|
Στόχο
έχουν να κάνουν το
banking απλό, ασφαλές
και προσιτό για όλους,
δίνοντας έμφαση σε
καινοτόμες υπηρεσίες
όπως το BNPL (buy now,
pay later) και
προσφέροντας μια
απλοποιημένη, γρήγορη
και φιλική προς τον
χρήστη τραπεζική
εμπειρία.
Ακριβώς
επειδή λειτουργούν μόνο
ψηφιακά, μπορούν να
μειώνουν αισθητά τα
λειτουργικά τους κόστη,
γεγονός που μεταφράζεται
σε χαμηλότερες χρεώσεις
και καλύτερα επιτόκια
για τον
πελάτη, ενισχύοντας έτσι
τον ανταγωνισμό στο
παγκόσμιο αλλά και
εγχώριο τραπεζικό
οικοσύστημα.
Παρά το
σχετικά μικρό μερίδιο
τους σήμερα, οι ψηφιακές
τράπεζες ενισχύουν
σταθερά την παρουσία
τους, ασκώντας πίεση και
στα παραδοσιακά
τραπεζικά ιδρύματα, τα
οποία καλούνται να
επενδύσουν σημαντικά
στην τεχνολογία, την
αυτοματοποίηση και την
εμπειρία του πελάτη.
Πλέον η καινοτομία
βρίσκεται στο επίκεντρο
και η γρήγορη,
εξατομικευμένη και
διαφανής εξυπηρέτηση όλο
το 24ωρο αναδεικνύεται
σε βασικό ζητούμενο για
τον τραπεζικό κλάδο.
Αξίζει
να σημειωθεί πως το 2024
η παγκόσμια αγορά
neobanking αποτιμήθηκε
σε 143,2 δισ. δολάρια
και αναμένεται να φθάσει
τα 3,4 τρισ. δολάρια έως
το 2032, σύμφωνα με το
Fortune Business
Insights, ενώ σημαντική
ανάπτυξή τους αναμένεται
και στην Ελλάδα.
Το
αποτύπωμα των neobanks
στην Ευρώπη
Μια από
τις πιο επιδραστικές
neobanks στην Ευρώπη
είναι η Revolut, με έδρα
τη Λιθουανία, η οποία το
2024 πέτυχε το τέταρτο
συνεχόμενο έτος καθαρής
κερδοφορίας, με κέρδη
ύψους 1,4 δισ. δολάρια
το 2024 και αύξηση
εσόδων κατά 72%, στα 4
δισ. δολάρια. Παράλληλα,
μόλις σε μια χρονιά
κατάφερε να αυξήσει τους
πελάτες της κατά 38%,
καλωσορίζοντας σχεδόν 15
εκατ. νέους πελάτες
παγκοσμίως, φτάνοντας
τους 52,5 εκατ.
συνολικά.
Τον
Ιούλιο του 2021, η
Revolut άντλησε 800
εκατ. δολάρια σε
αποτίμηση πριν από τη
δημοσίευση 32,2 δισ.
δολαρίων, γεγονός που
επιβεβαιώνει την
εμπιστοσύνη των
επενδυτών στις
δυνατότητες ανάπτυξής
της.
Ακόμη
ένα success story
αποτελεί η
γερμανική N26, η οποία
τον Οκτώβριο του 2021
ανακοίνωσε έναν γύρο
χρηματοδότησης Series E
ύψους άνω των 900 εκατ.
δολαρίων με αποτίμηση 9
δισ. δολαρίων,
υπογραμμίζοντας την
υψηλή αποτίμηση που
μπορούν να επιτύχουν οι
neobanks.
Το 2024,
η N26 απέφερε έσοδα
440 εκατ. ευρώ, μια
αύξηση 40% σε σχέση με
το 2023, ένω άγγιξε τους
4,8 εκατ. πελάτες. Ως
προς τον όγκο
συναλλαγών, αυτός
διαμορφώθηκε σε 140 δισ.
ευρώ το 2024, αυξημένος
κατά 23% σε σχέση με το
2023.
Αρκετές
neobanks επιχειρούν να
προσεγγίσουν ένα
συγκεκριμένο target
group, προκειμένου να
διαφοροποιηθούν από τον
παραδοσιακό ανταγωνισμό
με πιο στοχευμένα
προϊόντα και υπηρεσίες.
Για παράδειγμα,
Η Qonto από τη Γαλλία
απευθύνεται
σε ελεύθερους
επαγγελματίες και
μικρομεσαίες
επιχειρήσεις με το
σλόγκαν «Επιχειρηματική
ζωή, αλλά πιο ομαλή».
Έχει ήδη καταφέρει να
επεκταθεί σε αρκετές
ευρωπαϊκές αγορές και
πρόσφατα έφτασε το
ορόσημο των 600.000
πελατών.
Αντιστοίχως, η
προαναφερθείσα Revolut
στοχεύει σε νεότερες
γενιές, οι οποίες έχουν
μεγάλη εξοικείωση με τα
ψηφιακά κανάλια και
συχνά αμφισβητούν τις
παραδοσιακές τράπεζες.
Snappi:
Η ελληνική neobank
Σε αυτό
το μοτίβο επιλέγει να
κινηθεί και η πρώτη
ελληνική neobank,
η Snappi, η οποία
δημιουργήθηκε από την
Piraeus Financial
Holdings, μητρική
εταιρεία της Τράπεζας
Πειραιώς, και από
τη Natech, τη FinTech
εταιρεία από τα Ιωάννινα
που εξειδικεύεται στην
παροχή λύσεων λογισμικού
για τραπεζικά
συστήματα.
Όπως
σημείωσε ο διευθύνων
σύμβουλος της Τράπεζας
Πειραιώς, Χρήστος
Μεγάλου, σε συνέντευξή
του στο Business
Daily τον περασμένο
Αύγουστο: «Είναι
μία προσπάθεια που
κάναμε βλέποντας το πώς
κινείται η διεθνής αγορά
και αναγνωρίζοντας ότι
στην Ελλάδα υπάρχει
ανάγκη για τη δημιουργία
ενός ευέλικτου
τραπεζικού ιδρύματος, το
οποίο θα έχει τη
δυνατότητα να
απευθύνεται στους
νέους.
Δυστυχώς, οι
περισσότεροι πελάτες μας
είναι σε ηλικίες τέτοιες
που μας έχει
προβληματίσει το γεγονός
ότι πολλοί από τη νέα
γενιά δεν έρχονται πια
στις τράπεζες. Ένα
μεγάλο μέρος της
προσπάθειας που κάνουμε
με τη Snappi είναι να
μπορέσουμε να
προσελκύσουμε νέους
πελάτες στον Όμιλο
Πειραιώς, στον οποίο
υπάγεται και η Snappi,
μέσα από μία
πρωτοποριακή, ένα
πρωτοποριακό τραπεζικό
offering, όπως και θα
είναι η Snappi όταν θα
το κάνουμε launch».
Το
εγχείρημα αυτό
επιβεβαιώνει την
εγρήγορση του Ομίλου
Πειραιώς, ο
οποίος, ανταποκρινόμενος
στη μεταβαλλόμενη αγορά
και στη «στροφή» των
νέων προς επιλογές εκτός
των παραδοσιακών
τραπεζών, δημιούργησε
την πρώτη ελληνική
neobank, προκειμένου να
προσελκύσει νέους
πελάτες στον Όμιλο και
να διευρύνει το target
group του.
Πηγή:
Business Daily
|