|
Σύμφωνα
με τη DBRS, οι τέσσερις
συστημικές τράπεζες
(Alpha Bank, Eurobank,
Εθνική Τράπεζα, Τράπεζα
Πειραιώς) κατέγραψαν
αθροιστικά καθαρά κέρδη
2,4 δισ. ευρώ στο πρώτο
εξάμηνο του έτους,
παρουσιάζοντας αύξηση 4%
σε σύγκριση με το
αντίστοιχο διάστημα του
2024.
Η
ενίσχυση των εσόδων από
προμήθειες και
συναλλαγές, σε συνδυασμό
με τον έλεγχο του
κόστους και τη σταθερή
πορεία των πιστωτικών
δαπανών, συνέβαλε στον
μετριασμό της υποχώρησης
των καθαρών εσόδων από
τόκους (NII). Παρ' όλα
αυτά, ο μέσος δείκτης
απόδοσης ιδίων κεφαλαίων
(ROE) διαμορφώθηκε στο
13% από 14% ένα χρόνο
νωρίτερα, κυρίως λόγω
ενίσχυσης των κεφαλαίων.
Η θετική
επίδοση οδήγησε τις
τράπεζες στην αναθεώρηση
προς τα πάνω των στόχων
τους για τη φετινή
κερδοφορία, λόγω κυρίως
της εντονότερης
πιστωτικής επέκτασης και
της συνεχιζόμενης
βελτίωσης στην ποιότητα
των στοιχείων
ενεργητικού.
Η αύξηση
των χορηγήσεων, η
αποτελεσματική
αντιστάθμιση του
κινδύνου επιτοκίων, οι
μειωμένες ανάγκες
χρηματοδότησης μέσω
καταθέσεων και η
ενισχυμένη συμβολή των
τίτλων σταθερού
εισοδήματος συνέβαλαν
στην απορρόφηση των
πιέσεων στα NII από τη
μείωση των επιτοκίων –
τάση που αναμένεται να
συνεχιστεί και στο
δεύτερο εξάμηνο.
Παράλληλα, τα καθαρά
έσοδα από προμήθειες και
συναλλαγές κατέγραψαν
ισχυρή αύξηση, παρά το
αυξημένο γεωπολιτικό
ρίσκο και τις εντάσεις
στο διεθνές εμπόριο, ενώ
η λειτουργική
αποδοτικότητα παρέμεινε
σε υψηλά επίπεδα.
Ενίσχυση
της ποιότητας
ενεργητικού
Η DBRS
διαπιστώνει βελτίωση
στον δείκτη κόστους
κινδύνου (Cost of Risk –
CoR) και στα ποιοτικά
χαρακτηριστικά των
στοιχείων ενεργητικού,
τα οποία προσεγγίζουν
πλέον τα ευρωπαϊκά
επίπεδα, χάρη στη
συγκρατημένη πιστωτική
επικινδυνότητα και την
αύξηση των χορηγήσεων.
Παρά τις πιέσεις από την
απόσβεση της
αναβαλλόμενης
φορολογικής απαίτησης
(DTC), την εφαρμογή του
Basel IV και τις
εξαγορές, οι ελληνικές
τράπεζες διατηρούν υγιή
ρευστότητα και ισχυρή
κεφαλαιακή θέση, με
ικανότητα στήριξης της
στρατηγικής τους.
Η
απόδοσή τους στα stress
test της ΕΒΑ για το 2025
ήταν καλύτερη από τον
ευρωπαϊκό μέσο όρο.
Δυναμική
αποδοτικότητα
Τα
συνολικά έσοδα των
τραπεζών αυξήθηκαν κατά
3% στο πρώτο εξάμηνο του
2025 σε σύγκριση με
πέρυσι, κυρίως λόγω της
αύξησης των
συναλλακτικών και λοιπών
εσόδων. Τα βασικά έσοδα
(NII και καθαρές
προμήθειες) παρέμειναν
ουσιαστικά αμετάβλητα,
καθώς η μείωση των NII
αντισταθμίστηκε από την
αύξηση στις προμήθειες.
Η εξαγορά της Hellenic
Bank από τη Eurobank, το
τρίτο τρίμηνο του 2024,
είχε επίσης θετική
επίδραση.
Τα NII
μειώθηκαν κατά 2% σε
ετήσια βάση λόγω των
χαμηλότερων επιτοκίων,
όμως η συνεχιζόμενη
πιστωτική επέκταση και
οι ευνοϊκές συνθήκες
χρηματοδότησης
αναμένεται να
περιορίσουν περαιτέρω
την πίεση. Αν και
προβλέπεται πτώση των
NII για το σύνολο του
έτους, η νέα χορήγηση
δανείων και η μείωση του
κόστους των καταθέσεων
θα λειτουργήσουν
αντισταθμιστικά.
