη γνώστης του βρετανικού πολιτικού γίγνεσθαι μπορεί αμέσως να αντιληφθεί πως, ακριβώς λόγω του εμφανώς πολυδιάστατου ρόλου της Ρέινερ στη βρετανική κυβέρνηση, αλλά και στο Εργατικό Κόμμα, η παραίτησή της θα προκαλέσει εξαιρετικά ταραχώδη πολιτικά απόνερα στην κυβερνητική πλειοψηφία. Ωστόσο, ο λόγος για τον οποίο η –αναπόφευκτη– οικειοθελής απομάκρυνση της Βουλευτή από το Άστον, ενδεχομένως να αποτελέσει ένα κρίσιμο σταυροδρόμι για την ευρύτερη πορεία των πολιτικών εξελίξεων στο Ηνωμένο Βασίλειο είναι διττός: από τη μια, η Ρέινερ αποτέλεσε επί σειρά ετών, και δικαίως, ένα σύμβολο στις τάξεις των Εργατικών λόγω των ιδιαίτερων προσωπικών και κοινωνικών της καταβολών, ενώ από την άλλη, η διάψευση με την οποία ταυτίζεται η παραίτησή της εξυπηρετεί σε απόλυτο βαθμό το αφήγημα του επικεφαλής του Reform UK, Νάιτζελ Φάρατζ, ο οποίος –κι όμως– έχει πραγματικές πιθανότητες να αποτελέσει τον επόμενο βρετανό πρωθυπουργό.

 
 

Η παραίτηση Ρέινερ και το τέλος μιας εποχής για τους Εργατικούς

Θέτοντάς το συνοπτικά, η αναπληρώτρια πρωθυπουργός του Ηνωμένου Βασιλείου δεν είχε άλλη επιλογή από το να παραιτηθεί των αξιωμάτων της καθώς, έπειτα από σχετική έρευνα του Ανεξάρτητου Συμβούλου Υπουργικών Προτύπων και Δεοντολογίας, Σερ Λόρι Μάγκνους, διαπιστώθηκε μια ξεκάθαρη –και πολιτικά καταδικαστική– παράβαση του Βρετανικού Υπουργικού Κώδικα. Συγκεκριμένα, η Ρέινερ φαίνεται πως απέφυγε να καταβάλει φόρο ύψους σαράντα χιλιάδων λιρών μετά και την αγορά ενός ομολογουμένως πολυτελούς διαμερίσματος αξίας περίπου οκτακοσίων χιλιάδων λιρών στο Χόουβ του Ανατολικού Σάσεξ τον περασμένο Μάιο. Σύμφωνα με τη βρετανική νομοθεσία, μόνο η αγορά ενός ακινήτου το οποίο προορίζεται για πρώτη κατοικία απολαμβάνει χαμηλότερο φορολογικό συντελεστή, με τη Ρέινερ να υποστηρίζει στην επιστολή της παραίτησής της προς τον βρετανό πρωθυπουργό, Κιρ Στάρμερ, πως δεν είχε απολύτως καμία πρόθεση να μην πληρώσει το ποσό που όφειλε, εμμένοντας ουσιαστικά στη θέση που είχε υιοθετήσει από την αρχή της έρευνας, δηλαδή πως στην πράξη δεν είχε πρώτη κατοικία μετά και το διαζύγιό της το 2023. Ωστόσο, το πόρισμα της έρευνας του Σερ Μάγκνους κατέληξε πως κάτι τέτοιο δεν ισχύει, άρα και πως η Ρέινερ όφειλε να είχε καταβάλει ένα υπερδιπλάσιο ποσό από εκείνο που κατέβαλε. Ειρωνικά, η πρώην αναπληρώτρια πρωθυπουργός αποτελούσε επί σειρά ετών τη μεγαλύτερη υποστηρίκτρια της ανέγερσης κοινωνικών κατοικιών στο Ηνωμένο Βασίλειο, προσωποποιώντας ένα πάγιο αίτημα των χαμηλότερων εισοδηματικών στρωμάτων.

