Η διεύρυνση
των spreads της περιφέρειας και κυρίως εκείνων
της Ιταλίας θυμίζει την αρχική περίοδο της
κρίσης του κορωνοϊού ή την περίοδο πριν από την
ανακοίνωση του προγράμματος PEPP από την ΕΚΤ,
ενώ συνοδεύεται από την επιστροφή των ανησυχιών
για διάσπαση του ευρώ, σημειώνουν οι αναλυτές
της Morgan Stanley σε σημερινή ανάλυσή τους.
Ένα βασικό ερώτημα για
τους επενδυτές είναι,
σύμφωνα με τον οίκο, το
εάν αυτή η αύξηση στις
αποδόσεις των ομολόγων
και η διεύρυνση των
spreads δικαιολογείται
από τα θεμελιώδη
στοιχεία. Τα μοντέλα που
έτρεξε η Morgan Stanley
(την έκθεση παρουσιάζει
το
Money Review),
συνυπολογίζοντας τα
πρωτογενή ελλείμματα, τα
χρέη, την ονομαστική
ανάπτυξη, τα ισοζύγια
πληρωμών και τον
δημοσιονομικό χώρο,
έδειξαν ότι η διεύρυνση
των spreads εξακολουθεί
να ακολουθεί τα
θεμελιώδη στοιχεία, αλλά
αρχίζει να σπρώχνει τα
όρια.
Τι θα γίνει με τα χρέη
Χρησιμοποιώντας την
Ιταλία ως βάση για τους
υπολογισμούς της, η
Morgan Stanley
εξακολουθεί να πιστεύει
ότι ο δείκτης του χρέους
θα συνεχίσει να
μειώνεται σε
μεσοπρόθεσμο ορίζοντα,
παρά την αύξηση των
αποδόσεων των ομολόγων.
Ωστόσο, οι αναλυτές
τονίζουν ότι ένα
περιβάλλον μόνιμα
υψηλότερων αποδόσεων
ενέχει μακροπρόθεσμους
κινδύνους.
«Μία αύξηση στις
αποδόσεις δεν
μεταφράζεται κατ΄ ανάγκη
σε υψηλότερες δαπάνες
για τόκους, τουλάχιστον
βραχυπρόθεσμα, καθώς
αυτή είναι μία μεταβλητή
που εξαρτάται σε μεγάλο
βαθμό από την μέση
σταθμισμένη ωρίμανση και
τη δομή του υπάρχοντος
στοκ του χρέους»,
εξηγούν οι αναλυτές.
Κατόπιν τούτων, το
βασικό σενάριο του οίκου
θέλει τον δείκτη του
χρέους να εξακολουθεί να
πέφτει σε μεσοπρόθεσμο
ορίζοντα.
Οι επιπτώσεις για τις
τράπεζες
Όμως, όπως φάνηκε και
κατά την προηγούμενη
κρίση χρέους, η
χρηματοοικονομική υγεία
των τραπεζών και των
κρατών είναι
αλληλένδετες, καθώς οι
περισσότερες τράπεζες
έχουν στα χαρτοφυλάκιά
τους κρατικά ομόλογα της
χώρας τους, με
αποτέλεσμα να υπάρχει ο
κίνδυνος της δημιουργίας
ενός φαύλου κύκλου.
Κατά τη διάρκεια κρίσεων,
όταν το πιστωτικό ρίσκο
του κράτους και των
τραπεζών αυξάνεται, τα
ρίσκα αυτά ενισχύουν το
ένα το άλλο,
δημιουργώντας τελικά το
συστημικό ρίσκο. Κατά τη
διάρκεια της πανδημίας,
ο τραπεζικός τομέας
απορρόφησε κάποια από τα
νέα ομόλογα που εξέδωσαν
οι κυβερνήσεις για να
χρηματοδοτήσουν τα μέτρα
στήριξης. Επομένως, η
μεγάλη έκθεση των
χαρτοφυλακίων των
τραπεζών στα κρατικά
ομόλογα μπορεί να φέρει
στην επιφάνεια παλιά
τρωτά σημεία και να
ενισχύσει τον άξονα
κράτους-τραπεζών σε μία
κατάσταση ισχυρής
αύξησης του κόστους
δανεισμού μιας χώρας,
τονίζει η Morgan
Stanley. Αυτός ο
κίνδυνος περιορίζεται με
τα προγράμματα αγοράς
τίτλων της ΕΚΤ.
Τι θα γίνει με τα
spreads
Με δεδομένη τη δέσμευση
της ΕΚΤ να παρουσιάσει
ένα εργαλείο κατά του
κατακερματισμού της
Ευρωζώνης, η Morgan
Stanley εκτιμά ότι οι
ανακοινώσεις θα
μπορούσαν να γίνουν τον
Ιούλιο.
Σύμφωνα με τους αναλυτές,
το πρόγραμμα θα είναι
σχεδιασμένο για να
λειτουργήσει ως ανάχωμα,
άρα είναι απίθανο ότι θα
βάλει ένα όριο στα
τρέχοντα επίπεδα των
spreads.
Την ίδια ώρα, εάν η
επικοινωνία της ΕΚΤ γύρω
από το πρόγραμμα είναι
ξεκάθαρη και πειστική,
τότε το εργαλείο θα
μπορούσε να αποτρέψει
μία διεύρυνση των
spreads στα επίπεδα του
2011 ή του 2018,
καταλήγει η Morgan
Stanley.