Οι
καθαρές προμήθειες
αυξήθηκαν κατά 13%, παρά
τις γεωπολιτικές
εντάσεις και τη διεθνή
αστάθεια. Οι προμήθειες
από βασικές τραπεζικές
δραστηριότητες,
διαχείριση κεφαλαίων και
ασφαλιστικά προϊόντα
κάλυψαν πλήρως τις
απώλειες από τις
μειώσεις χρεώσεων στις
πληρωμές, που
θεσπίστηκαν από την
κυβέρνηση. Παρ' όλα
αυτά, η συμβολή των
προμηθειών στο σύνολο
των εσόδων παρέμεινε στο
20%, από 18% το 2024.
Τα
λειτουργικά έξοδα
αυξήθηκαν κατά 13% —
κυρίως λόγω της εξαγοράς
της Hellenic Bank — και
παρά τις επενδύσεις σε
προσωπικό και
τεχνολογία, ο δείκτης
κόστους προς έσοδα
διατηρήθηκε στο χαμηλό
επίπεδο του 34%. Τα προ
φόρων και προβλέψεων
έσοδα μειώθηκαν κατά 2%,
παραμένοντας όμως σε
επαρκή ύψη ώστε να
καλύψουν τις πιστωτικές
δαπάνες.
Διαχειρίσιμο ρίσκο
δανείων
Οι
προβλέψεις για επισφαλή
δάνεια (LLPs) έμειναν
σχεδόν αμετάβλητες,
καθώς οι πιστωτικοί
κίνδυνοι παρέμειναν
σταθεροί και η παραγωγή
νέων μη εξυπηρετούμενων
δανείων (NPEs) ήταν
περιορισμένη. Ο δείκτης
CoR διαμορφώθηκε στις 65
μονάδες βάσης,
χαμηλότερα από τα
προηγούμενα έτη,
ενισχυμένος από την
αύξηση των χορηγήσεων.
Ορισμένες τράπεζες
προχώρησαν σε πρόωρες
προβλέψεις, ενόψει
πιθανής κυβερνητικής
παρέμβασης για στήριξη
των δανειοληπτών —
ιδιαίτερα όσων έχουν
δάνεια σε ελβετικό
φράγκο, τα οποία, παρότι
εξυπηρετούνται,
επιβαρύνθηκαν λόγω της
ανόδου του φράγκου
έναντι του ευρώ.
Παρόλο
που ο δείκτης CoR
παραμένει υψηλότερος από
τον ευρωπαϊκό μέσο όρο,
αναμένεται αποκλιμάκωση
εφόσον διατηρηθούν οι
θετικές τάσεις στην
ποιότητα του ενεργητικού
και η πιστωτική ανάπτυξη
συνεχιστεί.
Καλύτερες επιδόσεις από
τον ευρωπαϊκό μέσο όρο
στα stress tests
Οι
ελληνικές τράπεζες
εμφάνισαν σημαντικά
καλύτερες επιδόσεις από
τις ευρωπαϊκές στα
stress tests της ΕΒΑ για
το 2025, τόσο στο βασικό
όσο και στο δυσμενές
σενάριο. Στο βασικό
σενάριο, ο δείκτης CET1
ενισχύθηκε κατά 280
μονάδες βάσης έως το
2027, έναντι 130 μονάδων
βάσης του ευρωπαϊκού
μέσου όρου.
Στο
δυσμενές σενάριο, η μέση
μείωση του κεφαλαίου
ήταν μόλις 134 μονάδες
βάσης, συγκριτικά με 300
μονάδες βάσης για τις
ευρωπαϊκές τράπεζες.
Αντίστοιχα, στο πλήρως
φορτισμένο leverage
ratio, η αρνητική
επίπτωση ήταν
περιορισμένη στις 16
μονάδες βάσης, έναντι 80
μονάδων στην Ευρώπη.
Η άμεση
έκθεση των ελληνικών
τραπεζών στους
γεωπολιτικούς κινδύνους
και στον παγκόσμιο
εμπορικό πόλεμο είναι
περιορισμένη, ωστόσο οι
έμμεσες επιπτώσεις —μέσω
επιβράδυνσης της
οικονομικής
δραστηριότητας και
μείωσης της ζήτησης—
απαιτούν προσεκτική και
διαρκή παρακολούθηση.




|