|
Ο
κίνδυνος νέων δασμών
Σύμφωνα
με τον Smith, ο μέσος
όρος των αμερικανικών
εισαγωγικών δασμών
ανέρχεται σήμερα σε
18%, αισθητά
υψηλότερα από το
12% του Μαΐου,
αλλά χαμηλότερα από το
28% του
Απριλίου, όταν
σημειώθηκε η κορύφωση
μετά την αποκαλούμενη
«Ημέρα Απελευθέρωσης».
Τα επίπεδα αυτά
αποτελούν τα υψηλότερα
που έχουν καταγραφεί από
τη δεκαετία του 1930 και
τη Μεγάλη Ύφεση, εποχή
έντονου προστατευτισμού.
Παρά τις
προσωρινές
αποκλιμακώσεις, η
μελλοντική κατεύθυνση
της εμπορικής πολιτικής
του Ντόναλντ Τραμπ
παραμένει ασαφής.
Υπάρχει το ενδεχόμενο
επιβολής δασμών στα
φαρμακευτικά προϊόντα
για λόγους «εθνικής
ασφάλειας», κάτι που θα
επηρέαζε έναν στρατηγικό
κλάδο για την οικονομία
και τη δημόσια υγεία.
Επίσης, ερωτηματικό
παραμένει αν θα μειωθούν
οι υπερβολικοί δασμοί
50% που έχουν
επιβληθεί στις εισαγωγές
από την Ινδία, καθώς και
οι συζητήσεις με την
Ελβετία για μείωση του
σημερινού
39% πιο κοντά
στο ευρωπαϊκό επίπεδο
του
15%.
Υποκείμενες αβεβαιότητες
Πέρα από
τις βραχυπρόθεσμες
εξελίξεις, υπάρχουν
βαθύτερα ζητήματα που
διατηρούν την
αβεβαιότητα:
Η αντοχή
της πρόσφατης εμπορικής
συμφωνίας ΗΠΑ–ΕΕ είναι
αμφίβολη.
Η
ευρωπαϊκή στάση στο
ουκρανικό ζήτημα
προκαλεί δυσαρέσκεια
στην Ουάσινγκτον.
Το
Ανώτατο Δικαστήριο
των ΗΠΑ ενδέχεται να
ακυρώσει δασμούς που
έχουν ήδη επιβληθεί,
γεγονός που θα μπορούσε
να ταράξει τις αγορές,
ακόμη κι αν η κυβέρνηση
διαθέτει εναλλακτικούς
μηχανισμούς για
εμπορικούς περιορισμούς.
Απασχόληση στις ΗΠΑ
Η
πρόσφατη ομιλία του
προέδρου της Fed,
Τζερόμ Πάουελ,
στο Jackson Hole δεν
είχε τον τόνο που
περίμεναν οι αγορές. Αν
και μίλησε για πιθανές
μειώσεις επιτοκίων στο
μέλλον, τόνισε ότι η
αγορά εργασίας δεν έχει
«περίσσευμα χαλάρωσης»
και ότι οι κίνδυνοι για
τον πληθωρισμό
παραμένουν.
Τα
στοιχεία για τις νέες
θέσεις εργασίας εκτός
αγροτικού τομέα δείχνουν
επιβράδυνση, με τα
στοιχεία Μαΐου και
Ιουνίου οριακά θετικά
και πιθανόν να
αναθεωρηθούν χαμηλότερα.
Η εμπιστοσύνη
επιχειρήσεων και
καταναλωτών για την
αγορά εργασίας παραμένει
περιορισμένη. Ένα
αρνητικό αποτέλεσμα θα
μπορούσε να προκαλέσει
σοκ στις αγορές, καθώς
τέτοιες ενδείξεις
συνδέονται ιστορικά με
υφέσεις. Ωστόσο, θα
ενίσχυε τις πιέσεις για
πιο γρήγορη χαλάρωση από
τη Fed, με μειώσεις όχι
μόνο τον Σεπτέμβριο αλλά
και τους μήνες Οκτώβριο
και Δεκέμβριο, σύμφωνα
με τον
James Knightley,
επικεφαλής οικονομολόγο
της ING για τις ΗΠΑ.
