Η
αμερικανική τράπεζα
τονίζει ότι η
δημοσιονομική πολιτική
της Ελλάδας εξακολουθεί
να είναι ιδιαίτερα
συνετή. Το πρωτογενές
ισοζύγιο παραμένει από
τα υψηλότερα μεταξύ των
μικρότερων κρατών της ΕΕ
και σημαντικά υψηλότερο
από το μέσο της
Ευρωζώνης. Με τη
συνεχιζόμενη
δημοσιονομική
προσαρμογή, η Goldman
εκτιμά ότι ο λόγος
χρέους προς ΑΕΠ θα
υποχωρήσει κάτω από τον
αντίστοιχο της Ιταλίας
έως το 2028. Η πρόοδος
στη φορολογική
συμμόρφωση και η
υπεύθυνη δημοσιονομική
διαχείριση καθιστούν το
δημοσιονομικό σκέλος
θετικό στοιχείο για τις
ελληνικές προοπτικές,
ακόμη και καθώς η
συνδρομή του Ταμείου
Ανάκαμψης βαίνει προς
ολοκλήρωση.
Οι
τρεις «αδυναμίες» που
περιορίζουν την
προοπτική
Παρά τις
θετικές μακροοικονομικές
ενδείξεις, η Ελλάδα
καλείται να
αντιμετωπίσει τρεις
βασικές προκλήσεις ώστε
να διατηρήσει την
αναπτυξιακή της
δυναμική:
Υπερτίμηση της αγοράς
ακινήτων,
Αναντιστοιχία δεξιοτήτων
στην αγορά εργασίας,
Αναποτελεσματικότητα του
δικαστικού συστήματος,
όπως σημειώνει η Goldman
Sachs.
Οι
τρεις παράγοντες που
στηρίζουν το θετικό
«story» της Ελλάδας
Σύμφωνα
με την έκθεση, οι
επενδύσεις παρουσιάζουν
αξιοσημείωτη
ανθεκτικότητα, με
μοναδική εξαίρεση τον
τομέα της κατοικίας.
Πάνω από 15 χρόνια μετά
την παγκόσμια
χρηματοπιστωτική κρίση,
οι κεφαλαιουχικές
δαπάνες –εξαιρουμένων
των επενδύσεων σε
κατοικίες– έχουν
επιστρέψει στα επίπεδα
του 2009. Κάθε επιμέρους
στοιχείο του ακαθάριστου
σχηματισμού παγίου
κεφαλαίου έχει ενισχυθεί
από το 2019,
συμπεριλαμβανομένων και
των επενδύσεων στην
τεχνολογία πληροφορικής
και επικοινωνιών, που
συνδέονται στενά με την
άνοδο της
παραγωγικότητας.
Η
παραγωγικότητα στην
Ελλάδα έχει σημειώσει
συνεχή βελτίωση από το
2019, με την Πορτογαλία
να αποτελεί τη μοναδική
χώρα που έχει αποδώσει
καλύτερα. Το κατά
κεφαλήν ΑΕΠ έχει αυξηθεί
περισσότερο από κάθε
άλλη χώρα της Νότιας
Ευρώπης και ξεπερνά τον
μέσο όρο της Ευρωζώνης.
Ωστόσο, το πραγματικό
εισόδημα συνεχίζει να
υπολείπεται κατά 10% της
περιόδου 2007-08,
υπογραμμίζοντας την
ανάγκη συνέχισης της
ευρείας ανάκαμψης των
επενδύσεων.
Στο
πλαίσιο των ισχυρών
προοπτικών και με τη
στήριξη του Ταμείου
Ανάκαμψης, η ελληνική
κυβέρνηση ακολουθεί
συνετή δημοσιονομική
στρατηγική. Το Υπουργείο
Εθνικής Οικονομίας
στοχεύει στην επίτευξη
πρωτογενούς πλεονάσματος
3% του ΑΕΠ το 2026, το
υψηλότερο στην Ευρωζώνη
και πολύ πάνω από τον
μέσο όρο της (-1,5%). Η
Ελλάδα εξασφαλίζει
επίσης το χαμηλότερο
πραγματικό κόστος
δανεισμού στην Ευρωζώνη,
καθώς περίπου το 70% του
δημοσίου χρέους είναι
δεσμευμένο σε πολυετή
ευρωπαϊκά προγράμματα,
περιορίζοντας την έκθεση
στις αυξημένες αποδόσεις
της αγοράς.
Η
Goldman υπολογίζει ότι
οι συνθήκες αυτές
επιτρέπουν σταθερή
αποκλιμάκωση του δείκτη
χρέους προς ΑΕΠ. Στο
βασικό της σενάριο –με
μεσοπρόθεσμη αύξηση
πραγματικού ΑΕΠ 1,5% και
πρωτογενές πλεόνασμα 2%
του ΑΕΠ– το χρέος θα
συνεχίσει να μειώνεται.
Ακόμη και σε σενάριο
χαμηλότερης αναπτυξιακής
δυναμικής, με αύξηση
μόλις 0,5%, το χρέος
εκτιμάται ότι θα
υποχωρήσει κάτω από τα
επίπεδα του 2023 με
πιθανότητα άνω του 90%.
Οι
τρεις τομείς που
απαιτούν μεταρρυθμίσεις
Η
Goldman Sachs
υπογραμμίζει ότι χωρίς
στοχευμένες
μεταρρυθμίσεις, η
αναπτυξιακή δυναμική
μπορεί να επιβραδυνθεί.
1.
Αγορά ακινήτων
Μετά από
μια μακρά περίοδο
κατάρρευσης λόγω της
κρίσης χρέους –όταν οι
επενδύσεις σε κατασκευές
και κατοικίες μειώθηκαν
κατά περίπου 80%– ο
κλάδος άρχισε να
ανακάμπτει το 2022. Οι
τιμές κατοικιών και
γραφείων εκτοξεύθηκαν
λόγω σοβαρής έλλειψης
προσφοράς. Η Goldman
προειδοποιεί ότι
απαιτείται προσεκτική
διαχείριση ώστε η
ανάκαμψη να εξελιχθεί
ομαλά και χωρίς
«υπερθέρμανση», όπως
συνέβη στις αρχές του
2000.
2.
Αγορά εργασίας
Αν και η
απασχόληση έχει φθάσει
σε ιστορικά υψηλά
επίπεδα και η επίδοση
της Ελλάδας ξεπερνά την
Ευρωζώνη από το 2019,
σημαντικό μέρος των
εργαζομένων υψηλών
δεξιοτήτων παραμένει
άνεργο ή
υποαπασχολούμενο. Η
αντιμετώπιση αυτού του
δομικού προβλήματος
απαιτεί στοχευμένες
δράσεις αναβάθμισης
δεξιοτήτων και
επανεκπαίδευσης.
3.
Δικαστικό σύστημα