|
Αλλά αυτό
στην Ελλάδα των μικρομεσαίων δεν γίνεται σε
μεγάλη έκταση : οι περισσότεροι μικροεργοδότες
έχουν στενούς δεσμούς με το προσωπικό τους και
συνήθως δεν τους μειώνουν αμοιβές.
Αλλά δείτε
κάτι άλλο : ο ίδιος επιχειρηματίας μου εξήγησε
πως λειτουργεί από τους μεγάλους ανταγωνιστές
του, ένα φαινόμενο γνωστό θα έλεγα, αλλά ας το
ονομάσουμε κάτι σαν «πρόωρη συμπίεση του
κόστους». Και πως αυτό ουσιαστικά οφείλεται στα
σινιάλα που δίνουν στους ισχυρούς του κλάδου, τα
ολιγοπώλια της χονδρικής αγοράς.
Το μηνιαίο
πακέτο λοιπόν βασικού υλικού για μαγείρεμα σε
κουζίνα μεσαίου εστιατορίου έχει μέση τιμή (απο
διάφορες εταιρείες) στη θερινή σεζόν – μέχρι
τέλη Οκτώβρη περίπου – περί τα 115 ευρώ.
Αίφνης ( κυρίως στα νησιά αναφέρομαι) η μέση
τιμή αυτής της πρώτης ύλης στην εστίαση,
υποχωρεί συστηματικά σχεδόν από όλες τις
εταιρίες στα 88 ευρώ για τους χειμερινούς μήνες.
Κάποιος θα
πει ότι είναι λογικό : πέφτει η ζήτηση, πέφτει η
τιμή (χονδρικής) άσχετα αν δεν πέφτει η λιανική
τιμή του τελικού προϊόντος (κάτι κοντινό – αλλά
όχι αναπαραστατικό πλήρως – με τις θεωρίες
περιοδικής ζήτησης που διδαχθήκαμε και τις
ακαμψίες ή ελαστικότητες των τιμών)
Το ζήτημα
είναι άλλο : γιατί δεν πέφτουν αντίστοιχα (με το
– 25 % στην συγκεκριμένη πρώτη ύλη) τα περιθώρια
κέρδους των μεσαζόντων- εμπόρων αυτής της πρώτης
ύλης κατά τους χειμερινούς μήνες ; ( το έψαξα
αρκετά, με στοιχεία).Και μάλιστα ενώ υποχωρεί,
έστω και οριακά, το περιθώριο κέρδους ακόμα και
σε αποθήκες ή
logistics
; Ποια αόρατη ζήτηση διατηρεί το περιθώριο
κέρδους των κλάδου των χονδρέμπορων και τους
χειμερινούς μήνες, ενώ πουλάνε φθηνότερα ;
Ε λοιπόν :
ούτε η θεωρία «κλαδικής και εποχιακής
συγκέντρωσης των τιμών» (δηλαδή οι συσχετίσεις
περιοδικότητας και τιμολόγησης) εξηγεί το
φαινόμενο, ούτε φυσικά και η «αντιστροφή» του
κλασικού νόμου προσφοράς – ζήτησης.
Οι
ολιγοπωλιακές αγορές έχουν ένα χαρακτηριστικό
που πλέον κυριαρχεί : την «σιωπηρή συνεννόηση»
μεταξύ των μεγάλων κάθε κλάδου όταν δουν το
σινιάλο της «αποθησαύρισης μελλοντικού κόστους»
(και όχι ακριβώς «εναλλακτικό όφελος» με την
κλασική μικροοικονομική θεωρία)
Και αυτή η
συνεννόηση στηρίζεται σε δύο κυρίως σταθερές :
υψηλή ρευστότητα και μεθοδική προνοητικότητα
μείωσης του μέσου κόστους στον τελικό
ισολογισμό.
Οι μεγάλοι,
που μπορούν να στοκάρουν και να συντηρήσουν
εμπόρευμα μέχρι το καλοκαίρι, είναι αυτοί που
δημιουργούν την αόρατη ζήτηση των φθηνών πρώτων
υλών στους χειμερινούς μήνες : αγοράζουν μαζικές
ποσότητες στα 88 ευρώ, ώστε να μειώσουν τις
ανάγκες τους το καλοκαίρι, οπότε και είναι
αυξημένο το κόστος στα 115 ευρώ.
Η ερώτηση
τώρα είναι άλλη (όσον αφορά την οικονομική
πολιτική): σε ποιο από τα δύο καρτέλ
«δικαιούται» ή μάλλον «υποχρεούται» να παρέμβει
η κυβέρνηση ώστε να μην την πληρώσουν οι
μικρομεσαίοι του κλάδου, οι εργαζόμενοι και
τελικά οι καταναλωτές ;
Φυσικά δεν
μπορεί να απαγορεύσει από τους μεγάλους
αγοραστές πρώτων υλών να ψωνίζουν φθηνά τον
χειμώνα – αυτό είναι αντίθετο σε κάθε λογική
«ελεύθερης αγοράς» και συναλλαγών.
Αλλά
κοιτάξτε : πώς θα παρέμβει στο άλλο καρτέλ -των
μεσαζόντων της πρώτης ύλης – όταν ως
χονδρέμποροι αυτοί «ρίχνουν» την τιμή τον
χειμώνα , άρα δείχνουν έμπρακτη πρόθεση
εξισορρόπησης του μέσου ετήσιου κόστους
προϊόντος (οπότε και εύκολα δικαιολογούνται
λέγοντας ότι η αυξημένη ζήτηση τους ωθεί σε
αυξημένη τιμολόγηση το καλοκαίρι)
Μην
αναρωτιέστε λοιπόν γιατί δεν πέφτουν οι λιανικές
τιμές στο ράφι, στο τραπέζι, στην τελική
κατανάλωση, ούτε το καλοκαίρι ούτε τον χειμώνα.
Όσο μεγαλώνει άναρχα με συρρίκνωση μεριδίου
αγοράς ένας κλάδος, ενώ δεν μειώνονται τα κέρδη
που παράγει, λόγω υπερσυγκέντρωσης από
ολιγοπωλιακές δομές, τόσο θα μαθαίνουμε το
«νόμιμο κόλπο» που ρίχνει την αγοραστική δύναμη
του καταναλωτή (του μισθού ή του εισοδήματος
του) : είναι η «έγκαιρη αποθήκευση» από τους
λίγους, των φθηνών πρώτων υλών ώστε να μην τις
πληρώνουν ακριβά την εποχή της ζήτησης, που
πληρώνουν ακριβά οι πολλοί.
ΥΓ Η
αναλυτική θεωρία του καπιταλιστικού μηχανικού
αυτόματου, αυτό το ονομάζει αλλιώς για κάθε
είδους αποθησαύριση : «συσσώρευση, που φυσικά
δεν αφορά μόνο εμπορεύματα αλλά και χρήμα. Πλέον
και ανθρώπους (για να μην αναρωτιόμαστε γιατί
«δεν βρίσκει κανείς προσωπικό»)…..
European
Business Review
|