|
Αντιδράσεις και
διαφοροποίηση με τις
άλλες κεντρικές τράπεζες
Η στάση
αυτή έχει προκαλέσει τη
δυσαρέσκεια του Προέδρου
Τραμπ, ο οποίος έχει
χαρακτηρίσει τον
επικεφαλής της Fed,
Τζερόμ Πάουελ, «ανόητο»
επειδή δεν προχώρησε
άμεσα σε μειώσεις
επιτοκίων. Αντίστοιχα
απογοητευμένοι
εμφανίζονται και οι
Αμερικανοί πολίτες που
προσδοκούν χαμηλότερα
επιτόκια, ιδιαίτερα για
στεγαστικά δάνεια. Την
ίδια στιγμή, η Fed
μοιάζει να απομακρύνεται
από το διεθνές ρεύμα
χαλάρωσης, καθώς άλλες
μεγάλες κεντρικές
τράπεζες συνεχίζουν τις
μειώσεις επιτοκίων.
Η
απόκλιση αυτή
αναδεικνύει την επίδραση
των πρώτων μέτρων της
νέας διακυβέρνησης,
κυρίως στο πεδίο του
εμπορίου, στις
βραχυπρόθεσμες
οικονομικές προοπτικές
των ΗΠΑ. Μέχρι τα τέλη
του προηγούμενου έτους,
η αμερικανική οικονομία
έδειχνε να αναπτύσσεται
με ρυθμούς άνω του μέσου
όρου, με πλήρη
απασχόληση και σταδιακή
αποκλιμάκωση του
πληθωρισμού προς τον
στόχο του 2%. Αυτή η
θετική δυναμική έχει
πλέον αντικατασταθεί από
μια στάση αναμονής,
καθώς η Fed περιμένει
τις τελικές αποφάσεις
του Λευκού Οίκου και
παρακολουθεί στενά τις
εξελίξεις στην αγορά
εργασίας, την κατανάλωση
και τις τιμές.
Το
κρίσιμο καλοκαίρι των
δασμών
«Το
φετινό καλοκαίρι θα
αποκαλύψει πολλά σχετικά
με τους δασμούς», δήλωσε
ο Πάουελ την Τετάρτη,
έπειτα από τη συνεδρίαση
στην οποία το βασικό
επιτόκιο διατηρήθηκε
σταθερό στο εύρος
4,25%-4,50% για τέταρτη
διαδοχική φορά. Οι νέες
προβλέψεις της Fed
καταγράφουν άνοδο του
πληθωρισμού έως τα τέλη
του έτους, με σταδιακή
αποκλιμάκωση στη
συνέχεια.
Ο Τραμπ,
με αφορμή πρόσφατα
ασθενή στοιχεία για τον
πληθωρισμό, επανέλαβε
την πίεση για σημαντική
μείωση των επιτοκίων,
επισημαίνοντας την ίδια
ώρα ότι η ΕΚΤ και άλλες
κεντρικές τράπεζες
συνεχίζουν την πολιτική
χαλάρωσης. Όσον αφορά
τις επιπτώσεις των
υπαρχόντων δασμών, ο
Πάουελ σημείωσε ότι
μέχρι στιγμής δεν έχουν
παρατηρηθεί ιδιαίτερες
συνέπειες, αλλά δεν
απέκλεισε αλλαγή το
επόμενο διάστημα,
γεγονός που θα επηρεάσει
τις επόμενες κινήσεις
της Fed.
Οι
αγορές, πάντως,
αναμένουν μείωση
επιτοκίων στη συνεδρίαση
της 16-17 Σεπτεμβρίου,
χωρίς όμως να αποκλείουν
διαφοροποίηση αναλόγως
των εξελίξεων μέσα στο
καλοκαίρι.
Το πιο
επιθετικό σκέλος της
εμπορικής στρατηγικής
του Τραμπ, το οποίο είχε
ανακοινωθεί κατά την
«Ημέρα Απελευθέρωσης»
στις αρχές Απριλίου,
έχει ανασταλεί προσωρινά
μετά την πτώση των
χρηματιστηρίων, την
άνοδο των αποδόσεων στα
ομόλογα και τις
ενδείξεις κινδύνου
ύφεσης. Η αναστολή
εκπνέει στις 9 Ιουλίου,
και μέχρι τότε οι
εμπλεκόμενες χώρες,
μεταξύ αυτών και τα
κράτη μέλη της ΕΕ,
καλούνται να επιτύχουν
συμφωνίες, αλλιώς θα
αντιμετωπίσουν δασμούς
έως 50%. Μέχρι στιγμής,
μόνο το Ηνωμένο Βασίλειο
έχει επιτύχει πλήρη
συμφωνία.
