| Ειδήσεις | Ο Κυνηγός | Λεωφόρος Αθηνών | "Κουλου - Βάχατα" | +/- | "Μας ακούνε" | Fundamentalist | Marx - Soros | Start Trading |

 

 

Τετάρτη, 00:01 - 14/09/2022

 

 
Σήμερα το μεσημέρι, η εποχή της Λιζ Τρας ξεκινάει επισήμως για το Ηνωμένο Βασίλειο. Λίγο μετά τη μία, και αφού συναντηθεί με τη βασίλισσα Ελισάβετ στο Μπαλμόραλ της Σκωτίας, η σαρανταεπτάχρονη πρώην υπουργός Εξωτερικών θα γίνει η τέταρτη Βρετανίδα πρωθυπουργός τα τελευταία έξι χρόνια, αλλά και η τρίτη γυναίκα που θα μετακομίσει στη Downing Street, μετά τις –επίσης Συντηρητικές– Μάργκαρετ Θάτσερ και Τερέζα Μέι. Μόνο που, σε αντίθεση με τους/τις προκατόχους της, η Τρας αναλαμβάνει τη διακυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου σε έναν πολιτικό χρόνο που δεν θα μπορούσε να μοιάζει δυσκολότερος.
 

 
Εκ πρώτης όψεως, το έργο της Τρας μοιάζει λίγο έξω από τα όρια του αδύνατου. Ο πληθωρισμός θερίζει από τα Highlands μέχρι το Brighton, το κόμμα της παραμένει εξαιρετικά διαιρεμένο, οι σχέσεις του Ηνωμένου Βασιλείου με την Ε.Ε. χειροτερεύουν μέρα με τη μέρα, οι Εργατικοί σε λίγο θα κλείσουν έναν χρόνο στην πρώτη θέση των δημοσκοπήσεων και ο ρωσο-ουκρανικός πόλεμος συνεχίζει να δοκιμάζει τις δυτικές κυβερνήσεις. Με άλλα λόγια, η ανάληψη της πρωθυπουργίας μοιάζει περισσότερο με πολιτική αυτοκτονία παρά με ευκαιρία, με την Τρας να καλείται πλέον να αποδείξει πως δε θα είναι απλώς μια διεκπεραιωτική πρωθυπουργός.
 
Ο τερατώδης πληθωρισμός και το ασαφές σχέδιο για την επόμενη μέρα
 
Το πρώτο –και κολοσσιαίο– πρόβλημα που πρέπει να λύσει η κυβέρνηση Τρας αφορά το κόστος ζωής στη Βρετανία. Η Τρας κληρονομεί μια κυριολεκτικά γονατισμένη βρετανική οικονομία, όπου ο πληθωρισμός σπάει κάθε ιστορικό ρεκόρ και σήμερα υπολογίζεται περίπου στο 10%, το ενεργειακό κόστος είναι εκτός ελέγχου, η βρετανική λίρα κινείται διαρκώς πτωτικά φλερτάροντας με χαμηλό δεκαετιών, οι βρετανικές ομάδες συμφερόντων του βρετανικού δημοσίου προχωρούν σε αλλεπάλληλές απεργιακές κινητοποιήσεις η μία μετά την άλλη, ενώ οι ελλείψεις ανθρώπινου δυναμικού σε κρίσιμους τομείς –οι οποίες φάνηκαν και πέρυσι το φθινόπωρο όταν οι εφοδιαστικές αλυσίδες έφτασαν σε οριακό σημείο– τείνουν να μετατραπούν σε συστημικό πρόβλημα· ενδεικτικά, η Τράπεζα της Αγγλίας έχει ήδη προειδοποιήσει πως το Ηνωμένο Βασίλειο θα επιστρέψει σε υφεσιακή τροχιά. Αναμφίβολα, η ταυτόχρονη διαχείριση όλων των παραπάνω κρίσεων –με τις περισσότερες να αποτελούν εκφράσεις εισαγόμενων κρίσεων στις οποίες η Τρας δεν μπορεί να ασκήσει κανέναν ουσιαστικό έλεγχο– αποτελεί μια πιθανώς απροσπέλαστη πρόκληση για οποιαδήποτε κυβέρνηση, πόσο μάλλον για μία που ουσιαστικά ανακυκλώνει τα στελέχη της σε μεγάλο βαθμό.
 
