| Ειδήσεις | Ο Κυνηγός | Λεωφόρος Αθηνών | "Κουλου - Βάχατα" | +/- | "Μας ακούνε" | Fundamentalist | Marx - Soros | Start Trading |

 

 

Τρίτη, 15/04/2025

        

 

 

Η αυξανόμενη αβεβαιότητα που επικρατεί στο διεθνές μακροοικονομικό περιβάλλον – με έμφαση στις εμπορικές εντάσεις που προκαλούνται από τις πολιτικές των Ηνωμένων Πολιτειών – αναμένεται να επιβαρύνει το κόστος κινδύνου καθώς και την ποιότητα των τραπεζικών δανειακών χαρτοφυλακίων στην Ευρώπη κατά τη διάρκεια του 2025. Αυτό επισημαίνει σε πρόσφατη έκθεσή του ο οίκος αξιολόγησης Morningstar DBRS, χωρίς ωστόσο να αναμένει επιστροφή στα επίπεδα επιβάρυνσης που είχαν καταγραφεί την περίοδο της πανδημίας. Σύμφωνα με την αξιολόγηση που διενήργησε σε 50 από τους σημαντικότερους ευρωπαϊκούς τραπεζικούς ομίλους, τόσο ο δείκτης κόστους κινδύνου (Cost of Risk – CoR) όσο και ο όγκος των δανείων κατηγορίας Σταδίου 2 θα διατηρηθούν σε επίπεδα σαφώς πιο ήπια σε σχέση με εκείνα των ετών της υγειονομικής κρίσης.

Παρά το γεγονός ότι οι ΗΠΑ έχουν προχωρήσει σε μερική άρση των δασμών που είχαν επιβληθεί έναντι της Ευρωπαϊκής Ένωσης, του Ηνωμένου Βασιλείου και άλλων κρατών – με εξαίρεση την Κίνα – η αναταραχή στις αγορές δεν έχει υποχωρήσει σημαντικά. Η DBRS εκτιμά πως αυτή η κατάσταση αβεβαιότητας θα μπορούσε να επιφέρει νέα επιδείνωση στο κόστος κινδύνου των τραπεζών, παρότι οι τρέχουσες ενδείξεις δείχνουν ότι ο δείκτης CoR παραμένει ακόμη σε χαμηλά επίπεδα.

 

 

Επιπλέον, παρόλο που αρκετές κεντρικές τράπεζες στην Ευρώπη έχουν αφήσει να εννοηθεί πως ενδέχεται να προχωρήσουν σε μειώσεις επιτοκίων, οι αποδόσεις αναμένεται να παραμείνουν σε υψηλότερα επίπεδα συγκριτικά με την εποχή των μηδενικών ή ακόμη και αρνητικών επιτοκίων. Αυτή η εξέλιξη ενδέχεται να δημιουργήσει πιέσεις στον τραπεζικό δανεισμό, ιδίως αν η οικονομική ανάπτυξη επιβραδυνθεί και καταγραφεί άνοδος της ανεργίας – φαινόμενα που συνήθως συνοδεύουν περιόδους ύφεσης.

Παρόλο που η επίδραση των αμερικανικών δασμών στον τραπεζικό ισολογισμό και στο CoR παραμένει δύσκολο να αποτιμηθεί με ακρίβεια, ο οίκος DBRS θεωρεί ότι οι περισσότερες τράπεζες στην Ευρώπη διαθέτουν ισχυρές κεφαλαιακές βάσεις και επαρκή περιθώρια ασφαλείας, γεγονός που τις θωρακίζει απέναντι στην ανάγκη για μεγάλες νέες προβλέψεις. Ως εκ τούτου, δεν προβλέπονται ριζικές μεταβολές στους κινδύνους που αφορούν το ενεργητικό ούτε σημαντική αύξηση των δανείων κατηγορίας Σταδίου 2 κατά το τρέχον έτος – παρότι μικρές αυξήσεις έναντι του 2024 είναι ενδεχόμενες.

Η συγκεκριμένη ανάλυση της DBRS βασίζεται σε στοιχεία που συνέλεξε από 50 τραπεζικούς ομίλους που δραστηριοποιούνται σε 15 ευρωπαϊκές χώρες, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγονται η Ελλάδα, η Ισπανία, η Ιταλία, η Γαλλία, η Γερμανία, η Ολλανδία, η Αυστρία και το Ηνωμένο Βασίλειο.

Κατά μέσο όρο, το κόστος κινδύνου για το 2024 ανήλθε σε 31 μονάδες βάσης (μ.β.), ποσοστό ελαφρώς αυξημένο από τις 30 μ.β. του πρώτου εξαμήνου του ίδιου έτους, αλλά μειωμένο σε σύγκριση με τις 39 μ.β. του 2023 και τις 36 μ.β. του 2022. Οι επιδόσεις αυτές κινούνται αισθητά κάτω από τα επίπεδα του 2020, όταν το CoR είχε φθάσει τις 107 μ.β.

