|
«Αν η
Ελλάδα είχε βγει από το
ευρώ, αυτό θα σήμαινε το
τέλος του ευρώ», δηλώνει
ο Πιερ Μοσκοβισί,
Ευρωπαίος επίτροπος
Οικονομικής Πολιτικής
από το 2014 έως το 2019.
«Διότι κάτι τέτοιο θα
απέδειχνε ότι το ενιαίο
νόμισμα δεν είναι
μόνιμο. Θα γινόταν απλώς
μια ζώνη σταθερών
συναλλαγματικών
ισοτιμιών».
Η
τακτική τους, το
«παιχνίδι στο χείλος της
αβύσσου», οδήγησε τη
χώρα στα όρια της εξόδου
από το ευρώ, της
χρηματοπιστωτικής
κατάρρευσης και της
οικονομικής καταστροφής.
Ωστόσο, μέσα σε λίγες
ημέρες, ο Τσίπρας
υποχώρησε και ο
Βαρουφάκης αποχώρησε.
Η
«κωλοτούμπα» του Τσίπρα,
όπως χαρακτηρίστηκε στην
Ελλάδα, ήταν μια
δαπανηρή στρατηγική που
καθυστέρησε την
οικονομική ανάκαμψη και
υπονόμευσε την
αξιοπιστία της
κυβέρνησης στους
ευρωπαίους εταίρους της.
Ωστόσο, σηματοδότησε και
την αρχή μιας νέας
περιόδου συμμόρφωσης της
Ελλάδας με τις
απαιτήσεις των
προγραμμάτων διάσωσης
και έθεσε τα θεμέλια για
την ανάκαμψη.
Τα
τελευταία δέκα χρόνια, η
Ελλάδα έχει σημειώσει
εντυπωσιακή ανάκαμψη –
βγήκε από το πρόγραμμα
διάσωσης, διατήρησε
δημοσιονομική πειθαρχία
και κατέγραψε
υψηλότερους ρυθμούς
ανάπτυξης σε σχέση με
πλουσιότερες οικονομίες.
«Στην
ουσία, χάσαμε το 25% του
ΑΕΠ μας και φτάσαμε πολύ
κοντά στο να
αντιμετωπίσουμε μια
πλήρη κοινωνική
κατάρρευση, αν είχαμε
αναγκαστεί να
αποχωρήσουμε από την
Ευρωζώνη», δηλώνει ο
Κυριάκος Μητσοτάκης, ο
οποίος ανέλαβε μετά τον
Τσίπρα όταν η Νέα
Δημοκρατία κέρδισε τις
εκλογές του 2019.
«Πιστεύω όμως ότι
αποδεικνύει και την
ανθεκτικότητα της
ελληνικής κοινωνίας και
του πολιτικού συστήματος
το ότι τα καταφέραμε
τελικά».
Οι
μεταρρυθμίσεις που
εφαρμόστηκαν μετά την
κρίση μεταμόρφωσαν τη
χώρα – αλλά και την
Ευρωζώνη, που ενισχύθηκε
με νέους θεσμούς και
εργαλεία για τη θωράκιση
του ευρώ. Παρόλα αυτά,
το έργο παραμένει
ημιτελές – το κατά
κεφαλήν ΑΕΠ της Ελλάδας
παραμένει περίπου στο
70% του ευρωπαϊκού μέσου
όρου και δομικά
προβλήματα
παραγωγικότητας
εξακολουθούν να
υφίστανται.
Η ΕΕ από
την πλευρά της δεν έχει
ακόμη τραπεζική ένωση
και ισχυρό κοινοτικό
προϋπολογισμό. Ο πρώην
πρόεδρος της ΕΚΤ, Μάριο
Ντράγκι, προειδοποίησε
πως απαιτούνται ετήσιες
επενδύσεις έως και 800
δισ. ευρώ σε υποδομές
και καινοτομία, εν μέρει
μέσω κοινού δανεισμού.
