|
Η Scope
χαρακτηρίζει την Ελλάδα
ως μια μικρού μεγέθους
αλλά προηγμένη
οικονομία, η οποία
διατηρεί ηγετική θέση
παγκοσμίως στον τομέα
της ναυτιλίας, ενώ
στηρίζεται επίσης στον
τουρισμό, τη γεωργία και
τη βιομηχανική παραγωγή.
Αν και η χώρα
εξακολουθεί να
ανακάμπτει από τη σοβαρή
κρίση χρέους της
προηγούμενης δεκαετίας,
το πραγματικό κατά
κεφαλήν ΑΕΠ εξακολουθεί
να είναι περίπου 40%
χαμηλότερο από τον μέσο
όρο της Ευρωπαϊκής
Ένωσης.
Η
ανάπτυξη της ελληνικής
οικονομίας από το 2020
και μετά έχει ενισχυθεί
από την ιδιωτική
κατανάλωση, τις
επενδύσεις, τις δημόσιες
παρεμβάσεις καθώς και
τους πόρους του Ταμείου
Ανάκαμψης. Παρ’ όλα
αυτά, το υπερβολικά
υψηλό δημόσιο χρέος
(158% του ΑΕΠ) παραμένει
η κύρια αδυναμία, καθώς
περιορίζει τη δυνατότητα
της κυβέρνησης να
ανταποκριθεί σε
μελλοντικές κρίσεις.
Σε ό,τι
αφορά το πολιτικό ρίσκο,
η Scope το θεωρεί
σχετικά περιορισμένο για
τα προσεχή έτη, αν και
επισημαίνει ότι μπορεί
να αυξηθεί σε πιο
μακροπρόθεσμο ορίζοντα.
Παράλληλα, η
μακροπρόθεσμη ανάπτυξη
επηρεάζεται αρνητικά από
τις δομικές αδυναμίες
της οικονομίας και τη
γήρανση του πληθυσμού.
Παρά τη
σημαντική πτώση της
ανεργίας, που το 2024
υποχώρησε στο 9,4%,
παραμένει αισθητά
υψηλότερη από τον
ευρωπαϊκό μέσο όρο
(5,9%). Επιπλέον, τα
ελληνικά νοικοκυριά
συνεχίζουν να
αντιμετωπίζουν το
πρόβλημα των χαμηλών
αποδοχών, οι οποίες
παραμένουν περίπου 20%
χαμηλότερες σε σύγκριση
με τα προ της κρίσης
επίπεδα. Η υψηλή
συγκέντρωση χαμηλόμισθων
θέσεων και μικρών
επιχειρήσεων περιορίζει
την παραγωγικότητα και
στενεύει τη φορολογική
βάση.
Ο
τραπεζικός τομέας
Η Scope
επισημαίνει ότι οι
ελληνικές τράπεζες είναι
περισσότερο εκτεθειμένες
στον κύκλο των επιτοκίων
συγκριτικά με τις
ευρωπαϊκές
ανταγωνίστριες, καθώς
βασίζονται κυρίως στα
καθαρά έσοδα από τόκους,
λόγω της υψηλής
συγκέντρωσης στα δάνεια
και της περιορισμένης
ανάπτυξης εναλλακτικών
χρηματοοικονομικών
υπηρεσιών.
Δεδομένου ότι η αγορά
στεγαστικών δανείων
είναι μικρή, ο δανεισμός
εστιάζεται κυρίως σε
επιχειρηματικά δάνεια,
με ιδιαίτερη έμφαση στη
ναυτιλία και τον
τουριστικό τομέα. Η
Scope εκτιμά ότι η
πιστοληπτική ποιότητα
των επιχειρήσεων έχει
βελτιωθεί σε σχέση με το
παρελθόν, ενώ οι
τράπεζες έχουν
προχωρήσει όχι μόνο στην
εξυγίανση των
ισολογισμών τους αλλά
και στη βελτίωση των
πιστοδοτικών και
εποπτικών πρακτικών
τους.
Ως
αποτέλεσμα, ο ελληνικός
τραπεζικός κλάδος
διανύει περίοδο
ανάκαμψης, στηριζόμενος
στην αυξημένη πιστωτική
επέκταση, τα υψηλά
επιτοκιακά περιθώρια, το
μειωμένο κόστος κινδύνου
και την ενισχυμένη
ποιότητα του ενεργητικού
του. Οι τέσσερις
συστημικές τράπεζες της
χώρας κατατάσσονται αυτή
τη στιγμή ανάμεσα στις
πιο κερδοφόρες της
Ευρωπαϊκής Ένωσης και,
εφόσον δεν προκύψει
κάποιο σοβαρό υφεσιακό
σοκ, η Scope προβλέπει
ότι θα επιτύχουν
διψήφιες αποδόσεις ιδίων
κεφαλαίων το 2025 και το
2026.
|