|
Η τεχνητή νοημοσύνη: από
την προσδοκία στην
απόδοση
Η
UBS
επισημαίνει ότι η άνοδος
των μετοχών που
συνδέονται με την
τεχνητή νοημοσύνη δεν
αποτελεί απλώς ένα
παροδικό επενδυτικό
φαινόμενο. Παρά τις
ανησυχίες για ενδεχόμενη
«φούσκα» ή υπερβολική
αποτίμηση, η τράπεζα
εκτιμά ότι η πορεία αυτή
στηρίζεται σε ισχυρά
θεμελιώδη μεγέθη.
Χαρακτηριστικά, η
AMD
υπέγραψε πολυετή
συμφωνία με την
OpenAI για chip
πολλών γιγαβάτ, η
TSMC
ανακοίνωσε αύξηση 30%
στα έσοδά της λόγω
αυξημένης ζήτησης για
εφαρμογές AI, ενώ η
NVIDIA
έλαβε κρατικές εγκρίσεις
για πωλήσεις
δισεκατομμυρίων δολαρίων
στα Ηνωμένα Αραβικά
Εμιράτα.
Κατά την
UBS,
αυτά τα παραδείγματα
αποτυπώνουν ένα
επενδυτικό κύμα
«εκατοντάδων
δισεκατομμυρίων
δολαρίων» που ενισχύει
την καινοτομία και την
παραγωγικότητα. Η
τράπεζα προβλέπει ότι οι
παγκόσμιες δαπάνες για
τεχνητή νοημοσύνη (capex)
θα αυξηθούν κατά
67% το 2025,
φτάνοντας τα 375
δισ. δολάρια,
και θα αγγίξουν τα
500 δισ. δολάρια
το 2026, με τις
εκτιμήσεις να
αναθεωρούνται συνεχώς
προς τα πάνω.
Σύμφωνα
με την έκθεση, «η
υιοθέτηση και η εμπορική
αξιοποίηση της τεχνητής
νοημοσύνης επιταχύνονται
ραγδαία. Αναμένουμε
αύξηση εσόδων κατά 41%
ετησίως έως το 2030, με
την αγορά να υπερβαίνει
τα 2,6 τρισ. δολάρια».
Παρά την
εκρηκτική πορεία των
μετοχών του κλάδου, η
UBS
θεωρεί ότι οι
αποτιμήσεις δεν
προσεγγίζουν τα
υπερβολικά επίπεδα της
εποχής των
dotcom, καθώς
οι πρωταγωνιστές του
χώρου διαθέτουν υγιή
οικονομική διάρθρωση,
θετικές ταμειακές ροές
και υψηλή κερδοφορία.
Η
σύσταση της τράπεζας
είναι ξεκάθαρη: επένδυση
με
διαφοροποιημένη έκθεση
σε όλο το οικοσύστημα
της τεχνητής νοημοσύνης
— από hardware και
software μέχρι εφαρμογές
— και τοποθέτηση σε κάθε
πτωτική διόρθωση της
αγοράς.
Το ράλι του χρυσού:
ασφάλεια χωρίς ενδείξεις
φούσκας
Από την
άλλη πλευρά, η
UBS διαπιστώνει
ότι το 2025 ο χρυσός
έχει αναδειχθεί στον
μεγάλο νικητή των
αγορών. Με άνοδο άνω του
53% από
την αρχή του έτους και
τιμή που υπερβαίνει τα
4.000 δολάρια
ανά ουγγιά, το
πολύτιμο μέταλλο
προσελκύει κεφάλαια που
απομακρύνονται από το
δολάριο και τα κρατικά
ομόλογα.
Η πτώση
των πραγματικών
επιτοκίων στις Ηνωμένες
Πολιτείες — στο
χαμηλότερο επίπεδο από
τα μέσα του 2022 —
μειώνει το κόστος
διακράτησης του χρυσού
και ενισχύει τη ζήτησή
του ως
αντιστάθμισμα απέναντι
στον πληθωρισμό και την
αποδυνάμωση του δολαρίου.
Η
UBS
προβλέπει ότι οι
πραγματικές αποδόσεις
ενδέχεται να περάσουν σε
αρνητικό έδαφος, κάτι
που θα προσφέρει νέα
ώθηση στις τιμές του
χρυσού.
Η ζήτηση
ήδη κινείται κοντά σε
ιστορικά υψηλά: οι
αγορές κεντρικών
τραπεζών
αναμένεται να φθάσουν
τους 900–950
τόνους το 2025,
ενώ τα ETF
σε χρυσό καταγράφουν εκ
νέου ρεκόρ αποθεμάτων. Η
συνολική
παγκόσμια ζήτηση
εκτιμάται ότι θα φθάσει
τους 4.850
τόνους, στο
υψηλότερο επίπεδο από το
2011.
Στο
βασικό της σενάριο, η
UBS
διατηρεί θετική στάση
για το πολύτιμο μέταλλο,
θέτοντας
τιμή-στόχο στα 4.200
δολάρια ανά ουγγιά
τους επόμενους μήνες.
Για τα επενδυτικά
χαρτοφυλάκια, συνιστά
μερίδιο 5% σε
χρυσό ως
στρατηγική επιλογή
διαφοροποίησης και
αντιστάθμισης
μακροοικονομικών
κινδύνων.
Δύο διαφορετικές
διαδρομές, κοινός
παρονομαστής η
ρευστότητα
Η
UBS
εντοπίζει έναν κοινό
παράγοντα πίσω από τις
δύο παράλληλες πορείες:
την αφθονία
ρευστότητας
στις παγκόσμιες αγορές.
Οι
προσδοκίες για
επικείμενες μειώσεις
επιτοκίων από τη
Federal Reserve,
η αβεβαιότητα γύρω από
το δημόσιο χρέος των ΗΠΑ
και οι γεωπολιτικές
εντάσεις στην Ευρώπη και
την Ασία δημιουργούν ένα
περιβάλλον όπου τόσο η
καινοτομία
όσο και η
αναζήτηση ασφάλειας
ευνοούνται.
Η
τεχνητή νοημοσύνη
λειτουργεί ως
νέος μοχλός
παραγωγικότητας,
ενώ ο χρυσός παραμένει
διαχρονικό
καταφύγιο αξίας.
Παρά τις διαφορές τους,
και οι δύο αγορές
κινούνται από την ίδια
δύναμη: τη φθηνή
ρευστότητα και
την ανάγκη για
σταθερότητα σε ένα
μεταβαλλόμενο οικονομικό
περιβάλλον.
|