Φυσικά, μόνο η ίδια η Ρέινερ μπορεί να ξέρει αν έκανε όντως λάθος που δεν αναζήτησε «εξειδικευμένες φορολογικές συμβουλές» ως όφειλε «λόγω του αξιώματός της» ωστόσο αυτό είναι δευτερεύον. Το κρίσιμο στοιχείο είναι πως η παραίτηση της Ρέινερ πλήττει τον ιδεολογικό και αξιακό πυρήνα των Εργατικών, καθώς η ίδια αποτέλεσε ένα σύμβολο στις τάξεις του κόμματος, συμβάλλοντας σε υπολογίσιμο βαθμό στην επιστροφή του στα κυβερνητικά έδρανα του βρετανικού κοινοβουλίου. Από το 2020, όταν ο πολιτικά μετριοπαθής και ιδιοσυγκρασιακά εσωστρεφής Στάρμερ διαδέχθηκε στην ηγεσία των Εργατικών τον ανεκδιήγητο Τζέρεμι Κόρμπιν, η Ρέινερ αποτέλεσε τον άτυπο αυθεντικό εκφραστή της αριστερόστροφης πτέρυγας του κόμματος, εξασφαλίζοντας τη θέση της αναπληρώτριας ηγέτιδας. Διαθέτοντας ένα ιδιαίτερο επικοινωνιακό χάρισμα το οποίο αποτελούταν από μια καθαρότητα στις θέσεις της, ένα ιδιαίτερο κοινωνικό υπόβαθρο με το οποίο ταυτίζονταν τα χαμηλότερα κοινωνικά στρώματα της βρετανικής κοινωνίας – καθώς έγινε για πρώτη φορά μητέρα στην ηλικία των δεκαέξι ετών, δεν πήγε ποτέ στο πανεπιστήμιο, και εργάστηκε ως κοινωνική λειτουργός με τον κατώτατο μισθό – και μιας αυθεντικής εκφοράς λόγου η οποία αντικατόπτριζε την καταγωγή της από το Μάντσεστερ· a Labour dream come true, indeed.

Στην πράξη, η Ρέινερ αποτελούσε τον συνδετικό κρίκο μεταξύ του τεχνοκρατικά ικανότατου Στάρμερ και ακριβώς εκείνου του τμήματος του βρετανικού εκλογικού σώματος στο οποίο θα έπρεπε να απευθυνθεί πειστικά ώστε να εκλεγεί τελικά ως ο πρώτος εργατικός πρωθυπουργός μετά και τον Τόνι Μπλερ το 2005· υπενθυμίζεται πως ο Γκόρντον Μπράουν αντικατέστησε τον Μπλερ το 2007, με τους επαγγελματίες βρετανούς στοιχηματζήδες –ή “bookies” – να δίνουν μέχρι πρότινος αρκετές πιθανότητες στη Ρέινερ να πράξει το ίδιο κατά τη διάρκεια του τρέχοντος θεσμικού κύκλου. Θέτοντάς το διαφορετικά, ο κύριος λόγος για τον οποίο ο Στάρμερ κατάφερε να προχωρήσει αναίμακτα στην καρατόμηση του Κόρμπιν είναι πως οι ορκισμένοι οπαδοί του τέως σοσιαλιστή επικεφαλής τους έβλεπαν τη Ρέινερ ως μια ιδεολογική δικλείδα ασφαλείας πως το κόμμα δε θα φλερτάρει ξανά με τις κεντρώες τάσεις της εποχής των New Labour και New Britain επί Μπλερ, οι οποίες παρότι οδήγησαν σε τρεις απανωτούς εκλογικούς θριάμβους, εντούτοις αλλοίωσαν τελικά σε υπολογίσιμο βαθμό τον κομματικό αξιακό άξονα. Την ίδια στιγμή, και παρότι η Ρέινερ πράγματι διέφερε από τον Στάρμερ τόσο σε επίπεδο ιδεολογίας, όσο και σε στυλ πολιτικής, εντούτοις αποδείχθηκε υπερπολύτιμη στον βρετανό πρωθυπουργό, με τους δύο να επιτυγχάνουν τελικά να διαμορφώσουν ένα απολύτως παραγωγικό πλαίσιο συνεργασίας, παρότι υπό συνθήκες θα μπορούσαν να είναι έως και πολιτικοί αντίπαλοι, αν το βρετανικό πολιτικό σύστημα χαρακτηριζόταν από μια μεγαλύτερη κομματική ποικιλία.

