|
Η
Deutsche
Bank
εκτιμά ότι το καθαρό
επιτοκιακό περιθώριο
(ΝΙΜ) θα διαμορφωθεί στο
2,6% το 2025, χαμηλότερο
από το 3,3% του 2024,
αλλά προβλέπει ότι το
ΝΙΙ θα φτάσει τα €700
εκατ. έως το 2027, λόγω
αύξησης των χορηγήσεων
και καλύτερης
αξιοποίησης της
ρευστότητας (με δείκτη
χορηγήσεων προς
καταθέσεις μόλις 51%).
Άνοδος
στα μη επιτοκιακά έσοδα
και ενίσχυση της
ασφαλιστικής
δραστηριότητας
Τα έσοδα
από προμήθειες και
ασφαλιστικές
δραστηριότητες ενισχύουν
σταθερά τα μη επιτοκιακά
έσοδα της Τράπεζας. Η
σχεδιαζόμενη εξαγορά της
Εθνικής Ασφαλιστικής
Κύπρου, έναντι €29,5
εκατ., αναμένεται να
ολοκληρωθεί εντός του
2025 και να αυξήσει τα
ασφάλιστρα κατά 50% και
τα μη επιτοκιακά έσοδα
κατά 10% από το 2026.
Παρότι η συναλλαγή θα
μειώσει προσωρινά τον
δείκτη
CET1
κατά 15 μονάδες βάσης, η
Deutsche
Bank
θεωρεί πως τα
μακροπρόθεσμα οφέλη από
τη διαφοροποίηση των
εσόδων υπερέχουν του
κόστους.
Η
διοίκηση στοχεύει σε
ετήσια αύξηση 4% των
εσόδων από προμήθειες
την περίοδο 2025-2027,
κυρίως μέσω ανάπτυξης
του τομέα διαχείρισης
περιουσιακών στοιχείων
και της ασφαλιστικής
δραστηριότητας.
Το
κόστος ως ποσοστό των
εσόδων διαμορφώθηκε στο
34% το πρώτο τρίμηνο του
2025, με τη
Deutsche
Bank
να προβλέπει διατήρησή
του κάτω από το 40% έως
το 2027, παρά τις
αυξημένες πιέσεις από
μισθούς, πληθωρισμό και
επενδύσεις σε
τεχνολογία. Οι συνολικές
λειτουργικές δαπάνες
εκτιμάται ότι θα
παραμείνουν σχεδόν
σταθερές φέτος,
ενισχύοντας τα περιθώρια
κερδοφορίας.
Ισχυρή
ποιότητα δανείων και
πτωτική πορεία στις
προβλέψεις
Το
χαρτοφυλάκιο δανείων
παραμένει υγιές, με τον
δείκτη μη
εξυπηρετούμενων
ανοιγμάτων (NPE)
να ανέρχεται στο 1,8%
και τον δείκτη κάλυψης
στο 122%. Η
Deutsche
Bank
εκτιμά ότι το κόστος
κινδύνου θα κυμανθεί
στις 38 μονάδες βάσης το
2025, χαμηλότερα από την
επίσημη πρόβλεψη της
διοίκησης, και θα
υποχωρήσει περαιτέρω
στις 35 μονάδες βάσης το
2026-2027.
Επιπλέον, η μείωση
απομειώσεων από πωλήσεις
ακινήτων του
REMU
πάνω από τη λογιστική
τους αξία ενδέχεται να
στηρίξει τα
αποτελέσματα, ενώ
αναμένονται και
χαμηλότερες προβλέψεις
για νομικές υποθέσεις.
Υψηλή
κεφαλαιακή επάρκεια και
ισχυρή μερισματική
προοπτική
Ο
δείκτης
CET1
ενισχύθηκε στο 19,6%,
υποστηριζόμενος από την
εσωτερική κερδοφορία και
τη θετική επίδραση των
κανονισμών
Basel
IV
(+100 μονάδες βάσης). Η
διοίκηση αύξησε το
ποσοστό διανομής
μερισμάτων στο 50%-70%
των καθαρών κερδών. Η
Deutsche
Bank
θεωρεί πιθανό το ποσοστό
να κινηθεί στο ανώτατο
όριο, μεταφράζοντας τη
μερισματική απόδοση σε
περίπου 10% – μία από
τις υψηλότερες στην
Ευρώπη.
Παράλληλα, είναι σε
εξέλιξη πρόγραμμα
επαναγοράς μετοχών ύψους
€30 εκατ., ενώ
εξετάζεται και η
δυνατότητα ενδιάμεσων
μερισματικών διανομών
από το δεύτερο τρίμηνο
του 2025.
Η
αποτίμηση της μετοχής
γίνεται βάσει του
μοντέλου μερισματικών
ροών (DDM),
με παραδοχές
RoTE
13,5%, κόστος ιδίων
κεφαλαίων 13,3%, και
λογιστική αξία ανά
μετοχή στα €6,5 για το
2026. Η τιμή-στόχος των
€7,35 συνεπάγεται
περιθώριο ανόδου 20%,
παρά την ήδη σημαντική
άνοδο της μετοχής το
προηγούμενο διάστημα.
Με
δείκτη
P/E
στις 7,5 φορές και
δείκτη
P/TBV
στο 0,95, η μετοχή της
Τράπεζας Κύπρου
εξακολουθεί να αποτελεί
ελκυστική επιλογή για
επενδυτές που επιδιώκουν
ισχυρή κερδοφορία και
αξιόλογες αποδόσεις
κεφαλαίου.
|