Παρότι η
Fed σημείωσε ότι από τη
συνεδρίαση του Μαΐου
έχει μειωθεί η
αβεβαιότητα για τις
οικονομικές προοπτικές,
η κατάσταση μπορεί να
μεταβληθεί ραγδαία μετά
την κρίσιμη ημερομηνία
του Ιουλίου. «Δεν
είμαστε ακόμη σε θέση να
γνωρίζουμε με βεβαιότητα
πού οδηγούνται τα
πράγματα», είπε
χαρακτηριστικά ο Πάουελ.
Σε
προηγούμενη συνεδρίαση,
η εσωτερική ανάλυση της
Fed κατέγραφε σχεδόν
ισοδύναμη πιθανότητα
ύφεσης εντός του έτους
με αυτή της
επιβραδυμένης αλλά
συνεχιζόμενης ανάπτυξης.
Επιχειρήσεις, προσαρμογή
και νέα ισορροπία
Η εικόνα
φαίνεται να έχει
βελτιωθεί εν μέρει. Ο
Πάουελ ανέφερε ότι η
οικονομία εξακολουθεί να
εμφανίζει σταθερότητα,
προσθέτοντας ότι, με τον
μετριασμό των κινδύνων
για ευρύτερους δασμούς,
οι επιχειρήσεις έχουν
αρχίσει να
προσαρμόζονται στις νέες
συνθήκες.
«Ο
Απρίλιος ήταν
σοκαριστικός για τις
επιχειρήσεις... Σήμερα
το κλίμα είναι πολύ
διαφορετικό. Υπάρχει
μεγαλύτερη διάθεση
προσαρμογής και
δημιουργικότητας απ’
ό,τι πριν από τρεις
μήνες», δήλωσε
χαρακτηριστικά. Οι
χρηματιστηριακές αγορές
έχουν ανακάμψει, ενώ και
οι αποδόσεις των
ομολόγων, που είχαν
δημιουργήσει φόβους για
εξασθένηση του δολαρίου,
έχουν υποχωρήσει.
Από την
αισιοδοξία στην
επιφυλακτικότητα
Η
αποφυγή μιας ύφεσης
παραμένει κομβική,
ωστόσο η διαφορά σε
σχέση με τις προβλέψεις
στα τέλη του
προηγούμενου έτους είναι
εμφανής. Τότε, η Fed
προέβλεπε ομαλή
επιβράδυνση της
οικονομίας, μετά την
πανδημική έκρηξη του
πληθωρισμού. Η οικονομία
βρισκόταν σε πλήρη
απασχόληση, με ρυθμό
ανάπτυξης πάνω από τον
μέσο όρο και πληθωρισμό
κοντά στον στόχο του 2%.
«Η
αμερικανική οικονομία
αποδίδει εξαιρετικά»,
είχε δηλώσει τότε ο
Πάουελ. «Η προοπτική
είναι πολύ θετική».
Όμως, αυτή η αισιοδοξία
έχει πλέον μετριαστεί
σημαντικά.
Σύμφωνα
με τις νέες εκτιμήσεις
της Fed, η αναμενόμενη
αύξηση του ΑΕΠ έχει
μειωθεί στο 1,4% από
2,1% τον Δεκέμβριο,
ποσοστό χαμηλότερο του
μακροπρόθεσμου μέσου
όρου. Η ανεργία
αναμένεται να φτάσει το
4,5% μέχρι το τέλος του
έτους, υψηλότερα από το
σημερινό 4,2%, και σε
επίπεδα που δεν έχουν
παρατηρηθεί από το 2017,
εξαιρουμένης της
πανδημικής περιόδου.
Ο
πληθωρισμός, που
προηγουμένως
χαρακτηριζόταν από τον
Πάουελ ως «σε σταδιακή
πτώση», εκτιμάται πλέον
ότι θα φτάσει το 3%
φέτος και θα παραμείνει
περίπου 0,5 ποσοστιαίες
μονάδες πάνω από τον
στόχο του 2% μέχρι και
το 2026.
Παρά τη
σχετική σταθερότητα στην
αγορά εργασίας, οι
αξιωματούχοι της Fed
δηλώνουν έτοιμοι να
αναθεωρήσουν γρήγορα τις
εκτιμήσεις τους εάν η
εικόνα επιδεινωθεί. «Η
ζήτηση για εργασία
εξασθενεί», ανέφερε ο
Πάουελ. «Οι απολύσεις
παραμένουν λίγες, αλλά
και οι προσλήψεις είναι
περιορισμένες. Όποιος
χάνει τη δουλειά του
δυσκολεύεται να βρει
νέα. Αυτό είναι ένα
εύθραυστο σημείο
ισορροπίας που
παρακολουθούμε πολύ
στενά.»
|