Το εξωφρενικό μομέντουμ του Νάιτζελ Φάρατζ

Χάνοντας τη Ρέινερ, ο Στάρμερ χάνει και την αυθεντικότερη πρέσβη του σε εκείνο το τμήμα των αριστερόστροφων ψηφοφόρων στο οποίο ανέκαθεν δυσκολευόταν να απευθυνθεί, σε μια χρονική συγκυρία η οποία σε καμία περίπτωση δεν του επιτρέπει τη συγκεκριμένη πολυτέλεια. Φυσικά, ο λόγος δεν είναι άλλος από το γεγονός πως οι Εργατικοί αποτελούν πλέον σήμερα, δεκατέσσερις μήνες μετά και την επιστροφή τους στη διακυβέρνηση της χώρας μόλις το δεύτερο μεγαλύτερο κόμμα εντός του βρετανικού πολιτικού συστήματος, τουλάχιστον σε δημοσκοπικό επίπεδο, συγκεντρώνοντας μόλις το 21% της υποστήριξης του βρετανικού εκλογικού σώματος, με το υπερσυντηρητικό Reform UK του Νάιτζελ Φάρατζ να κυμαίνεται πλέον στο 31%, τη στιγμή που οι Συντηρητικοί παραπαίουν στο 17%. Το κρίσιμο ποιοτικό στοιχείο είναι πως η συγκεκριμένη δημοσκοπική διαφορά έχει ανοίξει από τον περασμένο Απρίλιο, με το Reform UK να βρίσκεται σε συνεχή άνοδο καθώς ο αυθεντικός προφήτης του βρετανικού ευρωσκεπτικισμού, και ο πλέον προβεβλημένος και αφοσιωμένος Ευρωπαίος απομιμητής του τραμπισμού, Φάρατζ, έχει κατορθώσει να εκμεταλλευτεί στο έπακρο τις συστημικές κρίσεις που αντιμετωπίζει το βρετανικό εκλογικό σώμα – όπως το στεγαστικό, την αντιμετώπιση της παράνομης μετανάστευσης, την ένταξη των εθνικών μειονοτήτων στη βρετανική κοινωνική ζωή, και την αυξανόμενη οικονομική ανισότητα ιδιαίτερα σε βάρος των μέσων εισοδημάτων – και τις οποίες οι Εργατικοί δεν έχουν καταφέρει να αντιμετωπίσουν στον πρώτο χρόνο της διακυβέρνησής τους. Εννοείται πως η παραίτηση Ρέινερ δε μπορεί να αλλάξει την ισορροπία των δυνάμεων από μόνη της, ωστόσο δεδομένα ενισχύει τις τάσεις που διαμορφώνονται τους τελευταίους μήνες.

Με άλλα λόγια, η παραίτηση της Ρέινερ έρχεται σε μια χρονική συγκυρία όπου το κυβερνών κόμμα δεν έχει καταφέρει να ανταποκριθεί στις διαρκώς αυξανόμενες προσδοκίες της συντριπτικής πλειοψηφίας του βρετανικού εκλογικού σώματος, παρά τις σχετικές προεκλογικές εξαγγελίες. Στην πράξη, η οικειοθελής απομάκρυνση της Ρέινερ από το κυβερνητικό σχήμα –η οποία αποτέλεσε την αφορμή για τον πρώτο μεγάλο ανασχηματισμό, ο οποίος ενισχύει το τεχνοκρατικό προφίλ της κυβέρνησης– είναι βγαλμένη από τα όνειρα του Φάρατζ, παρέχοντάς του μια πρωτοφανή ευκαιρία να παρουσιάσει εκ νέου εαυτόν ως το μοναδικό πολιτικό παράγοντα ο οποίος μπορεί να οδηγήσει σε κάθαρση το βρετανικό πολιτικό σύστημα, αλλά και να παρουσιάσει μια ρεαλιστική εναλλακτική κυβερνητική πρόταση. Ειρωνικά, η Ρέινερ παραιτήθηκε ανήμερα της έναρξης του συνεδρίου του Reform UK, με τον Φάρατζ να σημειώνει χαρακτηριστικά πως η συγκεκριμένη εξέλιξη επιβεβαιώνει το γεγονός πως οι Εργατικοί δεν βρίσκονται σε θέση να κυβερνήσουν αποτελεσματικά, θέτοντας παράλληλα σε ετοιμότητα τον κομματικό μηχανισμό για το ενδεχόμενο πρόωρων εκλογών. Φυσικά, ο Στάρμερ απολαμβάνει μια άνετη κοινοβουλευτική πλειοψηφία, και τίποτα δεν υποδεικνύει πως η κυβέρνησή του βρίσκεται στα πρόθυρα κατάρρευσης, ωστόσο, το πολιτικό γεγονός αποτελεί η διακυβέρνησή του έχει εμμέσως ισχυροποιήσει το Reform UK περισσότερο απ’ όσο θα περίμενε ποτέ κανείς· ίσως ούτε ο ίδιος ο Φάρατζ.

