Οι τραπεζικές και χρηματοοικονομικές
εταιρείες (42%), καθώς και οι εταιρείες
ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης (37) και
τεχνολογίας (32%), είναι αυτές που συγκεντρώνουν
την ψήφο εμπιστοσύνης των καταναλωτών ως οι πιο
αξιόπιστες για την προστασία των προσωπικών τους
δεδομένων. Στον αντίποδα, τα μέσα κοινωνικής
δικτύωσης (18%), οι κυβερνήσεις (14%) και οι
οργανισμοί μέσων ενημέρωσης και ψυχαγωγίας (12%)
συγκεντρώνουν τα χαμηλότερα επίπεδα εμπιστοσύνης
αναφορικά με την ασφάλεια των προσωπικών τους
δεδομένων.
Τα παραπάνω στοιχεία
αποκαλύπτει νέα έρευνα
από την Thales, η οποία
αναδεικνύει την έλλειψη
εμπιστοσύνης των
καταναλωτών σε διάφορους
κλάδους αναφορικά με την
προστασία των προσωπικών
τους δεδομένων. Σύμφωνα
με την έρευνα (2022
Thales Consumer Digital
Trust Index: A Consumer
Confidence in Data
Security Report),
σημαντικές είναι οι
αποκλίσεις μεταξύ των
καταναλωτών σε διάφορες
χώρες, όσον αφορά την
ασφάλεια των προσωπικών
τους δεδομένων.
Η Γερμανία (23%), η
Αυστραλία, το Ηνωμένο
Βασίλειο και η Γαλλία
(20%) ήταν οι χώρες με
τη λιγότερη εμπιστοσύνη
των καταναλωτών
αναφορικά με την
προστασία των προσωπικών
τους δεδομένων και τις
ψηφιακές υπηρεσίες.
Αντιθέτως, οι
καταναλωτές από τη
Βραζιλία (95%), το
Μεξικό (92%) και τα
Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα
(91%), έδειξαν τα
υψηλότερα επίπεδα
εμπιστοσύνης.
“Οι διαφορές αυτές
στα επίπεδα εμπιστοσύνης
μεταξύ των χωρών είναι
πιθανότατα αποτέλεσμα
των κανονισμών
προστασίας δεδομένων,
όπως ο GDPR, που
δημιουργούν μια ευρύτερη
συνειδητοποίηση του
δικαιώματος στην
ιδιωτική ζωή και της
έλλειψης εμπιστοσύνης”, διαπιστώνει
η έρευνα, που διεξήχθη
από την Opinium σε
συνεργασία με το
Πανεπιστήμιο του
Warwick.
Αρνητικός αντίκτυπος
Η έκθεση διαπίστωσε
ότι η συντριπτική
πλειοψηφία (82%) των
καταναλωτών, παγκοσμίως,
δέχθηκε κάποιο αρνητικό
αντίκτυπο στη ζωή του
μετά από παραβίαση των
δεδομένων τους. Η
οικονομική απάτη (31%),
η απάτη στη χρήση των
προσωπικών τους
στοιχείων ταυτοποίησης (PII)
(25%) και οι
εξατομικευμένες απάτες
με βάση τα δεδομένα τους
(25%), αποτελούν τις
κύριες επιπτώσεις.
Παρουσιάζει
ενδιαφέρον το γεγονός
ότι η οικονομική απάτη
αναφέρθηκε ως η
μεγαλύτερη σε κάθε χώρα,
με μόνες εξαιρέσεις τη
Γερμανία (απάτες PII:
31%), Ιαπωνία (κλοπές
ταυτότητας: 30%),
Ηνωμένο Βασίλειο (εξατομικευμένες
απάτες: 25%).
Σε ό,τι αφορά την
προστασία του εαυτού
τους, το ένα πέμπτο
(21%) των καταναλωτών
παγκοσμίως έχει
σταματήσει να
χρησιμοποιεί εταιρείες,
που έχουν υποστεί
παραβίαση δεδομένων.
Μάλιστα, ένας στους δέκα
(8%) έχει κινηθεί νομικά
εναντίον εταιρείας, με
ένα αντίστοιχο ποσοστό
(9%) να το σκέφτεται να
κινηθεί νομικά.
Επιπλέον, στις
τραπεζικές και
χρηματοοικονομικές
υπηρεσίες, ένα μεγάλο
ποσοστό των καταναλωτών
(69%) είναι πιθανό να
ξοδέψει περισσότερο
χρόνο προσθέτοντας
επιμέρους μέτρα
ασφαλείας για την
προστασία των προσωπικών
δεδομένων. Ακολουθεί η
ασφάλεια της
επικοινωνίας μέσω email
(54%), των μέσων
κοινωνικής δικτύωσης
(48%) και των
ηλεκτρονικών αγορών ή
του ηλεκτρονικού
εμπορίου (44%).
Μόνο το ένα τρίτο
(33%) των καταναλωτών
αφιερώνει χρόνο στην
εφαρμογή επιμέρους
μέτρων ασφαλείας για την
υγειονομική περίθαλψη
και μόνο το ένα τέταρτο
(24%) το εφαρμόζει για
τους κλάδους που
σχετίζονται με ταξίδια.