|
Η
στρατηγική της UniCredit
Η
UniCredit (αξιολόγηση
A/Stable) επιδιώκει
ενεργά την ενίσχυση της
στρατηγικής της
παρουσίας, όπως
αποδεικνύεται από την
πρόσφατη απόφαση να
αυξήσει τη συμμετοχή της
στην Alpha Bank
(BBB/Stable) από 9,6% σε
20%. Η αύξηση αυτή
υλοποιήθηκε μέσω
παραγώγων μετοχών –
στρατηγική παρόμοια με
εκείνη που χρησιμοποίησε
στην περίπτωση της
Commerzbank – με τη
διαφορά ότι η συναλλαγή
με την Alpha είναι
φιλική.
Τα
παράγωγα δίνουν τη
δυνατότητα μετατροπής σε
μετοχές έως το τέλος του
2025, υπό την προϋπόθεση
ρυθμιστικών εγκρίσεων.
Παράλληλα, η UniCredit
έχει αιτηθεί έγκριση από
την ΕΚΤ για αύξηση της
συμμετοχής της πέραν του
10% και έως 29,9%. Η
επίπτωση στα κεφάλαιά
της εκτιμάται σε περίπου
40 μονάδες βάσης, ποσό
που κρίνεται
διαχειρίσιμο λαμβάνοντας
υπόψη το απόθεμα
ασφαλείας των περίπου
590 μονάδων βάσης
(στοιχεία Μαρτίου 2025).
Η αύξηση
του μεριδίου στο 20% θα
επιτρέψει την εφαρμογή
της μεθόδου καθαρής
θέσης, με την οποία θα
αποτυπώνεται πιο πιστά η
θετική συνεισφορά της
στρατηγικής συνεργασίας.
Η UniCredit αναμένει
ετήσια πρόσθετα καθαρά
κέρδη περίπου 180 εκατ.
ευρώ από τη συμφωνία, τα
οποία προτίθεται να
διανείμει στους
μετόχους, σύμφωνα με την
υπάρχουσα πολιτική
διανομής.
Στρατηγική συνεργασία με
την Alpha
Η
επένδυση στην Alpha
αποτελεί μέρος μιας
ευρύτερης συνεργασίας,
που περιλαμβάνει:
τη
συγχώνευση των
ρουμανικών θυγατρικών
(με την Alpha να
διατηρεί μερίδιο 9,9%),
εμπορική
συμφωνία για διανομή
προϊόντων asset
management και
bancassurance της
UniCredit,
κοινή
δραστηριότητα σε
συνταξιοδοτικά προϊόντα,
με την Alpha να κατέχει
ποσοστό 49%.
Παρά την
πιθανότητα, η πλήρης
εξαγορά της Alpha δεν
αναμένεται. Η αύξηση της
συμμετοχής επιβεβαιώνει
τη δέσμευση της
UniCredit στη
μακροχρόνια συνεργασία.
Η
ελληνική τραπεζική
αγορά, μετά από
ουσιαστικές
μεταρρυθμίσεις,
παρουσιάζει ελκυστικές
προοπτικές ανάπτυξης, με
την οικονομία να
αναμένεται να αυξάνεται
τα επόμενα έτη πάνω από
τον δυνητικό της ρυθμό,
υποστηριζόμενη από το
Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης
και Ανθεκτικότητας. Η
ιδιωτική πιστωτική
επέκταση έφτασε το 7% το
2024, ενώ η Ελλάδα
αξιολογήθηκε σε
BBB/Stable από τον Scope
τον Δεκέμβριο του 2024.
Προκλήσεις σε
μεγαλύτερες συμφωνίες
Παρά τις
επιτυχημένες επενδύσεις
της UniCredit – όπως η
είσοδος στις εταιρείες
Vodeno (Πολωνία) και
Aion Bank (Βέλγιο) –
έχει αντιμετωπίσει
εμπόδια σε δύο
σημαντικότερες εξαγορές.
Η
προσφορά της για την
ιταλική Banco BPM
συνάντησε ρυθμιστικά
εμπόδια από την ΕΚΤ και
την ΕΒΑ, με επίκεντρο
την εξαγορά της Anima
από τη θυγατρική της
BPM, που είχε ξεκινήσει
προγενέστερα. Επιπλέον,
η ιταλική κυβέρνηση
επέβαλε περιορισμούς
μέσω της άσκησης της
«χρυσής εξουσίας»,
συμπεριλαμβανομένων:
της
απαίτησης για έξοδο από
τη ρωσική αγορά,
της
τήρησης στόχου
δανείων/καταθέσεων για
πέντε έτη,
περιορισμών στις
πωλήσεις μετοχών και
διαχείριση περιουσιακών
στοιχείων της Anima.
Ο
Διευθύνων Σύμβουλος της
UniCredit έχει δηλώσει
ότι ίσως η συμφωνία δεν
προχωρήσει αν δεν
αλλάξουν οι όροι, με την
τράπεζα να έχει
προσφύγει δικαστικά και
να έχει εξασφαλίσει
προσωρινή αναστολή της
διαδικασίας από την
Consob.
Η
συμφωνία BPM θα ενίσχυε
σημαντικά τη θέση της
UniCredit στην ιταλική
αγορά, αυξάνοντας το
μερίδιο δανείων και
καταθέσεων στο 15% και
14% αντίστοιχα (από 9%),
με ιδιαίτερα οφέλη σε
πλούσιες περιφέρειες της
βόρειας Ιταλίας.
Η
περίπτωση Commerzbank
Στη
Γερμανία, η UniCredit
έχει λάβει έγκριση για
συμμετοχή κάτω του 30%
στην Commerzbank. Παρότι
θεωρείται πιθανό να
επιδιώξει πλήρη εξαγορά
λόγω των στρατηγικών
ωφελειών (συνεργειών,
κλίμακας, γεωγραφικής
διαφοροποίησης), το
πολιτικό περιβάλλον
παραμένει αρνητικό. Ο
καγκελάριος Φρίντριχ
Μερτς αντιτίθεται
ανοιχτά στην πλήρη
εξαγορά και χωρίς
κυβερνητική στήριξη, το
ενδεχόμενο παραμένει
απομακρυσμένο.
|