|
Όπως
τονίζει, «υπάρχουν
πολλοί μικροί κίνδυνοι
που φαίνονται σπάνιοι,
αλλά το ενδεχόμενο μιας
σοβαρής κρίσης δεν είναι
τόσο χαμηλό όσο 1%. Στην
πραγματικότητα πρέπει να
τη θεωρούμε αναμενόμενη,
ακόμη κι αν δεν είναι
ορατό από πού ακριβώς θα
ξεκινήσει».
Την ώρα
που αρκετοί αναλυτές
θεωρούν απίθανο ένα νέο
σοβαρό σοκ,
επικαλούμενοι τη σταθερή
ανάπτυξη της οικονομίας
και τα ιστορικά υψηλά
της Wall Street, ο
Blankfein επισημαίνει
ότι ο μεγαλύτερος
κίνδυνος βρίσκεται στις
αγορές πιστώσεων.
Σύμφωνα
με τον ίδιο, τα πρώτα
σημάδια προβληματισμού
εντοπίζονται στα πολύ
χαμηλά spreads, δηλαδή
στη μικρή διαφορά
ανάμεσα στις αποδόσεις
των κρατικών και των
εταιρικών ομολόγων. Αυτή
η εξέλιξη υποδηλώνει ότι
οι επενδυτές δείχνουν
υπερβολική εμπιστοσύνη,
αγνοώντας πιθανές
αδυναμίες στην
πραγματική οικονομία.
«Συνήθως οι κρίσεις
ξεκινούν από τον
δανεισμό και τώρα οι
κίνδυνοι κρύβονται σε
μέρη που δεν είναι
εύκολα ορατά», τόνισε
χαρακτηριστικά.
Ειδική
αναφορά έκανε και στη
ραγδαία ανάπτυξη της
αγοράς
ιδιωτικών πιστώσεων
(private credit),
δηλαδή δανείων που
παρέχονται απευθείας από
επενδυτές σε μη
εισηγμένες επιχειρήσεις.
Ο τομέας αυτός γνωρίζει
άνθηση καθώς προσφέρει
υψηλότερες αποδόσεις, με
τα κεφάλαια υπό
διαχείριση να αυξάνονται
κατά περίπου 14,5%
ετησίως. Ο Blankfein
προειδοποίησε ότι η
επιδίωξη μεγαλύτερων
κερδών μέσω μόχλευσης
ενδέχεται να κρύβει
σοβαρούς κινδύνους,
ειδικά όταν εμπλέκονται
θεσμικοί επενδυτές όπως
οι ασφαλιστικές
εταιρείες. «Η μόχλευση
αρχίζει να γίνεται
αισθητή και αν ήμουν
εποπτική αρχή, θα
ρωτούσα: έχουν πράγματι
την αξία που δηλώνουν
αυτά τα περιουσιακά
στοιχεία;» σχολίασε.
Παρά τις
ανησυχίες του για την
αγορά των πιστώσεων, ο
Blankfein διατηρεί
αισιοδοξία για τη
γενικότερη πορεία της
αμερικανικής οικονομίας.
Θεωρεί ότι η
Ομοσπονδιακή Τράπεζα των
ΗΠΑ θα προχωρήσει σε
μειώσεις επιτοκίων,
δημιουργώντας ευνοϊκό
περιβάλλον για
επενδύσεις. Επιπλέον,
εκτιμά ότι η τεχνητή
νοημοσύνη θα
λειτουργήσει ως μοχλός
ανάπτυξης, τροφοδοτώντας
νέες προσδοκίες στις
αγορές και δίνοντας
ώθηση στην οικονομική
δραστηριότητα.
|