|
Σύμφωνα
με ανάλυση της
ING,
πρόκειται για την
καλύτερη τριμηνιαία
επίδοση από το τρίτο
τρίμηνο του 2022 – και
αυτή η εξέλιξη, σε έναν
βαθμό, αποδίδεται στην
πολιτική του Ντόναλντ
Τραμπ.
Ενόψει
της προαναγγελθείσας
επιβολής δασμών και με
φόντο τη λεγόμενη «Ημέρα
Απελευθέρωσης», η
γερμανική βιομηχανία και
οι εξαγωγές σημείωσαν
έντονη άνοδο τον Μάρτιο.
Η αύξηση της καθαρής
εξαγωγικής
δραστηριότητας και η
ιδιωτική κατανάλωση ήταν
οι κύριοι μοχλοί
ανάπτυξης, ενώ η δημόσια
κατανάλωση και τα
αποθέματα είχαν αρνητική
συμβολή.
Πρόσκαιρη ανάσα, με
αβέβαιη συνέχεια
Ωστόσο,
η
ING
προειδοποιεί πως αυτή η
θετική εικόνα πιθανότατα
αποτελεί εξαίρεση. Η
γερμανική οικονομία
βρίσκεται αντιμέτωπη με
δύο σημαντικές
προκλήσεις: από τη μία,
μια νέα κυβέρνηση χωρίς
σαφή διάθεση για
φιλόδοξες
μεταρρυθμίσεις, αν και
διαθέτει ιστορικά υψηλά
δημοσιονομικά περιθώρια
για επενδύσεις σε τομείς
όπως οι υποδομές και η
άμυνα· από την άλλη,
βαθιές αλλαγές στο
διεθνές εμπόριο και τις
γεωπολιτικές ισορροπίες
– μεταξύ των οποίων
συγκαταλέγονται και οι
εμπορικοί φραγμοί από
τις ΗΠΑ.
Κατά την
ING,
οι αρνητικές δυνάμεις
αναμένεται να
κυριαρχήσουν,
τουλάχιστον
βραχυπρόθεσμα, παρά τις
πρώτες ενδείξεις
σταθεροποίησης στον
κύκλο των αποθεμάτων –
μια εξέλιξη που
παραδοσιακά ευνοεί τη
βιομηχανική παραγωγή
τους επόμενους μήνες.
Η έναρξη
της «παράστασης δασμών»
τον Απρίλιο θα αφήσει
έντονο αποτύπωμα στη
γερμανική οικονομία. Οι
συνέπειες είναι τόσο
άμεσες –με τους δασμούς
να παραμένουν αυξημένοι,
έστω και με προσωρινή
αναστολή 90 ημερών– όσο
και έμμεσες, μέσω της
επιδείνωσης του
επιχειρηματικού κλίματος
και της διαρκούς
αβεβαιότητας.
Μεσοπρόθεσμη ελπίδα για
ανάκαμψη
Σε βάθος
χρόνου, ωστόσο, η
ING
διακρίνει περιθώρια
αισιοδοξίας. Αν
αξιοποιηθούν σωστά, οι
δημόσιες επενδύσεις σε
υποδομές θα μπορούσαν να
συμβάλουν σε κυκλική
ανάκαμψη της οικονομίας.
Παρόλα
αυτά, η
ING
υπογραμμίζει ότι, όσο
σημαντικά κι αν είναι τα
μέτρα δημοσιονομικής
στήριξης, δεν επαρκούν
από μόνα τους για να
βελτιώσουν τη διεθνή
ανταγωνιστικότητα της
χώρας. Οι σύγχρονες
υποδομές είναι αναγκαίες
για μια μεγάλη
βιομηχανική οικονομία,
όμως δεν αρκούν για να
εγγυηθούν καινοτομία,
διαρθρωτικό
μετασχηματισμό ή βιώσιμη
ανάπτυξη.
Όπως
καταλήγει η
ING,
οι επόμενοι μήνες θα
αποδείξουν εάν η νέα
κυβέρνηση διαθέτει την
πολιτική βούληση και την
ικανότητα να ξεπεράσει
μια απλή κυκλική
ανάκαμψη και να οδηγήσει
τη χώρα σε ουσιαστική
μεταρρύθμιση.
|