Στην πράξη, η παραίτηση της Ρέινερ φέρνει στην επιφάνεια μια πολιτική συνθήκη η οποία εξηγεί σε μεγάλο βαθμό το εξωφρενικό πολιτικό μομέντουμ του Reform UK: οι Εργατικοί δεν έχουν καταφέρει ακόμα, κι ενδεχομένως δεν μπορούν καν, να εκφράσουν και να εξυπηρετήσουν τις ανησυχίες και τα συμφέροντα των ανωνύμων Βρετανών των χαμηλότερων εισοδημάτων, της «εργατικής τάξης» θέτοντάς το σε παρωχημένους μαρξιστικούς όρους, οι οποίοι βλέπουν όλο και σε μεγαλύτερο βαθμό στο πρόσωπο του Φάρατζ μια πραγματική εναλλακτική λύση ώστε να βελτιωθεί η καθημερινότητά τους. Εξάλλου, με τον επικεφαλής του Reform UK να έχει μετατρέψει ήδη τους ασθμαίνοντες Συντηρητικούς σε πολιτικό του παρακολούθημα, το στοιχείο το οποίο πιθανώς να καταστήσει μία πιθανή μετακόμισή του στην Ντάουνιγκ Στριτ όντως ρεαλιστικό σενάριο θα είναι δυνατότητά του να απευθυνθεί ακριβώς εκείνους τους ψηφοφόρους της Βόρειας Αγγλίας στο βαθμό που θα του επιτρέψει να δημιουργήσει ένα πλειοψηφικό ρεύμα υπέρ του· ακριβώς εκεί απ’ όπου η Ρέινερ κατάγεται, και τα τμήματα της χώρας τα οποία παραδοσιακά έβλεπαν τους Εργατικούς ως τη μοναδική επιλογή που είχαν ποτέ.

Η ύβρις του Φάρατζ ως δικλείδα ασφαλείας για το Ηνωμένο Βασίλειο

Η κυβέρνηση του Κιρ Στάρμερ χαρακτηρίζεται από μια εγγενή παραδοξότητα: ο βρετανός πρωθυπουργός έχει καταφέρει να αποδώσει στη χώρα του ένα σημαντικό τμήμα του διεθνούς κύρους που απώλεσε λόγω του Brexit ενισχύοντας τόσο τα εθνικά βρετανικά συμφέροντα, όσο και την ενίσχυση της ευρωπαϊκής στρατηγικής και αμυντικής αυτονομίας, η οποία αποτελεί αναγκαιότητα για την Ευρώπη τόσο στον τρέχοντα πολιτικό χρόνο, όσο και στο διηνεκές. Ωστόσο, η διακυβέρνησή του –που κατέστη δυνατή λόγω των αλλεπάλληλων και κολοσσιαίων αποτυχιών μιας σειράς Συντηρητικών κυβερνήσεων οι οποίες ανακύκλωναν ένα εξαιρετικά χαμηλού επιπέδου κομματικό στελεχιακό δυναμικό– σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να κριθεί επιτυχημένη, με την ανάδειξη του Reform UK σε πρώτη δημοσκοπική δύναμη να αποδεικνύει πως ο αντισυστημισμός τον οποίο πρεσβεύει ο Φάρατζ εξακολουθεί να θεριεύει. Φυσικά, οι ιδιαιτερότητες του βρετανικού εκλογικού συστήματος “First Past The Post’, όπως και η μοναδική δημογραφική κατανομή του βρετανικού εκλογικού σώματος, καθιστούν μια εκλογική πρωτιά του Reform UK θεωρητικά απίθανη, ωστόσο η απήχηση των θέσεων του Φάρατζ στο βρετανικό συλλογικό θυμικό είναι αδιαμφισβήτητη· σήμερα, ο χρόνος δείχνει να κυλά υπέρ του.