Εξελίξεις στη Fed
Πιθανή
αποχώρηση της
Lisa Cook από
το ΔΣ της Fed θα
μπορούσε να ανοίξει τον
δρόμο για νέα μέλη με
πιο φιλοτραμπική
κατεύθυνση. Σε ένα
τέτοιο σενάριο, οι
Miran, Bowman και Waller
θα σχημάτιζαν έναν
ισχυρό πυρήνα υπέρ
μεγαλύτερων μειώσεων
επιτοκίων. Αν στο μέλλον
αποχωρήσει και ο Πάουελ,
οι διαθέσιμες ψήφοι προς
αυτήν την κατεύθυνση
ίσως φτάσουν τις πέντε –
όχι αρκετές για
πλειοψηφία στην
FOMC, αλλά με
σημαντική πολιτική
βαρύτητα.
Τον
Φεβρουάριο του 2026
λήγουν οι θητείες όλων
των 12 περιφερειακών
προέδρων της Fed,
γεγονός που ανοίγει τον
δρόμο για πιθανές βαθιές
αλλαγές στη σύνθεση της
Επιτροπής. Ήδη, η
καμπύλη αποδόσεων των
αμερικανικών ομολόγων
έχει «απότομη» μορφή,
καθώς οι επενδυτές
φοβούνται ότι χαμηλά
επιτόκια σήμερα μπορεί
να τροφοδοτήσουν
μελλοντικό πληθωρισμό. Ο
Padhraic Garvey
βλέπει το 10ετές
αμερικανικό ομόλογο να
κινείται προς το
4,5%, ενώ η ING
προβλέπει το
EUR/USD στο
1,20 έως το
τέλος του έτους.
Όπως σημειώνει ο Smith,
«η μάχη για την
ανεξαρτησία της Fed
μόλις ξεκινά».
Πολιτική
κρίση στη Γαλλία –
Προκλήσεις για την
Ευρωζώνη
Στις
8 Σεπτεμβρίου
αναμένεται ψηφοφορία για
ψήφο εμπιστοσύνης στη
γαλλική κυβέρνηση, η
οποία πιθανότατα θα
οδηγήσει στην πτώση της
κυβέρνησης Μπαϊρού. Το
κλίμα αβεβαιότητας έχει
ήδη φανεί στις αγορές
ομολόγων, με το spread
γαλλικών–γερμανικών
τίτλων να διευρύνεται.
Οι
μνήμες της κρίσης χρέους
της προηγούμενης
δεκαετίας αναβιώνουν, αν
και Ιταλία και Ισπανία
βρίσκονται σήμερα σε
καλύτερη δημοσιονομική
κατάσταση. Η ΕΚΤ
διαθέτει επίσης το
εργαλείο
TPI για την
αποτροπή ακραίων
πιέσεων. Ωστόσο, οι
αυξημένες αμυντικές
δαπάνες και οι
δημοσιονομικές
ανισορροπίες θα
συνεχίσουν να δοκιμάζουν
την Ευρωζώνη, με τη
Γαλλία να αποτελεί το
βασικό τεστ
ανθεκτικότητας.
Προοπτική αυξήσεων
επιτοκίων από ΕΚΤ το
2026
Τα
πρακτικά της ΕΚΤ
δείχνουν ελαφρά πιο ήπιο
τόνο, αφήνοντας ανοιχτό
το ενδεχόμενο νέων
μειώσεων επιτοκίων.
Ωστόσο, ο
Carsten Brzeski
της ING θεωρεί ότι η
συζήτηση για μειώσεις
φτάνει στο τέλος της και
ότι ήδη διαφαίνεται το
ενδεχόμενο αύξησης
επιτοκίων το
2026.
Καταλύτης για αυτή την
αλλαγή θα μπορούσε να
είναι η Γερμανία, που
σχεδιάζει νέο πακέτο
στήριξης της οικονομίας.
Αν τα μέτρα αποδώσουν
ταχύτερα, μπορεί να
ενισχύσουν τη
δραστηριότητα τόσο στη
Γερμανία όσο και στην
Ευρωζώνη συνολικά. Σε
ένα τέτοιο σενάριο, οι
αγορές ίσως αρχίσουν να
προεξοφλούν αυξήσεις
επιτοκίων ήδη από το
φθινόπωρο του 2025, σε
μια περίοδο όπου σήμερα
η συζήτηση
επικεντρώνεται κυρίως
στη χαλάρωση.
|