|
Ταυτόχρονα, ο Ντόναλντ
Τραμπ δήλωσε πως η ΕΕ
δεσμεύτηκε να αγοράσει
«τεράστιες ποσότητες»
αμερικανικού
στρατιωτικού εξοπλισμού,
αξίας «εκατοντάδων
δισεκατομμυρίων
δολαρίων». Η
Deutsche
Bank
επισημαίνει πως, καθώς
οι ευρωπαϊκοί αμυντικοί
στόχοι του ΝΑΤΟ
ανεβαίνουν, αυτό είναι
αναμενόμενο, όμως η
εξάρτηση της Ευρώπης από
την αμερικανική αμυντική
βιομηχανία παραμένει
δεδομένη, τουλάχιστον
βραχυπρόθεσμα. Εκτιμάται
ότι από τα περίπου 200
δισ. ευρώ που δαπάνησε η
ΕΕ σε στρατιωτικό
εξοπλισμό μεταξύ 2022
και 2024, τα μισά πήγαν
σε αμερικανικούς
προμηθευτές.
Επενδύσεις 600 δισ.
δολαρίων στις ΗΠΑ –
Πιθανή αποδυνάμωση της
ΕΕ
Όπως
συνέβη και με την
Ιαπωνία, η ΕΕ δεσμεύτηκε
για επενδύσεις ύψους 600
δισ. δολ. στις ΗΠΑ. Η
Deutsche
Bank
αναμένει περισσότερες
λεπτομέρειες γι’ αυτό το
σκέλος της συμφωνίας,
καθώς εγείρονται
ερωτήματα ως προς το αν
αυτή η μετατόπιση
κεφαλαίων θα
αποδυναμώσει τις
αναπτυξιακές δυνατότητες
της ίδιας της ΕΕ.
Υπενθυμίζει πως, σύμφωνα
με τον Μάριο Ντράγκι, οι
επενδυτικές ανάγκες της
ΕΕ στους τομείς της
καινοτομίας, της
ενέργειας και της άμυνας
αγγίζουν τα 800 δισ.
ευρώ ετησίως.
Επανεκτίμηση του κόστους
των δασμών
Η
Deutsche
Bank
είχε προηγουμένως
υπολογίσει ότι ένας
δασμός 10% θα κόστιζε
στην ευρωπαϊκή οικονομία
περίπου 0,4% του ΑΕΠ.
Πλέον, με βάση τη
συμφωνία, ο δασμός 15%
στα αυτοκίνητα ενδέχεται
να μειώσει αυτό το
κόστος συγκριτικά, όμως
η επιβολή ίδιου
συντελεστή σε φάρμακα
και ημιαγωγούς πιθανώς
το αυξάνει. Το τελικό
κόστος θα εξαρτηθεί από
τη βαρύτητα των
επενδυτικών δεσμεύσεων
και από το εάν αυτές
εκτρέπουν αναπτυξιακά
κεφάλαια. Από την άλλη
πλευρά, η διατήρηση
ανοιχτών εμπορικών
σχέσεων με τον
σημαντικότερο εμπορικό
εταίρο της ΕΕ αποτελεί
σταθεροποιητικό
παράγοντα.
Αλλαγή
κλίματος για την ΕΚΤ –
Τέλος του κύκλου
χαλάρωσης;
Η
συμφωνία ενδέχεται να
περιορίσει την πίεση
προς την Ευρωπαϊκή
Κεντρική Τράπεζα για
περαιτέρω μειώσεις
επιτοκίων. Το βασικό
σενάριο της ΕΚΤ
υπολόγιζε την ύπαρξη
δασμών 10%, και η αύξηση
στο 15% δεν εκτιμάται
ότι αλλάζει ριζικά τις
ισορροπίες, εκτός κι αν
προκύψουν απρόβλεπτες
συνέπειες. Η
Deutsche
Bank
εκτιμά πως, εφόσον η
αβεβαιότητα γύρω από την
εμπορική πολιτική
υποχωρήσει και ο
πληθωρισμός συνεχίσει να
μειώνεται, η ΕΚΤ θα
φτάσει πιθανόν στο
κατώτατο σημείο του
κύκλου της στο πρώτο
τρίμηνο του 2026.
Από εκεί
και πέρα, η προσοχή θα
μετατεθεί στην κλίμακα
της δημοσιονομικής
στήριξης, στους
ανοδικούς πληθωριστικούς
κινδύνους, καθώς και στο
πότε και πόσο θα αυξήσει
η ΕΚΤ εκ νέου τα
επιτόκια. Για την ώρα,
το σημερινό επιτόκιο
πολιτικής στο 2% ίσως
αποδειχθεί το τελικό
σημείο του τρέχοντος
κύκλου χαλάρωσης — εκτός
αν υπάρξει νέο εξωτερικό
σοκ.
|