Από τη μεριά της, η Τρας δείχνει σίγουρη πως ένα φιλελεύθερο μείγμα πολιτικής θα δώσει στη βρετανική οικονομία την ώθηση που χρειάζεται. Χωρίς να έχει δώσει πολύ συγκεκριμένες λεπτομέρειες –και εκμεταλλευόμενη το γεγονός πως ο εσωκομματικός της αντίπαλος, Ρίσι Σούνακ, υπήρξε ένας μάλλον αποτυχημένος υπουργός Οικονομικών– η Τρας έχει θέσει ως προτεραιότητα μια δραστική μείωση της φορολογίας ύψους περίπου τριάντα δισ., ώστε να επαναφέρει τη βρετανική οικονομία σε αναπτυξιακή πορεία. Παράλληλα, όμως, η Τρας έχει υποσχεθεί πως θα στηρίξει τόσο τα νοικοκυριά όσο και τις επιχειρήσεις σε ό,τι αφορά τα ενεργειακά κόστη τον χειμώνα που έρχεται· συγκεκριμένα, το πλάνο της Τρας να παγώσει τους ενεργειακούς λογαριασμούς περίπου στις δύο χιλιάδες λίρες κοστολογείται περίπου στα σαράντα δισ. Η δυσαρμονία ανάμεσα στις δύο προσεγγίσεις είναι το λιγότερο αξιοσημείωτη, ενώ ήδη Συντηρητικοί σχολιαστές σημειώνουν πως είναι μάλλον αδύνατο η Τρας να καταφέρει να μείνει πιστή στο δόγμα μιας ακόμα πιο ελεύθερης αγοράς, στηρίζοντας παράλληλα τους Βρετανούς στο σύνολό τους, όπως η ίδια το έχει θέσει, ώστε να αντιμετωπίσουν τα ενεργειακά κόστη. Είναι βέβαιο πως η κυβέρνηση Τρας θα εστιάσει πρωτίστως σε αυτό το θέμα τις αμέσως επόμενες μέρες – με τις υπόλοιπες προκλήσεις όμως να απαιτούν και εκείνες σύντομα λύσεις, έστω και προσωρινές.
 
Οι –μονίμως– διχασμένοι Συντηρητικοί και οι απέναντι που επιστρέφουν
 
Ένα ακόμα ζήτημα είναι πως η Τρας αναλαμβάνει τη διακυβέρνηση της χώρας ως η λιγότερο κακή επιλογή στα μάτια των Συντηρητικών ψηφοφόρων. Χωρίς να έχει στο ελάχιστον το –αλλοπρόσαλλο αλλά σαφές– επικοινωνιακό χάρισμα του Μπόρις Τζόνσον, η Τρας θα πρέπει να δώσει στο ταλαιπωρημένο της κόμμα έναν λόγο να πιστεύει ότι υπάρχει επόμενη μέρα. Σε αντίθεση με τον προκάτοχό της, ο οποίος κατέκτησε την πρωθυπουργία και εκλογικά πετυχαίνοντας μια συντριπτική νίκη απέναντι στους Εργατικούς καβαλώντας το κύμα του Brexit και εξαϋλώνοντας τον χειρότερο δυνατό ηγέτη που θα μπορούσαν να επιλέξουν οι Εργατικοί σε εκείνον τον πολιτικό χρόνο, τον Τζέρεμι Κόρμπιν, η ανάληψη της πρωθυπουργίας από την Τρας είναι αποτέλεσμα εσωκομματικών διεργασιών ενός κόμματος που κυβερνάει εδώ και δώδεκα χρόνια και το οποίο βρίσκεται σημαντικά πίσω στις δημοσκοπήσεις εδώ και μήνες. Ακόμα χειρότερα για τη νέα πρωθυπουργό, η Τρας –η οποία υπήρξε προβεβλημένο στέλεχος του φιλελεύθερου κόμματος ως φοιτήτρια στην Οξφόρδη– καλείται να αποδείξει πως οι δημόσιες ιδεολογικές της τοποθετήσεις είναι ειλικρινείς· ας μην ξεχνάμε πως η πρώην υπουργός Εξωτερικών είχε ταχθεί ένθερμα υπέρ της παραμονής στην Ε.Ε., παίρνοντας όμως πλέον αποστάσεις από αυτή τη θέση, με την πολιτική σκοπιμότητα όμως της μετατόπισής της να είναι ξεκάθαρη από την πρώτη στιγμή.
 
