|
Στη σχετική
βιβλιογραφία βρίσκει κανείς άφθονη υποστήριξη
στην ιδέα ότι η τεχνολογική καινοτομία αποτελεί
βασικό παράγοντα που τροφοδοτεί την ανισότητα.
Μια άλλη όμως σημαντική προσέγγιση αποδίδει την
άνοδο της ανισότητας κυρίως στη
«χρηματοοικονομικοποίηση» – έναν όρο που
περιλαμβάνει τη διόγκωση του χρηματοπιστωτικού
τομέα σε σχέση με την οικονομία, την αυξανόμενη
εξάρτηση των μη χρηματοοικονομικών επιχειρήσεων
από χρηματοοικονομικές δραστηριότητες ως πηγή
εσόδων, και τη διακυβέρνηση επιχειρήσεων που
επικεντρώνεται στη μεγιστοποίηση των μερισμάτων
για τους μετόχους, αντί για επενδύσεις στη
μελλοντική ανάπτυξη.
Ο
συν-συγγραφέας μου
Juneyoung
Lee
κι εγώ επιδιώξαμε πρόσφατα να φωτίσουμε ποιος
παράγοντας παίζει μεγαλύτερο ρόλο στην
ανισότητα, ομαδοποιώντας χώρες ανάλογα με τα
επίπεδα καινοτομίας και
χρηματοοικονομικοποίησης. Διαπιστώσαμε ότι τα
υψηλότερα επίπεδα ανισότητας εντοπίζονται στην
κατηγορία χαμηλής καινοτομίας και υψηλής
χρηματοοικονομικοποίησης, όπου ανήκουν τόσο
ανεπτυγμένες όσο και αναδυόμενες οικονομίες,
όπως η Βραζιλία, η Ισπανία και η Τουρκία. Υψηλή
ανισότητα υπήρχε επίσης στην κατηγορία όπου τόσο
η καινοτομία όσο και η χρηματοοικονομικοποίηση
είναι σημαντικές – συμπεριλαμβανομένων των
περισσότερων αγγλοσαξονικών οικονομιών, αλλά και
της Ιαπωνίας και της Νότιας Κορέας.
Αντίθετα, η
κατηγορία υψηλής καινοτομίας και χαμηλής
χρηματοοικονομικοποίησης – όπου περιλαμβάνονται
πολλές προηγμένες ευρωπαϊκές οικονομίες, όπως η
Αυστρία, η Δανία, η Γαλλία, η Γερμανία, η Ιταλία
και η Νορβηγία – εμφάνισε τα χαμηλότερα επίπεδα
ανισότητας. Οι χώρες χαμηλής καινοτομίας και
χαμηλής χρηματοοικονομικοποίησης – μεταξύ των
οποίων οι περισσότερες αναδυόμενες οικονομίες,
όπως η Ινδία, η Ρωσία και ορισμένες
ανατολικοευρωπαϊκές – παρουσίασαν ενδιάμεσα
επίπεδα ανισότητας.
Τελικά, δεν
βρήκαμε καμία σύνδεση μεταξύ καινοτομίας και
εισοδηματικής ανισότητας. Αυτό το εύρημα έρχεται
σε αντίθεση με τον Γάλλο οικονομολόγο Φιλίπ
Αγκιόν, ο οποίος υποστηρίζει ότι η καινοτομία –
μετρούμενη μέσω του σταθμισμένου κατά ποιότητα
αριθμού πατεντών – τείνει να επιδεινώνει την
ανισότητα, επειδή τα κέρδη από τα συναφή οφέλη
παραγωγικότητας μετατρέπονται σε μονοπωλιακά
έσοδα για τους καινοτόμους. Όμως η προσέγγιση
του Αγκιόν παραβλέπει άλλες επιδράσεις της
καινοτομίας, όπως η αύξηση των επενδύσεων σε
φυσικό κεφάλαιο, που μπορεί να μετριάσει τις
αρνητικές διανεμητικές συνέπειες δημιουργώντας
θέσεις εργασίας και αυξάνοντας τα εισοδήματα των
εργαζομένων που αξιοποιούν τα νέα συστήματα ή
τον νέο εξοπλισμό.
Αυτά τα
οφέλη είναι ιδιαίτερα έντονα στην περίπτωση της
«καινοτομίας προϊόντος» (εισαγωγή ενός νέου ή
βελτιωμένου αγαθού), επειδή το νέο προϊόν
δημιουργεί κύμα νέας ζήτησης, το οποίο ενισχύει
τις επενδύσεις. Η «καινοτομία διαδικασίας»
(εισαγωγή νέας μεθόδου παραγωγής) συχνά μειώνει
τη ζήτηση εργασίας βραχυπρόθεσμα, αλλά ακόμη κι
εδώ, η επίδραση στην ανισότητα συνήθως
αντισταθμίζεται μακροπρόθεσμα από τις μειώσεις
κόστους.
