|
Η
ιστορική εμπειρία
δείχνει ότι ο
S&P
500 έχει περιθώρια
περαιτέρω ανόδου,
έχοντας ήδη ενισχυθεί
κατά 25% από τα χαμηλά
του Απριλίου. Αξίζει να
σημειωθεί ότι η
τελευταία φορά που ο
δείκτης υποχώρησε εντός
Ιουλίου ήταν το 2014.
«Μπαίνουμε στον
ισχυρότερο μήνα του
χρόνου για τον
S&P»,
τονίζουν οι αναλυτές της
Goldman,
προσθέτοντας πως βάσει
στοιχείων από το 1928, ο
Ιούλιος προσφέρει κατά
μέσο όρο απόδοση 1,67%.
Οι πρώτες δύο εβδομάδες
του μήνα θεωρούνται
παραδοσιακά οι πιο
ευνοϊκές για τις
μετοχές.
Πέρα από
την εποχικότητα, η
αισιοδοξία της
Goldman
στηρίζεται και σε άλλους
παράγοντες. Η
αποκλιμάκωση της
μεταβλητότητας ενισχύει
τη ροή κεφαλαίων και
βελτιώνει την ψυχολογία
των επενδυτών, ενώ οι
συστηματικοί
διαχειριστές κεφαλαίων —
που ακολουθούν
προκαθορισμένες
στρατηγικές επενδύσεων —
διαθέτουν σημαντική
ρευστότητα για να
κατευθύνουν προς τις
αγορές. Οι αναλυτές
εκτιμούν ότι η παγκόσμια
ζήτηση για μετοχές
μπορεί να αγγίξει τα 80
δισ. δολάρια τον επόμενο
μήνα.
Η
Goldman
παρατηρεί επίσης θετική
μεταστροφή στο κλίμα της
Wall
Street,
καθώς οι γεωπολιτικές
εντάσεις στη Μέση
Ανατολή έχουν υποχωρήσει
και η κυβέρνηση
Trump
φαίνεται να προχωρά σε
πλήθος εμπορικών
συμφωνιών. Οι επενδυτές
δείχνουν αυξημένο
ενδιαφέρον για
ενδεχόμενες μειώσεις
επιτοκίων, ενώ οι φόβοι
για ύφεση ατονούν.
Ωστόσο,
δεν λείπουν οι πιθανοί
κίνδυνοι για τη συνέχιση
του ράλι. Μεταξύ αυτών,
οι επερχόμενες
οικονομικές
ανακοινώσεις, ξεκινώντας
από τα στοιχεία
απασχόλησης στις ΗΠΑ
αυτή την εβδομάδα.
Όπως
επισημαίνουν οι αναλυτές
της
Citigroup,
η πρόσφατη άνοδος έχει
ήδη προσφέρει σημαντικά
κέρδη σε
long
τοποθετήσεις, ιδιαίτερα
στους δείκτες
Nasdaq
και
Russell
2000, όπου οι μέσες
αποδόσεις φθάνουν κοντά
στο 5%. Αυτό αυξάνει την
πιθανότητα
βραχυπρόθεσμων
ρευστοποιήσεων, κάτι που
ενδέχεται να περιορίσει
περαιτέρω ανοδική
δυναμική.
|