Η πλειονότητα των τραπεζών κατέγραψε σταθερό ή ακόμη και χαμηλότερο CoR σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος. Μόνο σε τρεις αγορές – την Αυστρία, το Βέλγιο και το Ηνωμένο Βασίλειο – διαπιστώθηκε αύξηση του κόστους κινδύνου, η οποία όμως παρέμεινε σε περιορισμένα επίπεδα, παραμένοντας εντός ή και κάτω από τον μέσο όρο των προηγούμενων ετών. Σε αρκετές περιπτώσεις, η σταθεροποίηση του δείκτη CoR αποδίδεται και στην αποδέσμευση προηγούμενων προβλέψεων.

Η περιορισμένη αύξηση που σημειώθηκε στο πρώτο εξάμηνο του 2024 σε ορισμένες περιπτώσεις, σύμφωνα με τη DBRS, σχετίζεται με το γεγονός ότι το επίπεδο του κόστους κινδύνου το 2023 είχε ήδη διαμορφωθεί σε εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα. Σε σύγκριση με το 2022, μόνο οι τράπεζες της Ισπανίας και της Γερμανίας εμφάνισαν αισθητά υψηλότερο μέσο CoR για το 2024.

Οι τράπεζες από την Ισπανία και την Ελλάδα εξακολουθούν να βρίσκονται στις υψηλότερες θέσεις όσον αφορά το κόστος κινδύνου, με τη Γερμανία να ακολουθεί. Για τις ισπανικές τράπεζες, η αυξημένη τιμή του δείκτη CoR οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στη διεθνή παρουσία των Banco Santander και BBVA. Αν εξαιρεθούν αυτές οι δύο τράπεζες, οι υπόλοιπες ισπανικές κατέγραψαν βελτίωση των δεικτών τους σε σχέση με το 2023. Όσον αφορά τη Γερμανία, η επιδείνωση του κόστους κινδύνου αποδίδεται κυρίως στις αυξημένες προβλέψεις της DZ Bank για δάνεια καταναλωτικής πίστης, επιχειρηματικά χαρτοφυλάκια και ακίνητα εμπορικού χαρακτήρα.

Αντίθετα, στις σκανδιναβικές χώρες – όπως η Δανία, η Σουηδία και η Φινλανδία – οι τράπεζες ξεχώρισαν για τις εξαιρετικά χαμηλές επιδόσεις στον συγκεκριμένο δείκτη. Στην Ιρλανδία, το κόστος κινδύνου υποχώρησε περαιτέρω, κυρίως λόγω της αποδέσμευσης προβλέψεων, με την τάση αυτή να αναμένεται να συνεχιστεί και το 2025. Παρόμοια εικόνα παρουσιάζουν και οι πορτογαλικές τράπεζες, με χαρακτηριστικό παράδειγμα την Caixa Geral de Depósitos (CGD).

Η DBRS υπογραμμίζει ότι η μεγαλύτερη αποκλιμάκωση του CoR σε σύγκριση με το 2023 καταγράφηκε στην Ελλάδα, την Ιρλανδία και την Πορτογαλία. Στην ελληνική αγορά, η Τράπεζα Πειραιώς ξεχώρισε για τη σημαντική μείωση του κόστους κινδύνου κατά 90 μ.β., παρά τις αυξημένες προβλέψεις που εμφάνισε στο δεύτερο εξάμηνο του έτους. Η Alpha Bank, παρότι στο πρώτο εξάμηνο του 2024 παρουσίασε προσωρινή άνοδο του CoR λόγω πώλησης προβληματικών δανείων, κατόρθωσε στο σύνολο του έτους να καταγράψει χαμηλότερο ετήσιο δείκτη συγκριτικά με το 2023, κυρίως χάρη στην ενίσχυση των νέων χορηγήσεων.

Στην περίπτωση της Πορτογαλίας και της Ιρλανδίας, η μείωση του δείκτη αποδίδεται κατά κύριο λόγο στην αποδέσμευση παλαιότερων προβλέψεων. Αντίθετα, αυξητική τάση του CoR σημειώθηκε στην Αυστρία, το Βέλγιο και τη Γερμανία, με τη μεταβολή να κυμαίνεται από 7 έως 10 μ.β., αν και τα αρχικά επίπεδα ήταν ιδιαίτερα χαμηλά.

 

Greek Finance Forum Team

 

 

Σχόλια Αναγνωστών

 

 
 

 

 

 

 

 

 

 

 
   

   

Αποποίηση Ευθύνης.... 

© 2016-2024 Greek Finance Forum