Παράλληλα, η Τρας θα έχει έναν –τουλάχιστον– υπολογίσιμο αντίπαλο απέναντί της στο βρετανικό Κοινοβούλιο. Με τον Κιρ Στάρμερ να ξεπερνάει τις αρχικές του δυσκολίες να βρει ένα πειστικό αφήγημα και να θέτει σταδιακά σε έλεγχο τη μόνιμη εσωκομματική μουρμούρα της αριστερής πτέρυγας του κόμματός του, οι Εργατικοί προηγούνται σταθερά των Συντηρητικών σε όλες τις δημοσκοπήσεις από τον περασμένο Δεκέμβριο – με τη διαφορά σήμερα να έχει φτάσει στο 9%. Την ίδια στιγμή, οι Φιλελεύθεροι έχουν ανέβει στο 12% και, παρά τις ιδιαιτερότητες του βρετανικού εκλογικού νόμου όπου τα καθαρά εκλογικά ποσοστά δεν μεταφράζονται σε ανάλογο αριθμό εδρών, μια πιθανή μετεκλογική συνεργασία Εργατικών - Φιλελεύθερων μοιάζει αρκετά πιθανή, αν τα νούμερα βγαίνουν. Παρότι δεν υπάρχει σήμερα κάποια επίσημη σχετική τοποθέτηση, μια μελλοντική lib-lab διακυβέρνηση (Liberal Party - Labour Party) φαίνεται διαρκώς πιθανότερη, καθώς αποτελεί οριακά κοινό μυστικό πως υπάρχει ήδη μια «σιωπηλή» συμφωνία ανάμεσα στα δύο κόμματα· ενδεικτικά, είναι σχεδόν βέβαιο πως οι Εργατικοί ουσιαστικά δεν θα διεκδικήσουν τις έδρες που μπορούν να στερήσουν οι Φιλελεύθεροι από τους Συντηρητικούς στις επόμενες εκλογές, ενώ ο σημερινός επικεφαλής του τρίτου μεγαλύτερου βρετανικού κόμματος Εντ Ντέιβι είχε ταχθεί στο παρελθόν υπέρ μιας κυβερνητικής συνεργασίας.
 
Με άλλα λόγια, οι Συντηρητικοί δεν παίζουν πια μόνοι τους, ενώ, για πρώτη φορά μετά το 2015, η πλευρά του Remain φαίνεται πως θα πλειοψηφεί στο επόμενο Κοινοβούλιο. Με την –αρχικά–remainer Τρας να αγκαλιάζει την πιο συντηρητική και ευρωσκεπτικιστική πλευρά του κόμματος της ώστε να εκλεγεί πρωθυπουργός –φτάνοντας στο σημείο να δηλώσει πως δεν είναι σίγουρη αν η Γαλλία είναι σύμμαχος ή όχι–, οι Στάρμερ και Ντέιβι έχουν τη δυνατότητα να εκφράσουν την αγανάκτηση των Βρετανών με τις αλλεπάλληλες παλινωδίες των Συντηρητικών από τον Κάμερον μέχρι και την Τρας, χωρίς καν να χρειαστεί να δώσουν ουτοπικές υποσχέσεις, όπως π.χ. μια πιθανή επιστροφή στην Ε.Ε. Ακόμα και αν το Brexit αποτελεί πια τετελεσμένο, ο θυμός εκείνου του τμήματος του βρετανικού εκλογικού σώματος που είτε δεν πίστεψε ποτέ στις μεγαλοστομίες της «παγκόσμιας Βρετανίας» είτε συνειδητοποίησε πως οι ηρωισμοί απέναντι στις Βρυξέλλες απλώς οδήγησαν στα ατελείωτα μποτιλιαρίσματα στο Ντόβερ μοιάζει σήμερα να έχει αποφασίσει ότι είναι καιρός οι Συντηρητικοί να επιστρέψουν στην αντιπολίτευση.
 
