|
Τα
καθαρά έσοδα από τόκους
(NII)
εκτιμώνται στα 528 εκατ.
ευρώ, μειωμένα οριακά
κατά 1% σε τριμηνιαία
βάση, καθώς η σταδιακή
αποκλιμάκωση των
επιτοκίων περιορίζει τα
περιθώρια κέρδους (NIM
στο 3,7%). Ωστόσο, η
επίδραση αυτή
αντισταθμίζεται εν μέρει
από τη συνεχιζόμενη
ανατιμολόγηση των
καταθέσεων. Ο καθαρός
δανεισμός προβλέπεται
στα 400 εκατ. ευρώ, με
τον ετήσιο στόχο των 2,5
δισ. να θεωρείται
εφικτός χάρη σε
αναμενόμενη επιτάχυνση
στο δ’ τρίμηνο.
Τα έσοδα
από προμήθειες εκτιμάται
ότι θα κινηθούν σε υψηλά
επίπεδα, ενισχυμένα από
τη στροφή κεφαλαίων σε
αμοιβαία κεφάλαια και
επενδυτικά προϊόντα. Τα
καθαρά έσοδα τραπεζικών
δραστηριοτήτων
προβλέπονται στα 646
εκατ. ευρώ, σχεδόν
αμετάβλητα από το
προηγούμενο τρίμηνο, ενώ
τα συνολικά έσοδα
αναμένονται στα 654
εκατ. ευρώ, έναντι 699
εκατ. ευρώ στο β’
τρίμηνο, καθώς δεν
επαναλαμβάνονται τα
έκτακτα κέρδη από
συναλλαγές ύψους 53
εκατ. ευρώ.
Τα
λειτουργικά έξοδα
υπολογίζονται στα 228
εκατ. ευρώ (+1,5%), με
τον δείκτη κόστους προς
έσοδα κοντά στο 35%,
καθώς η ΕΤΕ συνεχίζει να
επενδύει στο ανθρώπινο
δυναμικό της. Το
προβλέψιμο λειτουργικό
αποτέλεσμα (PPI)
αναμένεται στα 426 εκατ.
ευρώ, ενώ οι προβλέψεις
για δάνεια εκτιμώνται
στα 39 εκατ. ευρώ, με
κόστος κινδύνου (CoR)
στις 42 μονάδες βάσης. Η
κάλυψη των μη
εξυπηρετούμενων
ανοιγμάτων (NPEs)
ξεπερνά το 100%, χωρίς
νέο καθαρό σχηματισμό
NPEs.
Παρά την
επιβάρυνση των 25 εκατ.
ευρώ από το πρόγραμμα
ανακαίνισης σχολείων, η
τράπεζα διατηρεί υψηλή
κερδοφορία. Ο δείκτης
CET1
αναμένεται να ενισχυθεί
στο 19,1%, κατά 20
μονάδες βάσης υψηλότερα
σε σχέση με το
προηγούμενο τρίμηνο,
παρά τη διανομή
μερίσματος με
payout
60% και την επιτάχυνση
απόσβεσης του
αναβαλλόμενου φόρου (DTC).
Τέσσερις
τομείς-κλειδιά που
επισημαίνει η
Axia:
1.
Πιστωτική ανάπτυξη:
Παρά τη μικρότερη
εποχική επίδοση (+400
εκατ. ευρώ), η ΕΤΕ
βαδίζει σταθερά προς τον
ετήσιο στόχο των 2,5
δισ. ευρώ. Η
σταθεροποίηση των
επιτοκίων αναμένεται να
σηματοδοτήσει το
χαμηλότερο σημείο για το
NII
φέτος, με σταδιακή
ανάκαμψη στη συνέχεια.
2.
Έλεγχος κόστους:
Η τράπεζα εξακολουθεί να
επιτυγχάνει έναν από
τους χαμηλότερους
δείκτες κόστους προς
έσοδα στην αγορά (<35%),
αξιοποιώντας τη δυναμική
από τα προγράμματα
εθελουσίας και τη
συγκράτηση των δαπανών.
3.
Διαχείριση κινδύνου:
Η ΕΤΕ διατηρεί από τις
υψηλότερες καλύψεις
NPEs
στον κλάδο, άνω του
100%, με
CoR
κάτω από 40 μ.β. για το
2025 — ένα από τα
χαμηλότερα επίπεδα
μεταξύ των συστημικών
τραπεζών.
4.
Αξιοποίηση κεφαλαιακού
πλεονάσματος:
Με πλεονάζον κεφάλαιο
περίπου 2,2 δισ. ευρώ, η
ΕΤΕ διαθέτει ισχυρή
ευελιξία για στοχευμένες
κινήσεις — είτε μέσω
στρατηγικών εξαγορών σε
τομείς όπως το
bancassurance
είτε μέσω αυξημένων
διανομών μερισμάτων,
όπως έχει αφήσει ανοιχτό
η διοίκηση.
Η
Axia
συνοψίζει ότι η Εθνική
Τράπεζα παραμένει η πιο
«θωρακισμένη» ελληνική
τράπεζα, με σταθερή
κερδοφορία, συντηρητικό
προφίλ κινδύνου και
πλεονάζον κεφάλαιο που
της δίνει τη δυνατότητα
να κινηθεί επιθετικά στα
επόμενα στρατηγικά της
βήματα.

|