|
Η Γαλλία
παραμένει στο επίκεντρο
των ανησυχιών, μετά την
πρόσφατη απόφαση του
κοινοβουλίου να
αναστείλει τη
μεταρρύθμιση του
συνταξιοδοτικού
συστήματος. Αν και το
άμεσο κόστος θεωρείται
περιορισμένο (μερικές
εκατοντάδες εκατομμύρια
φέτος και 1-2 δισ. ευρώ
έως το 2026), η
Citi
επισημαίνει ότι το
πρόβλημα είναι
διαρθρωτικό: μια
μεταρρύθμιση με στόχο τη
μακροπρόθεσμη
βιωσιμότητα του
συστήματος ανεστάλη
χωρίς σαφές σχέδιο
αντικατάστασης, γεγονός
που αντιβαίνει στη
γενικότερη τάση της
Ευρώπης για αύξηση του
ορίου συνταξιοδότησης
στα 67 έτη. Παράλληλα, η
Citi
προβλέπει χαλάρωση των
δημοσιονομικών στόχων τα
επόμενα χρόνια, λόγω
έλλειψης πολιτικής
βούλησης, στοιχείο που
ενισχύει τις πιέσεις
στις αξιολογήσεις,
κυρίως από τη
Moody’s,
η οποία ήδη έχει θέσει
την προοπτική της χώρας
σε «αρνητική». Μια εκτός
προγραμματισμού
υποβάθμιση θεωρείται
πλέον πιθανή.
Για την
Ιταλία, η
Citi
διαπιστώνει θετικές
εκπλήξεις στα
δημοσιονομικά δεδομένα.
Η βελτίωση αποδίδεται
στην απόσυρση των
προγραμμάτων στήριξης
τύπου
Superbonus,
στη σταθερή ανάπτυξη που
ενισχύει τα φορολογικά
έσοδα και στην
αξιοποίηση των
ευρωπαϊκών πόρων του
Next
Generation
EU.
Το έλλειμμα αναμένεται
να περιοριστεί στο 3%
του ΑΕΠ το 2025,
επιτρέποντας πιθανώς την
έξοδο από τη Διαδικασία
Υπερβολικού Ελλείμματος,
ενώ η πολιτική
σταθερότητα λειτουργεί
υποστηρικτικά.
Παράλληλα, η
Citi
δεν αναμένει ουσιαστική
αύξηση των αμυντικών
δαπανών χωρίς ευρωπαϊκή
συγχρηματοδότηση, ενώ η
ανάπτυξη εκτιμάται γύρω
στο 0,5%, με προσωρινή
επιβράδυνση λόγω των
αμερικανικών δασμών. Η
σταθεροποίηση του
πληθωρισμού κοντά στο 2%
βοηθά στη μείωση του
λόγου χρέους προς ΑΕΠ,
ενώ το ενδιαφέρον των
ξένων επενδυτών για
ιταλικό χρέος παραμένει
έντονο. Οι θετικές αυτές
βάσεις, σύμφωνα με τη
Citi,
δεν έχουν ακόμη
αποτυπωθεί στις
αξιολογήσεις και
πιθανότατα θα οδηγήσουν
σε αναβαθμίσεις τα
επόμενα δύο με τρία
χρόνια.
Για την
Ισπανία, η
Citi
προβλέπει συνέχιση της
υπεραπόδοσης έναντι των
υπολοίπων ευρωπαϊκών
οικονομιών, με τη
στήριξη της αυξημένης
προσφοράς εργασίας λόγω
μετανάστευσης, των
ευνοϊκών
χρηματοπιστωτικών
συνθηκών και των
κονδυλίων του
NGEU.
Παρά τη σημαντική
ανάπτυξη, το έλλειμμα
διατηρείται γύρω στο 3%
του ΑΕΠ, επίπεδο που
θεωρείται διαχειρίσιμο.
Αν και η συμμόρφωση με
τους δημοσιονομικούς
κανόνες της ΕΕ είναι πιο
απαιτητική λόγω υψηλών
δαπανών, η ισχυρή
ονομαστική ανάπτυξη
αναμένεται να μειώσει το
χρέος κάτω από το 100%
του ΑΕΠ τα επόμενα
χρόνια. Παρά την
πολιτική αστάθεια, η
Citi
εκτιμά ότι οι επιπτώσεις
στην οικονομία είναι
περιορισμένες και
προβλέπει συνέχιση των
αναβαθμίσεων στο
προσεχές διάστημα.
|