Η μαζική έξοδος των επενδυτών από τις
ευρωπαϊκές μετοχές φέτος ισοφαρίζει εκείνη της
κρίσης χρέους της ευρωζώνης το 2011/2012, όπου
αποτέλεσαν ένα σημαντικό αγοραστικό σήμα, καθώς
οι αγορές κατέγραψαν ράλι στη συνέχεια, όπως
σημειώνει η Citigroup (την πολύ ενδιαφέρουσα
έκθεση παρουσιάζει η Ελευθερία Κούρταλη στο
capital.gr). Είναι πιθανόν λοιπόν και τώρα να
αποτελέσουν επενδυτική ευκαιρία, αν και η "εξαίρεση"
του sell-off που καταγράφηκε κατά την παγκόσμια
χρηματοπιστωτική κρίση και την ισχυρή ύφεση
διεθνώς δεν πρέπει να αγνοηθεί.
Σύμφωνα με τα
στοιχεία της EPFR,
σημειώνει η Citi, οι
εκροές από τις
παγκόσμιες μετοχές και
τα ομόλογα από τον
Απρίλιο είναι ισχυρές,
με τα ευρωπαϊκά funds να
έχουν δει τις πιο
ισχυρές πωλήσεις. Οι
σωρευτικές εκροές (6%
του συνολικού
ενεργητικού) είναι
πλέον χειρότερες από το
sell-off του 2020 της
Covid και συγκρίσιμες με
την κρίση της Ευρωζώνης
του 2011/201, όπως
παρατηρεί η Citigroup,
ένα επίπεδο που ιστορικά
έχει αποτελέσει καλό
contrarian σήμα αγοράς
για τις ευρωπαϊκές
μετοχές
Εκροές σε (σχεδόν)
τα πάντα και παντού
Πιο αναλυτικά, όπως
επισημαίνει η Citi, από
τον Απρίλιο, υπήρξαν
σημαντικές καθαρές
εκροές από τα παγκόσμια
ομόλογα (231 δισ.
δολάρια) και τις μετοχές
(90 δισ. δολάρια). Η
μόνη κύρια κατηγορία
περιουσιακών στοιχείων
που έχει δει και
συνεχίζει να βλέπει
εισροές είναι τα μετρητά.
Τόσο οι ΗΠΑ όσο και
η Ευρώπη έχουν δει
εκροές σε
χρηματοοικονομικά
assets, αν και η Ευρώπη
τα πήγε σημαντικά
χειρότερα στις μετοχές.
Οι ευρωπαϊκές εκροές
ξεκίνησαν λίγους μήνες
νωρίτερα από αλλού (περίπου
στην αρχή της κρίσης
Ρωσίας-Ουκρανίας).
Τα ευρωπαϊκά funds
μετοχών οδεύουν στο να
συμπληρώσουν οκτώ
συνεχόμενους μήνες
εκροών συνολικού ύψους
98 δισ. δολαρίων (~6%
του συνολικού
ενεργητικού),
ξεπερνώντας κατά πολύ
άλλες περιοχές. Οι
σωρευτικές εκροές από
τις αρχές του έτους ως
ποσοστό του ενεργητικού
είναι πλέον οι
χειρότερες από το
sell-off του Covid,
συγκρίσιμες με την κρίση
της Ευρωζώνης του
2011/12, ωστόσο
εξακολουθούν να είναι
μικρότερες από εκείνες
που καταγράφηκαν κατά
την παγκόσμια
χρηματοπιστωτική κρίση, σημειώνει
η Citi.
To 2011-12 και
συγκεκριμένα από τον
Αύγουστο του 2011, οι
εκροές διαμορφώθηκαν στο
7%. Κατά τη διάρκεια της
Covid-19 και ξεκινώντας
τον Φεβρουάριο του 2020,
έφτασαν σωρευτικά το 3%
του ενεργητικού τους
επόμενους 8 μήνες, ενώ
σταμάτησαν στο 4%. Κατά
την χρηματοπιστωτική
κρίση και ξεκινώντας τον
Οκτώβριο του 2007, οι
εκροές έφτασαν το 10%
του συνολικού
ενεργητικού τους πρώτους
8 μήνες, αλλά συνέχισαν
να υποχωρούν αγγίζοντας
έως και το 16%.
Ακόμη και τα ESG funds
σημειώνουν εκροές,
παρατηρεί η Citi. Τα ESG
funds έχουν δει εισροές
φέτος, πλέον όμως
σημειώνουν εκροές στους
έξι από τους τελευταίους
επτά μήνες. Αυτό
αντανακλά την κακή
απόδοση που έχουν
γενικότερα και άλλα
trades "ανάπτυξης" φέτος.
Ροές και Απόδοση
Συνήθως, οι ροές
μετοχικών funds
συμπίπτουν με την
απόδοση των
χρηματιστηριακών δεικτών,
όπως σημειώνει η Citi.
Ανά περιοχή, η σχέση
μεταξύ ροών και απόδοσης
είναι πιο αδύναμη στην
Ευρώπη, το Ηνωμένο
Βασίλειο και τις ΗΠΑ. Η
Citi διαπιστώνει ότι το
39% της ετήσιας
διακύμανσης της απόδοσης
της παγκόσμιας αγοράς
μετοχών μπορεί να
εξηγηθεί από τις
κινήσεις των ροών.
Ωστόσο, υπήρξαν τέσσερις
χρονιές από το 2002
(2012, 2016, 2019 και
2020) όταν οι αγορές
σημείωσαν άνοδο παρά τις
εκροές.
Η Citi εξετάζει την
απόδοση της ευρωπαϊκής
αγοράς μετοχών ιστορικά
όταν οι σωρευτικές
εκροές έχουν φτάσει τα
τρέχοντα επίπεδα (6% του
ενεργητικού). Εκτός
της περιόδου της
παγκόσμιας
χρηματοπιστωτικής κρίσης
όπου σημειώθηκε βαθιά
ύφεση διεθνώς, οι
ευρωπαϊκές μετοχές έχουν
σημειώσει άνοδο κατά 16%
στους 12 μήνες που
ακολούθησαν τις εκροές
αυτές, άρα
έχουν αποτελέσει
σημαντικό αγοραστικό
σήμα. Ωστόσο, κατά τη
διάρκεια της
χρηματοπιστωτικής κρίσης,
οι εκροές συνεχίστηκαν
και η αγορά υποχώρησε
ένα περαιτέρω 37%.
Συνεπώς, όπως
σημειώνει η Citi, οι
εκροές θα μπορούσαν να
συνεχιστούν από τα
τρέχοντα επίπεδα, ωστόσο
τονίζει πως οι
χρηματιστηριακοί δείκτες
τείνουν να αγγίζουν τον
"πάτο" τους πριν τον "πάτο"
των εκροών. Πάντως, η
λίστα ελέγχου Bear
Market της Citi
συνεχίζει να δίνει σήμα
αγοράς στις βουτιές των
μετοχών, εν μέρει επειδή
οι εισροές έχουν υπάρξει
σταθερά αδύναμες φέτος.