Η μία μεγάλη ευκαιρία της Λιζ Τρας
 
Δεν υπάρχει αμφιβολία πως η Λιζ Τρας ξεκινάει την πρωθυπουργία της με γκολ από τα αποδυτήρια – και στη σέντρα είναι εκείνη. Ωστόσο, παρά την εξαιρετικά δύσκολη κατάσταση της βρετανικής οικονομίας, και τις σχετικές δεινές προβλέψεις για τους επόμενους μήνες, αλλά και το σημαντικό προβάδισμα των Εργατικών απέναντι στους Συντηρητικούς σε συνδυασμό με μια μετεκλογική συνεργασία της αντιπολίτευσης που μοιάζει εξασφαλισμένη, η Βρετανίδα πρωθυπουργός έχει ένα τεράστιο πλεονέκτημα: χρόνο. Οι επόμενες βρετανικές εκλογές είναι προγραμματισμένες για το τέλος του 2024, κάτι που της δίνει δύο γεμάτα χρόνια διακυβέρνησης στα οποία καλείται να αποδείξει τόσο πως μπορεί να συνασπίσει το κόμμα της γύρω της όσο και να πείσει την πλειοψηφία των Άγγλων –καθώς οι Σκωτσέζοι αποκλείεται να τη στηρίξουν– πως μπορεί να ηγηθεί του Ηνωμένου Βασιλείου σε βάθος χρόνου. Σήμερα αυτό μοιάζει μάλλον απίθανο, καθώς ο σχετικά άχρωμος Στάρμερ προηγείται της Τρας κυριολεκτικά σε όλα τα ποιοτικά στοιχεία –ακόμα και σε εκείνο της «προσωπικότητας»– όμως η Τρας έχει μπροστά της μια διετία να το γυρίσει.
 
Άλλωστε, η ίδια η προσωπική πορεία της Τρας υποδεικνύει ότι η πρωθυπουργία της ίσως μας εκπλήξει. Η κόρη μιας αντιθατσερικής οικογένειας, πρώην παιδί-θαύμα των Φιλελεύθερων, πρώην remainer, και πρώην υπέρμαχος της κατάργησης της μοναρχίας θα λάβει εντολή σχηματισμού κυβέρνησης από τη Βασίλισσα που είχε –ιδεολογικά– καταγγείλει, ως επικεφαλής ενός κόμματος που κάποτε αντιπολιτευόταν και στου οποίου τον σημερινό σκληρό ιδεολογικό πυρήνα ήταν μέχρι πριν λίγα χρόνια ξένη. Όλα αυτά μπορεί κανείς να τα πετύχει μόνο αν είναι ικανός να ελιχθεί με πραγματική πολιτική μαεστρία, και η Τρας έχει αποδείξει πως την έχει, φτάνοντας μεθοδικά και αθόρυβα στην πρωθυπουργία· η μόνη διαφορά είναι πως, από σήμερα, όλα τα βλέμματα θα είναι πάνω της. 
 
Άγης Παπαγεωργίου (Athens Voice)
 

Greek Finance Forum Team

 

 

Σχόλια Αναγνωστών

 

 
 

 

 

 

 

 

 

 

 
   

   

Αποποίηση Ευθύνης.... 

© 2016-2022 Greek Finance Forum