Χρησιμοποιώντας το ίδιο μέτρο καινοτομίας με τον
Αγκιόν, αλλά λαμβάνοντας υπόψη αυτούς τους
παράγοντες, διαπίστωσα ότι η καινοτομία δεν
επηρεάζει τη συνολική ανισότητα ούτε το μερίδιο
εισοδήματος του ανώτατου 1-5%. Επιπλέον, τα
μονοπωλιακά έσοδα που συνδέονται με τις
καινοτομίες τείνουν να έχουν βραχύβια διάρκεια,
καθώς άλλες επιχειρήσεις τελικά υιοθετούν τη νέα
τεχνολογία.
Εδώ
επανερχόμαστε στη χρηματοοικονομικοποίηση, η
οποία συνδέεται άμεσα με την ανισότητα – και
ειδικότερα με τη συρρίκνωση της μεσαίας τάξης.
Καθώς ο λόγος κεφαλαιοποίησης της
χρηματιστηριακής αγοράς ή των συναλλαγών μετοχών
προς το ΑΕΠ αυξάνεται, το εισόδημα
ανακατανέμεται από τη μεσαία τάξη προς τους
κορυφαίους εισοδηματίες. (Τα εισοδήματα του
κατώτερου 50% δεν επηρεάζονται απαραίτητα.)
Αυτό το
φαινόμενο φάνηκε στις ΗΠΑ μετά την παγκόσμια
χρηματοπιστωτική κρίση του 2008, όταν η
πρωτοφανής νομισματική χαλάρωση ώθησε τις τιμές
των μετοχών προς τα πάνω, δίνοντας την
ψευδαίσθηση μιας ισχυρής ανάκαμψης, παρότι η
απασχόληση υστερούσε και η πραγματική οικονομία
δυσκολευόταν. Παρόμοια, το τρίτο τρίμηνο του
2023, οι ιαπωνικές μετοχές εκτοξεύθηκαν σε
ιστορικά υψηλά επίπεδα λόγω νομισματικής
χαλάρωσης και επαναγορών μετοχών, παρότι η
ανάπτυξη είχε υπάρξει αρνητική τα δύο
προηγούμενα τρίμηνα.
Αξίζει να
σημειωθεί ότι η χρηματοοικονομικοποίηση (η
επιρροή των χρηματοοικονομικών δραστηριοτήτων
στις μη χρηματοοικονομικές επιχειρήσεις) δεν
ταυτίζεται με την «χρηματοοικονομική ανάπτυξη»
(το βάθος, η προσβασιμότητα και οι δυνατότητες
των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων). Η
χρηματοοικονομική ανάπτυξη – μετρούμενη ως ο
λόγος της ιδιωτικής πίστωσης ή των ρευστών
υποχρεώσεων προς το ΑΕΠ – δεν φαίνεται να έχει
σημαντική επίδραση στο μερίδιο εισοδήματος που
κατέχουν οι κορυφαίοι εισοδηματίες.
Το μήνυμα
είναι σαφές: Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής που
ανησυχούν για την ανισότητα δεν πρέπει να
φοβούνται την τεχνολογική καινοτομία ή την
χρηματοοικονομική ανάπτυξη, που μακροπρόθεσμα θα
οδηγήσουν σε ανάπτυξη και θέσεις εργασίας.
Αντίθετα, θα πρέπει να λάβουν μέτρα για να
μετριάσουν τις διανεμητικές συνέπειες της
χρηματοοικονομικοποίησης, όπως η αύξηση της
φορολογίας των χρηματοοικονομικών εισοδημάτων
των πλουσιότερων νοικοκυριών. Αν δεν κάνουν
τίποτα, η παρακμή της μεσαίας τάξης θα
συνεχιστεί.
Ο
Keun
Lee,
πρώην αντιπρόεδρος του Εθνικού Οικονομικού
Συμβουλίου του Προέδρου της Νότιας Κορέας, είναι
καθηγητής Οικονομικών στο Εθνικό Πανεπιστήμιο
της Σεούλ και συγγραφέας, πιο πρόσφατα, του
βιβλίου «Innovation-Development
Detours
for
Latecomers:
Managing
Global-Local
Interfaces
in
the
De-Globalization
Era»
(Cambridge
University
Press,
2024).
Πηγή:
Project Syndicate
|