Η κρίση
ξεκίνησε το 2010, με τον
αποκλεισμό της Ελλάδας
από τις αγορές όταν
αποκαλύφθηκε ότι το
έλλειμμα είχε ξεπεράσει
το 3% – στην
πραγματικότητα είχε
φτάσει το 15%.
Ακολούθησαν τρία πακέτα
διάσωσης μέσα σε οκτώ
χρόνια, συνοδευόμενα από
σκληρή λιτότητα,
πολιτική αστάθεια και
κοινωνικές αναταραχές.
Το πρώτο πρόγραμμα
θεσπίστηκε βιαστικά το
2010, χωρίς να λάβει
υπόψη ότι η Ελλάδα ήταν
μέλος νομισματικής
ένωσης χωρίς δικό της
νόμισμα ή νομισματική
πολιτική – γεγονός που
σήμερα θεωρείται
ελάττωμα από Έλληνες και
ξένους αξιωματούχους.
Η
οικονομία κατέρρευσε, με
το ΑΕΠ να μειώνεται κατά
26% την περίοδο
2008–2013 και την
ανεργία να φτάνει το
28%. Όταν ανέλαβε ο
ΣΥΡΙΖΑ το 2015, η χώρα
βρισκόταν σε βαθιά
απογοήτευση και τα
πραγματικά εισοδήματα
συρρικνώνονταν. Υπό
πίεση χρόνου για νέο
πακέτο διάσωσης, η
κυβέρνηση προχώρησε σε
δημοψήφισμα. Όμως οι
επιλογές του Βαρουφάκη
αποδείχθηκαν
αναποτελεσματικές και το
ευρώ αμφισβητήθηκε.
Οι
παραιτήσεις στην
κυβέρνηση και οι
αντιδράσεις από το
εξωτερικό συνεχίστηκαν.
Η χώρα επέστρεψε στις
αγορές το 2017, οι
τράπεζες
ανακεφαλαιοποιήθηκαν, οι
έλεγχοι κεφαλαίων
άρθηκαν και καταγράφηκε
εκροή κυρίως νέων και
ταλαντούχων Ελλήνων.
Μετά την
ανάκαμψη, η Νέα
Δημοκρατία ανέλαβε τη
δέσμευση για
εξορθολογισμό της
δημόσιας διοίκησης,
φορολογικό σύστημα,
εξυγίανση τραπεζών και
της ΔΕΗ. Η χώρα επανήλθε
σε οικονομική ανάπτυξη,
ενισχυμένη από τα
κονδύλια ανάκαμψης της
ΕΕ και τις εξαγωγές —
που διπλασίασαν το
μερίδιό τους στο ΑΕΠ από
το 2008.
Η κρίση
σημάδεψε και την
Ευρωπαϊκή Ένωση:
δημιούργησε τον
Ευρωπαϊκό Μηχανισμό
Σταθερότητας,
θεσμοθέτησε μηχανισμό
διάλυσης τραπεζών και
οδήγησε στην εμβληματική
δέσμευση της ΕΚΤ να
«κάνει ό,τι χρειαστεί»,
υπό τον Μάριο Ντράγκι.
«Η Ελλάδα ήταν η μαία
της ιστορίας», δήλωσε ο
Γιώργος Στουρνάρας. Αυτή
η εμπειρία αποτέλεσε τον
πρόδρομο για το Ταμείο
Ανάκαμψης των 800 δισ.
ευρώ το 2020, όμως η ΕΕ
παραμένει ευάλωτη, καθώς
δεν έχει μόνιμο
μηχανισμό αντιμετώπισης
κρίσεων. Οι προσπάθειες
για τραπεζική ένωση
καθυστερούν, καθώς δεν
υπάρχει ακόμη
πανευρωπαϊκή εγγύηση
καταθέσεων, που αποτελεί
κρίσιμο παράγοντα για
την ασφάλεια τραπεζών
και κρατών.
|