|
Η
ραγδαία ανάπτυξη
Σήμερα,
οι βραχυχρόνιες
μισθώσεις στην Ελλάδα
αντιστοιχούν σε πάνω από
το 50% της συνολικής
προσφοράς κλινών και
περίπου στο 25% των
διανυκτερεύσεων. Το
υπόλοιπο 50% και 75%
καλύπτεται από τα
ξενοδοχεία.
Σύμφωνα
με το Ξενοδοχειακό
Επιμελητήριο Ελλάδος
(ΞΕΕ), στο τέλος του
2024 λειτουργούσαν
10.104 ξενοδοχεία με
447.363 δωμάτια και
894.854 κλίνες. Δεν
είναι όλα σε λειτουργία
καθ’ όλη τη διάρκεια του
έτους, καθώς μεγάλος
αριθμός ανοίγει μόνο την
καλοκαιρινή περίοδο.
Παρά ταύτα, σύμφωνα με
το ΙΝΣΕΤΕ, τον Απρίλιο
του 2025 οι
προσφερόμενες κλίνες σε
καταλύματα βραχυχρόνιας
μίσθωσης ανήλθαν στο 1
εκατομμύριο –
ξεπερνώντας εκείνες των
ξενοδοχείων κατά περίπου
107.000.
Η
σημασία αυτής της
δραστηριότητας για τον
τουριστικό τομέα είναι
πλέον κομβική. Όπως
σημειώνει χαρακτηριστικά
παράγοντας του χώρου,
«αν έκλειναν αιφνιδίως
όλα τα καταλύματα
βραχυχρόνιας μίσθωσης,
δεν θα υπήρχαν
διαθέσιμες κλίνες για
την κάλυψη της ζήτησης».
Τα
στοιχεία του ΙΝΣΕΤΕ
καταδεικνύουν
συνεχιζόμενη αύξηση της
προσφοράς και το 2025.
Τον Απρίλιο, τα
διαθέσιμα ακίνητα
ανήλθαν σε 228.000,
αυξημένα κατά 16.000 σε
σχέση με τον αντίστοιχο
μήνα του 2024.
Παράλληλα, οι διαθέσιμες
κλίνες αυξήθηκαν κατά
72.000 σε σχέση με τις
936.000 του προηγούμενου
Απριλίου, με το φράγμα
του 1 εκατ. να σπάει
νωρίτερα από κάθε άλλη
χρονιά (τον Ιούλιο του
2024 είχε επιτευχθεί για
πρώτη φορά).
Διανυκτερεύσεις και
προφίλ επισκεπτών
Παρά την
αύξηση των προσφερόμενων
καταλυμάτων, οι
πληρότητες παραμένουν
χαμηλότερες από αυτές
των ξενοδοχείων. Η
συντριπτική πλειονότητα
των διαμενόντων σε
καταλύματα βραχυχρόνιας
μίσθωσης είναι
αλλοδαποί: τον Απρίλιο
του 2025 αποτελούσαν το
86% των επισκεπτών,
έναντι μόλις 14%
ημεδαπών.
Αντιπαράθεση με τους
ξενοδόχους
Η
εντεινόμενη παρουσία της
βραχυχρόνιας μίσθωσης
έχει οδηγήσει σε
κλιμάκωση της
αντιπαράθεσης με τους
ξενοδόχους. Ο
ξενοδοχειακός κλάδος
διαμαρτύρεται για
άνισους όρους
ανταγωνισμού,
υποστηρίζοντας ότι οι
ιδιοκτήτες Airbnb
απαλλάσσονται από
αδειοδοτήσεις και
υποχρεώσεις που
δεσμεύουν τα ξενοδοχεία.
Από την άλλη πλευρά, οι
κανονιστικές παρεμβάσεις
έχουν αυστηροποιηθεί: οι
ιδιοκτήτες άνω των δύο
ακινήτων πλέον
θεωρούνται
επαγγελματίες,
υπόκεινται σε φορολογία
και επιβαρύνονται με το
τέλος κλιματικής κρίσης.
Σύμφωνα
με στοιχεία της ΑΑΔΕ που
μεταφέρει ο Σύνδεσμος
Εταιρειών Βραχυχρόνιας
Μίσθωσης Ακινήτων (STAMA
Greece), η φορολογική
συμμόρφωση του κλάδου
αγγίζει το 92%. Ο STAMA,
που εκπροσωπεί 260
εταιρείες με 8.500
ακίνητα, τονίζει ότι οι
υπηρεσίες περιορίζονται
στη βασική φιλοξενία,
χωρίς τις παροχές
ξενοδοχείου, και άρα η
δραστηριότητα δεν
υποκαθιστά αλλά
συμπληρώνει τον
ξενοδοχειακό τομέα.
Έλλειμμα
υποδομών και θεσμική
υποβάθμιση
Παρά το
μέγεθος και τη σημασία
του τομέα, η πολιτεία
και η τοπική
αυτοδιοίκηση δεν έχουν
ενσωματώσει πλήρως τις
ανάγκες του στο
σχεδιασμό υποδομών. Οι
επενδύσεις σε κρίσιμους
τομείς όπως ύδρευση,
ηλεκτροδότηση,
αποχέτευση και μεταφορές
(αεροδρόμια, δρόμοι)
χαρακτηρίζονται
ανεπαρκείς, γεγονός που
εντείνει τις πιέσεις σε
τουριστικά φορτισμένες
περιοχές.
Στεγαστική κρίση και
επιπτώσεις
Παράλληλα, η
δραστηριότητα
ενοχοποιείται για τη
στεγαστική κρίση. Σε ένα
οικιστικό περιβάλλον
όπου η οικοδομική
δραστηριότητα παρέμεινε
στάσιμη επί 15 έτη, η
εκτροπή χιλιάδων
ακινήτων προς τον
τουρισμό έχει στερήσει
κρίσιμη προσφορά από
κατοίκους, φοιτητές, νέα
ζευγάρια και κοινωνικά
ευάλωτες ομάδες.
Η πίεση
που ασκεί η τουριστική
ζήτηση στις τιμές των
ενοικίων και των
ακινήτων είναι έντονη. Η
κυβέρνηση έχει
επιχειρήσει να
αντιστρέψει αυτή τη
δυναμική μέσω
φορολογικών κινήτρων για
επιστροφή των ακινήτων
στη μακροχρόνια μίσθωση,
αλλά τα αποτελέσματα
παραμένουν περιορισμένα,
όπως δείχνει η διαρκής
αύξηση των αριθμών στις
βραχυχρόνιες μισθώσεις.
|