Όμως, παρότι ο επικεφαλής του Reform UK αδιαμφησβήτητα έχει καταφέρει να αναδειχθεί ως ο καθοριστικότερος παράγοντας του βρετανικού πολιτικού συστήματος μετά και τον βρετανό πρωθυπουργό, εκμεταλλευόμενος τις αλλεπάλληλες κυβερνητικές αποτυχίες και αδυναμίες, ενδεχομένως παράλληλα να διαπράττει μια πολιτική ύβρη, στα πρότυπα εκείνης που διέπραξε ο επικεφαλής των Καναδών Συντηρητικών, Πιέρ Πολιέβρ, ο οποίος έχασε την καναδική πρωθυπουργία μέσα από τα χέρια του σε μεγάλο βαθμό λόγω της επιτηδευμένης του σύγκλισης με τον Ντόναλντ Τραμπ. Η πλήρης ταύτιση του Φάρατζ με τον αμερικανό πρόεδρο πιθανώς να τον βλάψει ανεπανόρθωτα σε δεύτερο χρόνο, καθώς το ενδεχόμενο μιας διπλωματικής σύγκρουσης μεταξύ των ΗΠΑ και Ηνωμένου Βασιλείου, ή μιας ευρύτερης διατλαντικής αναστάτωσης ικανή να πλήξει το βρετανικό συλλογικό θυμικό, αναπόφευκτα θα οδηγήσει σε μια συσπείρωση γύρω από το πρόσωπο του Στάρμερ, σε μια τυπική έκφραση του φαινομένου rally around the flag, όπως εκείνη που οδήγησε τελικά τον Μαρκ Κάρνεϊ και τους Καναδούς Φιλελεύθερους σε έναν απροσδόκητο εκλογικό θρίαμβο.

Φυσικά, ο βρετανός πρωθυπουργός δεν μπορεί να υπολογίζει σε ένα διπλωματικό επεισόδιο ώστε να κρατήσει τη χώρα υπό τον έλεγχό του, ωστόσο αν ο Φάρατζ επιθυμεί όντως να τον διαδεχθεί στη βρετανική πρωθυπουργία, έχοντας ήδη αναδειχθεί ως άτυπος ηγέτης της βρετανικής αντιπολίτευσης, τότε μάλλον θα πρέπει να απομακρυνθεί άμεσα από το σύνθημα “Make Britain Great Again” το οποίο υιοθέτησε στο φετινό κομματικό του συνέδριο. Στην πραγματικότητα, οι πολιτικές εξελίξεις στο Ηνωμένο Βασίλειο θα κριθούν από το ποιος εκ των Στάρμερ και Φάρατζ θα καταφέρουν να απευθυνθούν πειστικότερα σε βάθος χρόνου στα χαμηλότερα και τα μεσαία κοινωνικά στρώματα του βρετανικού εκλογικού σώματος, με τα οποία η Ρέινερ είχε ανέκαθεν μια αυθεντική σύνδεση· σε αυτό το επίπεδο, ο Φάρατζ δείχνει να έχει ένα προβάδισμα σε αυτό, ωστόσο στην τρέχουσα διεθνή συγκυρία, και με δεδομένη την αποτυχία του Brexit, ο Στάρμερ έχει –ακόμα– τη λογική με το μέρος του.

Άγης Παπαγεωργίου (Athens Voice)

 

Greek Finance Forum Team

 

 

Σχόλια Αναγνωστών

 

 
 

 

 

 

 

 

 

 

 
   

   

Αποποίηση Ευθύνης.... 

© 2016-2024 Greek Finance Forum