Όπως
σχολιάζοντας οι αναλυτές της JP Morgan,
κλείνοντας την αυλαία της χρήσης του 2021, οι Τράπεζα
Πειραιώς, Eurobank, Alpha Bank και Eθνική
Τράπεζα ανακοίνωσαν πολύ «δυνατά» αποτελέσματα,
ανταποκρινόμενες στους φιλόδοξους στόχους τους
οποίους είχαν θέσει και λειαίνοντας ταυτόχρονα
το έδαφος για το τελευταίο βήμα, με σκοπό την
πλήρη εξυγίανση των ισολογισμών τους και την
επιστροφή στην ανάπτυξη.
Σε αυτό το πλαίσιο, λέει
η JP Morgan, στο εξής οι
στόχοι εξειδικεύονται
και αναδιαμορφώνονται
βάσει των αποτελεσμάτων,
τα οποία δεν παρουσίαζαν
ιδιαίτερα καλή εικόνα τα
τελευταία χρόνια – όχι
μόνο λόγω της Covid,
αλλά και εξαιτίας των
τιτλοποιήσεων δανείων,
οι οποίες εγγράφηκαν ως
ζημίες.
Ειδικότερα, η Πειραιώς,
σύμφωνα με τα
αποτελέσματα του έτους,
πέτυχε όλους τους
βασικούς στόχους της. Το
πιο σημαντικό; Τα NPEs
προσγειώθηκαν άνετα κάτω
από τον στόχο <10%,
περίπου στο 8%, με τη
διαδικασία της
εξυγίανσης να εισέρχεται
στο τελικό στάδιό της.
Όπως και η Eurobank, οι
εισροές κόκκινων δανείων
λόγω άρσης στο
μορατόριουμ πληρωμών
ήταν πολύ χαμηλότερες
από τις προσδοκίες: 1,2
δισ. ευρώ, έναντι 1,7
δισ. ευρώ, που είχε
προϋπολογιστεί.
Εν τω μεταξύ, ο
συνολικός δείκτης
κεφαλαίων διαμορφώθηκε
στο 15,9%, έναντι στόχου
15,5%, υψηλότερα από τις
συνολικές κεφαλαιακές
απαιτήσεις – ανεβάζοντας
το πλεονάζον κεφάλαιο
περίπου 163 μ.β. ή 520
εκατ. ευρών, με την
επίπτωση της συναλλαγής
Thalis να προσθέτει άλλα
~ 0,3 δισ. ευρώ.
Χάρη στα μέτρα
βελτιστοποίησης
κεφαλαίου μέσω της
τιτλοποίησης NPEs, το
προηγουμένως
καθοδηγούμενο επίπεδο «ενδιάμεσης
πτώσης» του 15% έχει
επίσης αποφευχθεί.
Στο μέτωπο του MREL,
σύμφωνα με την JP
Morgan, η Πειραιώς έχει
προβεί σε μια συναλλαγή
ύψους € 1 δισ. ευρώ
φέτος, προκειμένου να
εκπληρώσει τη μη
δεσμευτική ενδιάμεση
απαίτηση της 23ης
Ιανουαρίου.
Τέλος, τα κέρδη
εντυπωσίασαν επίσης, με
τα NII και τις
προμήθειες να αυξάνονται
3% και 13% αντίστοιχα,
τις προβλέψεις να είναι
μειωμένες 9%, και τα
κέρδη προ φόρων να
αγγίζουν τα 250 εκατ.
ευρώ.
Η Εθνική Τράπεζα της
Ελλάδος βαίνει καλώς σε
ό,τι αφορά την επίτευξη
των στόχων της, με τα
NPEs να μειώνονται στο
7%.
Μάλιστα, αν όλα πάνε
κατά το σχέδιο, λέει η
JP Morgan, το 2022 ο
δείκτης των κόκκινων
δανείων θα «πέσει» στο
6%.
Το πιο σημαντικό από τα
αποτελέσματα, όμως,
αφορούσε το συνολικό
κεφάλαιο, με τον
αντίστοιχο δείκτης να
αγγίζει το 17,5%,
αντικατοπτρίζοντας μια
βελτίωση 50 μονάδες
βάσης σε τριμηνιαία βάση.
Επίσης, λαμβάνοντας
υπόψη τη στρατηγική
συνεργασία με την EVO
Payments, καθώς και την
πώληση της Εθνικής
Ασφαλιστικής, ο δείκτης
CET1 διαμορφώνεται σε
18% περίπου, με το
Συνολικό Δείκτη
Κεφαλαιακής Επάρκειας
της Τράπεζας να
ανέρχεται σε 19% περίπου
Τέλος, τα κέρδη
παρουσίασαν ισχυρή
δυναμική – η τράπεζα
ήταν η μοναδική στην
Ελλάδα που διατήρησε
σταθερά NII σε
τριμηνιαία, βελτιούμενα
3% σε ετήσια βάση, ενώ
το κόστος βαίνει
μειούμενο κατά 6%
ετησίως (PPI +18% σε
ετήσια βάση).
Οι προβλέψεις συνεχίζουν
επίσης να κινούνται προς
χαμηλότερα επίπεδα,
κλείνοντας στα 323 εκατ.
ευρώ σε βασικά
λειτουργικά κέρδη,
αυξημένα κατά 40%.
Τα αποτελέσματα της Alpha
Bank, αν και δεν
επεφύλασσαν χωρίς καμία
δυσάρεστη έκπληξη, ήταν,
κατά την άποψή του
αμερικανικού οίκου, ήταν
τα λιγότερο εντυπωσιακά
σε σχέση με αυτά των
ανταγωνιστών της.
Τα NPEs, σύμφωνα με το
guidance, είναι στο 13%
– αν και οι εισροές των
κόκκινων δανείων μετά
την άρση στα μορατόρια
πληρωμών ήταν υψηλότερες
από το αναμενόμενο.
Πάντως, όπως αναφέρει η
JP Morgan, η τράπεζα
παραμένει σε καλό δρόμο
σε ό,τι αφορά την
εκπλήρωση του στόχου το
οικονομικό έτος 2022, με
τον προϋπολογισμό
κόστους για όλες τις
υπόλοιπες συναλλαγές να
παραμένει αμετάβλητος.
Εν τω μεταξύ, ο δείκτης
συνολικού κεφαλαίου
ανήλθε στο 11,8%, ήτοι
ξεπέρασε τον στόχο του
11,6%, παρότι το
guidance έχει ελαφρώς
αμβλυνθεί. Για το δε
οικονομικό έτος 2022
αναμένεται να φτάσει στο
12,8%, έναντι στόχο
12,5% και το 2023 το
13,5%, έναντι 14,1%
αρχικά.
Τα χαμηλότερα κέρδη από
τόκους (NII)
αντισταθμίζoνται μόνο εν
μέρει από το guidance
από τις προοπτικές
κερδών, καθώς και στο
κόστος κινδύνου.