|
Η ανάλυση αναφέρει ότι
το μέσο ποσοστό μη
εξυπηρετούμενων δανείων
των μη χρηματοπιστωτικών
επιχειρήσεων στην Ε.Ε.
μειώθηκε από 5,78% το
πρώτο τρίμηνο του 2019
σε 3,38% το τέταρτο
τρίμηνο του 2024 —
μείωση 2,4 ποσοστιαίων
μονάδων. Μόνο οι
τραπεζικοί τομείς
Γερμανίας, Αυστρίας και
Λουξεμβούργου κατέγραψαν
αύξηση των NPLs,
ωστόσο ξεκινούσαν από
επίπεδα ήδη χαμηλότερα
του ευρωπαϊκού μέσου
όρου.
Στην αντιπαραβολή μεταξύ
των χωρών της
βορειοανατολικής Ευρώπης
και εκείνων του Νότου,
διαπιστώνεται ότι ενώ τα
τραπεζικά ιδρύματα στις
πρώτες εμφάνιζαν αρχικά
χαμηλούς δείκτες
NPL
και βελτιώθηκαν οριακά,
στον ευρωπαϊκό Νότο
σημειώθηκε θεαματική
αποκλιμάκωση, δεδομένου
ότι τα ποσοστά ήταν
ιστορικά υψηλότερα.
Σύμφωνα με τη BNP
Paribas,
οι κεντρικές ευρωπαϊκές
τράπεζες παρουσίασαν
ποσοστά κόκκινων δανείων
κοντά στον μέσο όρο της
Ευρωζώνης, με μικρές
διακυμάνσεις κατά την
πενταετία, εξέλιξη που
αποδίδεται εν μέρει στη
μεγαλύτερη χρήση δανείων
σταθερού επιτοκίου.
Η μελέτη υπογραμμίζει
ότι οι έντονες
διαφοροποιήσεις στα
τραπεζικά χαρτοφυλάκια
πριν από την πανδημία
έχουν μετριαστεί, καθώς
οι τράπεζες της Νότιας
Ευρώπης κατάφεραν να
μειώσουν δραστικά τα
επίπεδα των NPLs
μέσω εκτεταμένων
εξυγιάνσεων,
πλησιάζοντας τις
επιδόσεις των υπόλοιπων
ευρωπαϊκών χωρών.
Ειδικότερα, Ελλάδα,
Ισπανία και Ιταλία, που
είχαν τα υψηλότερα
ποσοστά το 2019,
κατόρθωσαν έως τα τέλη
του 2024 να διαμορφώσουν
χαμηλότερους δείκτες από
τη Γερμανία. Η πρόοδος
αυτή αποδίδεται στην
ανάπτυξη της
δευτερογενούς αγοράς
NPLs
και στις μεταρρυθμίσεις
των πτωχευτικών νόμων,
που στόχευσαν στη
συντόμευση των
διαδικασιών ανάκτησης
και στην ενίσχυση της
απόδοσης για τους
πιστωτές.
Ωστόσο, η BNP
Paribas
επισημαίνει ότι το
νομικό πλαίσιο παραμένει
πιο ευνοϊκό στις χώρες
της βορειοανατολικής
Ευρώπης για την ταχύτερη
εκκαθάριση προβληματικών
δανείων. Επιπλέον, τα
τραπεζικά συστήματα του
Νότου συνεχίζουν να
αντιμετωπίζουν
προκλήσεις λόγω της πιο
κατακερματισμένης
παραγωγικής βάσης, με
μικρότερες και λιγότερο
διαφοροποιημένες
επιχειρήσεις, κυρίως σε
τομείς όπως ο τουρισμός
και τα ακίνητα, που
επηρεάζονται εντονότερα
από οικονομικές κρίσεις.
Παρά τις θετικές
εξελίξεις, οι αναλυτές
του οίκου προειδοποιούν
ότι οι διαρθρωτικές
αποκλίσεις μεταξύ Βορρά
και Νότου ενδέχεται να
επανεμφανιστούν, ιδίως
υπό συνθήκες πίεσης.
Ωστόσο, υπογραμμίζουν
ότι ενδεχόμενες
αποκλίσεις στο μέλλον
είναι πιθανό να είναι
περιορισμένες σε σχέση
με την περίοδο
2014-2015, καθώς η
οικονομική
κατακερματισμένη εικόνα
της Ευρωζώνης έχει πλέον
υποχωρήσει αισθητά.
|